Η γιαγιά η Κατερίνη. Ή μήπως Αικατερίνη; Πολύ μικρός ήμουν τότε για να είμαι σήμερα βέβαιος ποιο απ’ τα δύο. Ή το ’να ή τ’ άλλο, αλλά σίγουρα όχι Κατερίνα. Δηλαδή όχι με α στο τέλος. Κι ήταν αδελφή της γιαγιάς Σταυρούλας κι ήταν όλες αυτές μαζί αδερφάδες ξαδερφάδες ούτε θυμάμαι πια, Σταυρούλα, Ευφημία, Αλεξάνδρα, Κωνσταντία – η Αλεξάνδρα είχε κι ένα χρυσό δόντι – και καθόσαντε όλες μαζί —όσο η πόλη τούς επέτρεπε να κάθονται όλες μαζί—, θέλω να πω είχαν σκορπίσει οι κακομοίρες γιατί είχαν όλες παιδιά κι εγγόνια, και ήταν όλες αγγαρεμένες να τα φυλάνε και να τα μεγαλώνουνε γιατί τα κορίτσια τους είχανε δουλειές κι η πόλη ήτανε μεγάλη, πώς να ιδωθούνε αντί να κάθονται όλες μαζί σ’ ένα μέρος οι γριές να κουτσομπολεύουνε και να λένε τα δικά τους, κατάλαβες, ήταν ξεμοναχιασμένες και βρισκόνταν μια στο τόσο και τα λέγανε – τι λέω, μόνο στο μυαλό μου τις έχω όλες μαζί, ούτε μια φορά δεν τις θυμάμαι στ’ αλήθεια όλες μαζεμένες τις έρμες, το πολύ δυο δυο – άντε μια φορά στο σπίτι του Χρήστου που ...
Π αραβάλλω. Δηλαδή βάζω δίπλα δίπλα για να συγκρίνω. Παραθέτω. Την κάνω την παραβολή, έτσι λέμε. Αλλά και την ακούω. Ακούω δηλαδή μια ιστορία, που είναι φανερό —ή μήπως δεν είναι— ότι δε λέει αυτό που λέει. Ή μάλλον ότι, πέρα απ’ αυτό που λέει, λέει κι άλλα, πολλά, αρκεί να παραβάλω: να τη βάλω δίπλα δίπλα με πράγματα του κόσμου τούτου, δίπλα με πράγματα ανάλογα. Με σκοπό να οδηγηθώ σε συμπεράσματα. Σε σκέψεις που δε γινόταν να έχουν ειπωθεί. Γιατί αν ειπωθούν, έχουν πολύ μικρότερη διατρητική ικανότητα απ' ό,τι αν τις κάνω ο ίδιος. Παραβολή λοιπόν. Λέξη που διαδόθηκε και που την ξέρουν όλοι οι πάντες – είναι να μην αρχίσουν οι λέξεις να ταξιδεύουν. Κι απ’ τη λατινική parabola και τις πρώιμες ρωμανικές μορφές parab(u)la, parabla, paraula, πήγαμε παντού: parable, parabole, parábola, parabolă. Και Parabel, αν και για την ευαγγελική παραβολή αυτοί λένε Gleichnis. Αλλά και πάλι. Και πήγαμε και στην ισπανική palabra, που έγινε λόγια – ¿escuchas las palabras de las brujas? τ’ ακούς τα λόγ...