Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Αναρτήσεις

Προβολή αναρτήσεων από Μάιος, 2024

Κωνσταντής

– Άκουσες Κωνσταντάκη μου τι λένε τα πουλάκια; Σιγά μην ακούσει ο Κωνσταντής. Αυτή τη δουλειά θα κάθεται να κάνει τώρα; Όχι πως είναι κάνας χαζός. Ή κάνας κουφός. Τι, μπας και δεν ακούει; Αμ πώς. Ακούει και παρακούει. Απλώς αυτή τη στιγμή δεν είναι η δουλειά του αυτό. Δεν είναι ν’ ακούσει. Έχει άλλη δουλειά να κάνει. – Πουλάκια είναι κι ας λαλούν. Πουλάκια είν’ κι ας λένε. Έτσι είναι οι Κωνσταντήδες. Τα σταθερά της ζωής μας. Τα σίγουρα. Που σηκώνονται και παν να κάνουνε. Εις πείσμα. Δεν πα να λέτε εσείς. Δεν πα να θέτε. Κωνσταντίνος είναι ένα πράμα που γίνεται. Είναι αυτό που συμβαίνει. Τι μπορείς να κάνεις με κάτι που συμβαίνει; Τίποτε. Συμβαίνει. Πώς κάθεται καμμιά φορά και άπειρες βουλήσεις ενώνονται σε μια. Που μία γίνεται η θέληση. Που μέσα από το έρεβος που μείγνυνται οι ψυχές, απ’ τη μεγάλη λίμνη, μία βγαίνει η πρόθεση. Συνοψίζεται και παίρνει σάρκα. Κι όλα βαίνουν μαζί. Συν βαίνουν. Τόπος. – Άκουσες Κωνσταντάκη μου τι λένε τα πουλάκια; – Απρίλης είναι και λαλούν. Και Μάης και φ...

Λευκαύγεια

Λευκαυγής, λέει το λεξικό, είναι ο έχων λευκήν λάμψιν. Και λευκαύγεια, νεότερη λέξη, από το λευκό και την αυγή. Όπως ανταύγεια και ανταυγής, αυτός που αντιφεγγίζει, ο ανακλαστικός. Ή φωταύγεια και φωταυγής, ο φωτοβόλος. Ή διαύγεια και διαυγής.  Η λευκαύγεια έγινε μέγεθος μετρήσιμο: ο λόγος του ποσού φωτός το οποίον ανακλάται επί της επιφανείας ετεροφώτου τινός ουρανίου σώματος, προς το φως το οποίον λαμβάνει τούτο έκ τινος αυτοφώτου σώματος. Εντάξει. Να το ξεμπλέξουμε. Λευκαύγεια θα πει ένα κλάσμα. Στον αριθμητή βάζεις πόσο φως σού έρχεται στα μάτια αφού ανακλασθεί πάνω στην επιφάνεια του σώματος που κοιτάζεις. Και στον παρονομαστή πόσο φως είχε καταφθάσει σ’ αυτό το σώμα πριν ανακλαστεί και σου ’ρθει εσένα. Πέφτει ο ήλιος σ’ έναν καθρέφτη και όλο το φως μου ’ρχεται και με στραβώνει. Όλο έπεσε, όλο μού ήρθε. Εκατό τα εκατό. Άρα η λευκαύγεια του καθρέφτη είναι εκατό δια εκατό ίσον ένα. Ή πέφτει το φως σε μια μαύρη τρύπα. Που το ρουφάει όλο. Δεν μου έρχεται τίποτε από τα εκατό που πή...

Αριστέα

  Τι σκέφτεσαι, Αριστέα μου; A penny for your thoughts.

Γράμματα

Ꙋ имэ Отьца и Сина и Свэтаго Дꙋха. Ου ίμε Ότσα ι Σίνα ι Σβέταγκο Ντούχα, έτσι διαβάζεται αυτό. Οτς είναι ο πατέρας – στις σλαβογλώσσες έρχεται από κάτι σαν *otьcь, και γίνεται, για παράδειγμα, ατέτς (отец) στα ρώσικα, όιτσετς (ojciec) στα πολωνικά και οτέτς (otec) στα τσέχικα. Πώς και δεν έχει σχέση με τα πατήρ και pater και father; Εμ, δεν έχει γιατί οτς είναι μωρουδίστικα. Χαϊδευτικό. Ανάλογο του ρώσικου τιάτια (тятя). Ακούγεται περίεργο και μακρινό; Καθόλου. Ρωτάει ο Τηλέμαχος: παππούλη, από πού μας ήρθε ο ξένος; ἄττα, πόθεν τοι ξεῖνος ὅδ᾽ ἵκετο; ἄττα, παππούλη, πατερούλη. Ο τάτης. Ο τατάκης. Στον Ξενόπουλο ο παπάκης. Και σιν ο γιός. Αυτό το σιν το ’χουμε ξανακούσει – son αγγλικά και Sohn γερμανικά. Αρχαία ρίζα, πρωτοϊνδοευρωπαϊκή, *suHnús. Θες να πάθεις μια έκπληξη; Και υιός που λέμε εμείς, κι αυτό απ’ το *suHnús εκπορεύεται. Κάνεις το σίγμα δασεία, κι όπως από το *septḿ̥ βγάζεις και septem και επτά, έτσι κι απ’ το *suHnús βγάζεις sunu στα παλιά αγγλικά, αλλά και υιός στα ελληνικά....

Κατόπιν εορτής

    Κατόπιν εορτής.  

