Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Γέννηση








Δεν ξέρεις από πού να το πιάσεις.

Αφού γεννάται, πεθαίνει κι όλας – δεν είναι; Τι ταράζεσαι; Αν δεν είναι να πεθάνει, τότε γιατί να γεννηθεί; Καλά δεν καθόταν; Από πάντα. Δίχως χρόνο. Δίχως ύλη. Κι όμως.

Ποια χαρά να μας χαρίσω
Ποια χαρά να μας χαρώ
Ποιον σκοπό να μας γεννήσω
Ποιον σκοπό να γεννηθώ

Μια γιορτή γεννήσεως – μια γιορτή σκοπού. Μια γιορτή υλοποιήσεως. Από το τίποτα να γίνει κάτι, οπότε ύστερα αυτό να τελειώσει – ό,τι γίνεται τελειώνει κι όλας, αλλιώς γιατί να γίνει – το ’παμε. Αυτός είναι ο σκοπός.

Σκοπέω, σκοπώ. Και σκέπτομαι – ίδια ρίζα. Έχει ένα πολύ αρχαίο πίσω του, ένα *sḱep- που είναι *speḱ- που έπαθε μετάθεση, έτσι το λένε αυτό που έπαθε. Σκεπ- και σπεκ-. Βλέπω. Παρατηρώ. Σπέκτρουμ. Φάσμα. Περιοχή. Βλέπω με προσοχή. Ενεργητικά. Και όχι μόνο. Κατευθύνω. Δεν ορώ. Επιδρώ. Κάνω σκέψεις – αυτός είναι ο σκοπός. Σκοπώ. Μια επίσκεψη είναι ο σκοπός – εκείνη τής θελήσεως. Η απώλεια της αγνοίας. Της ασκεψίας. Της αθωότητας. Η απώλεια του παραδείσου.

Απώλεια; Είναι βέβαιο; Ποιος ξέρει. Είναι ένας τρόπος να το σκεφτείς. Σαν απώλεια. Είναι κι αυτός ένας σκοπός. Αλλά μπορεί να ιδωθεί κι αλλιώς – και περίλαμπρο δώρο το λες. Να ιδωθεί όχι σαν παράβαση. Αλλά σαν δώρο του θεού στον άνθρωπο, σαν δώρο της έρευνας του ανθρώπου στον εαυτό του – δώρο της ανακαλύψεως. Κρατιέσαι;

Ύφανε υφάντρα τον σκοπό
Γέλα μικρή μου γέλα
Τι όμορφη που είσαι, χριστέ μου, δεν αντέχεται

Όχι σαν πουλί. Και το πουλί τραγούδι είναι, ναι. Αλλά εσύ ξέρεις. Δεν είσαι πουλί. Έχεις σκοπό και σκέψη. Και γλώσσα. Μπα, όχι, δεν είναι επικοινωνία η γλώσσα. Επικοινωνία είναι τα σήματα, τα φανάρια της τροχαίας, οι κραυγές των ζώων, τα νεύματα, τα σήματα καπνού, τ’ ανθίσματα των λουλουδιών, οι φρυκτοί και οι φρυκτωρίες – τι έξυπνο! Ανάβεις τον πυρσό, σε βλέπει η απέναντι κορφή, ανάβει κι εκείνη, αστραπιαία, μετά η άλλη, μετά η άλλη, και το μαθαίνει όλη η αυτοκρατορία εν ριπή.

Αυτό είναι επικοινωνία – όχι η γλώσσα. Η γλώσσα είναι σκέψη. Σκοπός. Και τέλος.

Αν είναι να μην πεθάνει, με τι σκοπό θα γεννηθεί; Εν σοφία εορτάζεται η σκέψη. Η εορτή του μέγιστου σκοπού. Η εορτή της πραγματώσεως.

Δεκέμβρη. Παραδοσιακά. Με το χειμερινό ηλιοστάσιο. Τότε παλιά ήταν στις εικοσιπέντε – και στις εικοσιπεντε μάς ξέμεινε. Τότε γεννιόνται οι θεοί. Με την υποχώρηση τού σκότους. Με την έλευση του φωτός.

