Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Aida di Giuseppe Verdi



Aida, un'opera in quattro atti di Giuseppe Verdi.

Preludio. Andante mosso. Μοναχικά βιολιά. Ήχοι παράξενοι. Χρωματικοί. Θέμα επίμονο.

Σαν κάθιδρη σκέψη. Σαν μαύρη σκιά που έρπει. Σαν ζόφος που τρυπώνει. Αβεβαιότητα που σέρνεται. Σαν τον λεκέ που απλώνεται στο υλικό. Που διαδίδεται. Σα μόλυνση. Βαθιά, σαν φόβος.

Όμως τα γεγονότα βροντούν. Κι οι σκιές τρομάζονται. Αφού εγκατέστησαν την απροσδιόριστη ρωγμή στον κόσμο, τρέχουν τώρα να χαθούν κυνηγημένες.

Και τι γεγονότα! Έρωτας. Φλογερός κι ομολογημένος. Δύσκολος. Και πόλεμος. Ο Αιθίοπας τολμά και πάλι να προκαλέσει. Απειλεί τις Θήβες και την Κοιλάδα του Νείλου. Να 'ρθεί ο Αγγελιαφόρος. Να διαπιστώσουμε. Να συμβουλευτούμε την Ίσιδα, την Υπέρμαχο! Πόλεμος και θάνατος στον Ξένο!

Σίδερο και φωτιά. Κέρδος και απώλεια. Νίκη και ήττα. Κάθε νέο λιθάρι κάτι οικοδομεί, όμως και κάτι φράζει, λιγοστεύοντας τον διαθέσιμο χώρο. Κάθε καινούρια απόφαση στενεύει τον ορίζοντα. Οι άνθρωποι γίνονται οι επιλογές τους.

Ο πόλεμος κερδίζεται. Αλλά ο έρωτας παίρνει άτυχο δρόμο. Απελπίζεται. Γίνεται δίλημμα. Παρανάλωμα. Καταντά εκδίκηση. Έρωτας φονιάς. Και με κάθε νέα κίνηση οι τοίχοι συγκλινουν όλο και περισσότερο προς το κέντρο.

Εκεί όπου θα απομείνουν μόνοι οι δύο αγαπημένοι. Ο ένας στα χέρια του άλλου. Αυτοί και το ασφυκτικό επικείμενο. Γύρω τους το αρραγές, το στεγανό. Χωρίς οδό διαφυγής.

«Έχε γεια Γη, έχε γεια κοιλάδα των δακρύων

όνειρο της χαράς που μες τη λύπη χάθηκες

Οι ουρανοί μάς ανοίγονται

Οι περιπλανημένες ψυχές μας

Φεύγουν, πετούν προς το φως της μέρας της αιώνιας.»

Ο χώρος σφραγίζεται. Αποδίδεται στις μαύρες μοίρες. Που ξανά έρπουν να τον καταλάβουν. Να 'τες οι υποψίες, που τόσην ώρα απόδιωχνε η κλαγγή του φωτός. Επανέρχονται. Να τώρα που απλώνονται μέσα στον ανήλιαγο τάφο. Σαν αίμα που κυλά κάτω απ' τις θύρες. Σα χρωστούμενα. Τίποτε δε μπορεί πια να τις διώξει. Τίποτε να τις αποτρέψει. Κυρίαρχες. Θα τυλίξουν τους αποκλεισμένους. Κατά πως τυλίγει το άφευκτο το θύμα του. Με τραγούδι και σάβανο. Και θα βάλουν τη σφραγίδα.

Δεν είναι πια υποψίες. Δεν είναι ρωγμές. Τώρα είναι βεβαιότητες. Τόσην ώρα θελήσαμε να ξεγελαστούμε. Κάναμε πως δεν υπήρχαν. Να τις ξεχάσουμε. Να τις αποδιώξουμε.

Τώρα τις καλωσορίζουμε.

Τι παράδοξο κι αυτό! Όταν τα φοβερά επιβεβαιώνονται, οι ψυχές αγαλλιούν. Ανακουφίζονται! Λυτρώνονται. Μ' έναν γελαστό λυγμό. Τον λυγμό της αναγνώρισης. Γιατί τώρα έρχονται τα πράγματα στη θέση τους. Αποκαθίσταται η ισορροπία. Γίνεται η επιβεβαίωση. Να, λοιπόν, τώρα, το τέλος. Να ο σκοπός.