Έμπορος

Στης Λαρίσης το ποτάμι που το λένε Πηνειό... Έχει η Λάρισα ποτάμι που το λένε Πηνειό. Και κει πάει και το τραγούδι. Στης Λαρίσης το ποτάμι που το λένε Πηνειό, αν τυχόν και δε με θέλεις, κει θα πέσω να πνιγώ. Ανεξόφλητα γραμμάτια είναι αυτά. Πιάνεις το αμάξι και πας στη Λάρισα. Μια λωρίδα δρόμος από δω και μια από κει. Με το ζόρι χωράς έτσι και διασταυρωθείς με φορτηγό. Περνάς δεν περνάς. Κάνεις τον σταυρό σου, καλού κακού. Είναι μεγάλα αυτά τα τιμόνια και τα περισσότερα έχουν από τη μέσα μεριά εξογκώματα, δεν είναι λεία. Σαν κομπαλάκια. Για να βρίσκουν τα δάχτυλά σου να το κρατάνε το ρημάδι, να μη γλιστράει, γιατί είναι και βαρύ. Ξες βάρος που έχει αυτό το πράμα; Άντε να το στρίψεις. Και καλά όσο κινείται, αλλά άμα πηγαίνεις σιγά, η πίστη σού βγαίνει να το στρίψεις. Και οι ταχύτητες στο χέρι το δεξί. Ξέρεις πώς: ο αντίχειρας στο βολάν και τα τέσσερα δάχτυλα στο λεβιέ, τραβηχτό πίσω και πάνω και την έβαλες την πρώτη, και πας. Κι ύστερα για να βάλεις δεύτερη, πάλι ο αντίχειρας στο βολάν,...

Ξένος

Δ εύτελάβε, τεεφώς, εκτουαανεσπέ, ρουφωτόοος. Αυτά είναι τα προβλήματα. Καλύτερα να μην ξέρεις ελληνικά, να σαι ξέρω ’γω Αμερικάνος, Γερμανός, ό,τι να ’ναι. Και να τα μαθαίνεις τα ελληνικά εξ αρχής, ξένη γλώσσα, κι όχι τα ελληνικά της καφετέριας και της καλημέρας – να μαθαίνεις τα ελληνικά των εβδομήκοντα. Να μάθεις τι θα πει δεύτε και να μην το μπλέκεις – να ξέρεις ότι θα πει εδώ! εδώ! πάρτε φως! αυτό που στον ενικό είναι δεύρο! δεύρο έξω! εδώ! έξω! Ένα εδώ αρχαίο, που είναι δεύρο για έναν και δεύτε για πολλούς. Δεύτε λάβετε φως, και πας εσύ εκεί που σου λέει αυτός και παίρνεις φως, και πάει από κερί σε κερί το φως, εκ του ανεσπέρου φωτός, που δεν δύει, το φως το για πάντα, φορέβερ, που δεν έχει εσπέρα, *we- και *kʷsep-, από κει και οι βέσπερς, οι εσπερινοί, άμα είσαι Αμερικάνος το ξέρεις, την κάνεις τη σύνδεση, βέσπερς, και Ρώσος άμα είσαι, βετσέρνια, θέλω να πω μακριά δεν είσαι αλλά ούτε και μητρική σου είναι να παγιδεύεσαι να νομίζεις ότι ξέρεις. Ξέρεις ότι δεν τα ξέρεις, οπότε στρ...

Εν αναμονή

          Εν αναμονή... Waiting...              

Οὐκ εἰμί

Λέγει οὖν ἡ παιδίσκη ἡ θυρωρὸς τῷ Πέτρῳ· μὴ καὶ σὺ ἐκ τῶν μαθητῶν εἶ τοῦ ἀνθρώπου τούτου;  Τέτοιο ενδιαφέρον η μικρή; Αν ήταν κι αυτός απ’ τους μαθητές του; Αυτό την έκοφτε; Όχι βέβαια. Αν πάει για σφαγή – αυτή ήταν η ερώτηση. Τα ζάρια είχαν ριχτεί κι η θάλασσα λυσσομανούσε. Κι εσύ για θάνατο; Αυτή ήταν η ερώτηση. Λέγει ἐκεῖνος· οὐκ εἰμί. Σκοτεινή στιγμή. Να κερδίσεις χρόνο. Ποιος απαντάει ναι σε τέτοια ερώτηση; Ποιος καταφάσκει; Ὁ οὖν ἀρχιερεὺς ἠρώτησε τὸν Ἰησοῦν περὶ τῶν μαθητῶν αὐτοῦ καὶ περὶ τῆς διδαχῆς αὐτοῦ. Και του είπε ο Ιησούς, ἐγὼ παῤῥησίᾳ ἐλάλησα τῷ κόσμῳ· [...] καὶ ἐν κρυπτῷ ἐλάλησα οὐδέν. τί με ἐπερωτᾷς; Και τον κοίταζε ο άλλος και το ’χασε για μια στιγμή – δεν το πήγαινε το πράμα εκεί που ήθελε. Οπότε εἷς τῶν ὑπηρετῶν παρεστηκὼς ἔδωκε ῥάπισμα τῷ Ἰησοῦ εἰπών· οὕτως ἀποκρίνῃ τῷ ἀρχιερεῖ; Ορίστε μας. Έτσι γίνεται σ’ αυτές τις περιστάσεις. Η αλήθεια εισπράττεται ως αυθάδεια και τιμωρείται. Γιατί άλλο ζητείται – όχι η αλήθεια. Άλλος είναι ο σκοπός της ερώτησης. Κι αφού η α...