Με την εορτή τού είναι.








Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Αθήναι

Φαντάσου έχεις, λέει, μια γλώσσα, ωραία και καλή, και τη μιλάς σ’ ένα μικρό χωργιό που διατηρείς κάπου σε μια εύκρατη περιοχή τού κόσμου. Δεντράκια, ποταμάκια, αμπελάκια, κι έναν Παρθενώνα να σου βρίσκεται. Και φαντάσου ότι πας καλά, οι δουλειές, τα παιδιά, ψωνίζει ο κόσμος, κάτι μοντελάκια που θα γίνουν παγκοσμίως ανάρπαστα εις το διηνεκές, έλα όμως που οι καιροί αλλάζουν, χωργιό με χωργιό τα τσουγκρίζετε, δε βρίσκετε άκρη, ο κόσμος σας είναι πολύ μικρός, γινόστε μπάχαλο, και νάσου εμφανίζεται ένα πιο ρωμαλέο χωργιό και πιο φρέσκο, κάπου στον Βορρά, άλλο πολίτευμα, πιο ορεξάτο απ’ το δικό σου, ανανεωμένο, και σας βάνει σε σειρά, άλλο πνεύμα, μιλάει τη γλώσσα σου, τη βρίσκει πολύ γκιουζέλ και πολύ αποτελεσματική, παίρνει και μερικούς από τους πιο καλούς σου για δασκάλους των παιδιών του, και το καζάνι αρχινάει να κοχλάζει. Ίδιο προϊόν, ίδια μοντελάκια, άλλο μάρκετινγκ. Άλλες τακτικές πωλήσεων. Κι ενώ έτσι έχουν τα πράματα, αίφνης μια Κυριακή και μια γιορτή, μια πίσημον ημέρα, ένας τύπο...

Λιμήν

Лиман. Διαβάζεται λιμάν. Και θα πει λιμάνι – τι άλλο να πει. Αλλά μια στιγμή. Δεν είναι απ’ τα ελληνικά. Είναι απ’ τα τούρκικα. Βαστιέσαι; Βαστήξου: τα ρώσικα δεν την πήραν τη λεξούλα από τα ελληνικά, γιατί και τα ελληνικά από τα τούρκικα την έχουν πάρει. Ξαναβαστήξου. Υπήρχε μια αρχαία λεξούλα, λειμών. Ελληνικά. Το υγρό λιβάδι. Και καθώς οι λεξούλες ταξιδεύουν και μιλάν για πράγματα που μεταξύ τους μοιάζουν, λειμών σήμαινε κι εκείνο το άλλο το υγρό και ζεστό και φιλόξενο πράμα που ξέρεις. Συνεννοηθήκαμε; Μπράβο. Αυτό εκτιμώ σε σένα: την αντιληπτικότητά σου. Και ταξίδευε που λες η λεξούλα, τι ευλείμων – με ωραία παχιά λιβάδια, τι λειμώνιος – ο του λιβαδιού, τι λειμακίδες – οι νύμφες αυτών των υγρών και ζεστών μερών, αυτές που σου παίρνουν τη μιλιά και μένεις ευσεβής μεν, άλαλος δε. Τέλος πάντων, μην τα πολυλογούμε, αυτό το καταφύγιο, ο λειμών, κάνει μια παφ και τραβάει μια μετάπτωση, ένα άμπλαουτ που λένε οι γλωσσοτέτοιοι, και τσουπ, προκύπτει ο λιμήν, να σε περικλείει και να σε προστα...

Ἡ μαμμὴ καὶ οἱ Νεράιδες

  Ἡ μαμμὴ καὶ οἱ Νεράιδες. Νικολάου Γ. Πολίτου: Μελέται περί του βίου και της γλώσσης του Ελληνικού λαού. Εκδόσεις «Ιστορική Έρευνα». Τηλ. 3637.570 και 3629.498. Αφηγείται ο Κώστας Παπαλέξης.