Γιατί τώρα γνωρίζουμε. Οπότε τώρα έχουμε πια ελευθερωθεί. Έχουμε καθαρθεί.


------------------------
Ευχαριστίες καρδιάς στη Θάλεια και την ομάδα της: τη Γιοβάνα, τον Αυγουστίνο, τη Γιάννα, τον Κρις, τη Χριστίνα και την Κατερίνα που σκέπτονται με τα ωραία σώματά τους.


------------------------
Σκέψεις από την παράστασή μας της Aida.



Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Αθήναι

Φαντάσου έχεις, λέει, μια γλώσσα, ωραία και καλή, και τη μιλάς σ’ ένα μικρό χωργιό που διατηρείς κάπου σε μια εύκρατη περιοχή τού κόσμου. Δεντράκια, ποταμάκια, αμπελάκια, κι έναν Παρθενώνα να σου βρίσκεται. Και φαντάσου ότι πας καλά, οι δουλειές, τα παιδιά, ψωνίζει ο κόσμος, κάτι μοντελάκια που θα γίνουν παγκοσμίως ανάρπαστα εις το διηνεκές, έλα όμως που οι καιροί αλλάζουν, χωργιό με χωργιό τα τσουγκρίζετε, δε βρίσκετε άκρη, ο κόσμος σας είναι πολύ μικρός, γινόστε μπάχαλο, και νάσου εμφανίζεται ένα πιο ρωμαλέο χωργιό και πιο φρέσκο, κάπου στον Βορρά, άλλο πολίτευμα, πιο ορεξάτο απ’ το δικό σου, ανανεωμένο, και σας βάνει σε σειρά, άλλο πνεύμα, μιλάει τη γλώσσα σου, τη βρίσκει πολύ γκιουζέλ και πολύ αποτελεσματική, παίρνει και μερικούς από τους πιο καλούς σου για δασκάλους των παιδιών του, και το καζάνι αρχινάει να κοχλάζει. Ίδιο προϊόν, ίδια μοντελάκια, άλλο μάρκετινγκ. Άλλες τακτικές πωλήσεων. Κι ενώ έτσι έχουν τα πράματα, αίφνης μια Κυριακή και μια γιορτή, μια πίσημον ημέρα, ένας τύπο...

Λιμήν

Лиман. Διαβάζεται λιμάν. Και θα πει λιμάνι – τι άλλο να πει. Αλλά μια στιγμή. Δεν είναι απ’ τα ελληνικά. Είναι απ’ τα τούρκικα. Βαστιέσαι; Βαστήξου: τα ρώσικα δεν την πήραν τη λεξούλα από τα ελληνικά, γιατί και τα ελληνικά από τα τούρκικα την έχουν πάρει. Ξαναβαστήξου. Υπήρχε μια αρχαία λεξούλα, λειμών. Ελληνικά. Το υγρό λιβάδι. Και καθώς οι λεξούλες ταξιδεύουν και μιλάν για πράγματα που μεταξύ τους μοιάζουν, λειμών σήμαινε κι εκείνο το άλλο το υγρό και ζεστό και φιλόξενο πράμα που ξέρεις. Συνεννοηθήκαμε; Μπράβο. Αυτό εκτιμώ σε σένα: την αντιληπτικότητά σου. Και ταξίδευε που λες η λεξούλα, τι ευλείμων – με ωραία παχιά λιβάδια, τι λειμώνιος – ο του λιβαδιού, τι λειμακίδες – οι νύμφες αυτών των υγρών και ζεστών μερών, αυτές που σου παίρνουν τη μιλιά και μένεις ευσεβής μεν, άλαλος δε. Τέλος πάντων, μην τα πολυλογούμε, αυτό το καταφύγιο, ο λειμών, κάνει μια παφ και τραβάει μια μετάπτωση, ένα άμπλαουτ που λένε οι γλωσσοτέτοιοι, και τσουπ, προκύπτει ο λιμήν, να σε περικλείει και να σε προστα...

Ἡ μαμμὴ καὶ οἱ Νεράιδες

  Ἡ μαμμὴ καὶ οἱ Νεράιδες. Νικολάου Γ. Πολίτου: Μελέται περί του βίου και της γλώσσης του Ελληνικού λαού. Εκδόσεις «Ιστορική Έρευνα». Τηλ. 3637.570 και 3629.498. Αφηγείται ο Κώστας Παπαλέξης.