Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Αναρτήσεις

Προβολή αναρτήσεων από Φεβρουάριος, 2023

Τρένο

Βάζεις ας πούμε βαγόνι το βαγόνι, το ένα πίσω από το άλλο, κι έχεις τρένο. Σιδηρόδρομο. Και πάει αυτό μακριά, από δω, από κει, πάνω βουνά, κάτω βουνά, ποτάμια, λαγκάδια, όπου θες πάει, γιατί το καλό είναι πως άπαξ και χαράξεις την τροχιά και στήσεις τις γραμμές, μετά έρχεται αυτό και πατάει πάνω και πάει - έτοιμη δουλειά. Και πηγαίνει χειμώνα καλοκαίρι, μέρα και νύχτα, είναι μεγάλο πράμα, παίρνει μέσα οδηγούς, παραοδηγούς, προσωπικό, κόσμος πολύς, και πάει και δε σταματάει, έρχεται η ώρα να κοιμηθούν οι πρώτοι, κοιμώνται αυτοί και το παν το τρένο οι δεύτεροι, άλλη βάρδια, χωρίς σταματημό, κι ύστερα κουράζονται αυτοί και πιάνουν πάλι άλλοι, δε σταματάει αυτό. Δε γίνεται να μείνεις ξύπνιος να παρακολουθήσεις το ταξίδι, πάει πέρα από τις αντοχές σου, δε μπορεί, θα σε πάρει ο ύπνος κάποια στιγμή κι αυτό συνεχίζεται. Πέρα από τη νύστα σου, πέρα από την κούρασή σου, πάει σα ζωή κι όσο μπορείς παρακολουθείς, αλλά τι να κάνεις, άνθρωπος είσαι κι εσύ, κοιμάσαι κάποτε, δε μπορείς να τα προφτάσει...

Τζέρτζελο

Ήτανε λέει αυτός ένα θηρίο. Βοσκός. Αλλά θηρίο λέμε. Μέχρι εκεί πάνω. Που λες, και τον βρίσκει ο Ηρακλής στον δρόμο του. Τὸν βουβόταν οὔρεϊ ἴσον, λέει ο Πίνδαρος. Βοϊδοβοσκός είναι ο βουβότας. Τον βοϊδοβοσκό, δηλαδή, που ήταν ίσος με βουνό. Τον Αλκυονέα. Πλακωθήκαν, γίνηκε ό,τι γίνηκε, πάει, αυτό ήταν. Γκέιμ όβερ. Γίγας ξεγίγας, Αλκυονεύς τέλος. Είχε όμως κι εφτά κορίτσια ο έρμος. Εφτά κουκλάρες. Την Αλκίππη, την Ανθή, την Αστερία, την Δριμώ, την Μεθώνη, την Παλλήνη και την Χθονία. Και τα πιάνει απελπισία τα κορίτσια και ρίχνουν μια και πηδάν στη θάλασσα. Από το Καναστραίον, την κορφή τής Παλλήνης, όχι της Αττικής εδώ – της άλλης της Παλλήνης, στο δυτικό πόδι τής Κασσάνδρας, πάνω, στη Μακεδονία. Εκεί ήταν το μέρος αυτό. Φλέγρα λεγόταν, έτσι λέει. Αλλά γίναν και μέρες του Γενάρη τα κορίτσια. Εκεί, λίγο μετά τα Χριστούγεννα, κάθε χρόνο, που γυρίζει ο καιρός και πιάνει μια λιακάδα μυστήρια, ουρανός γαλανός, ίσα να ξεχαστείς να βγάλεις το πανωφόρι. Έτσι το ’χει εδώ το κλίμα. Χαρίεν. Αλλιώς...

Αιδημοσύνη

Σαν την εισαγωγή σε καρυοθραύστη. Παιχνιδιάρικη κι εντυπωσιακή και χαμηλοβλεπούσα. Χωρίς εξυπνάδες. Είναι όταν έχεις όλες τις χάρες και τι να πρωτοδείξεις, δείτε κόσμε, αλλά δεν είναι κι ωραίο να δείχνεις – είναι; Οπότε πρέπει να κάνεις σαν άλλος να σε δείχνει. Κι εσύ, τι να γίνει, κάθεσαι και φαίνεσαι. Σαν βιολιά ορχήστρας. Ψιλός ήχος. Φιοριτούρα. Λένε, λένε, και δος του λένε, το πολύ κι ένα φαγκότο μαζί, ώσπου, πάνω που παίρνεις είδηση τι παίζεται, καταφθάνει το ιππικό, οι βιόλες, τα τσέλα, τα κοντραμπάσα, και σοβαρεύει το σκηνικό, καμιά καραμούζα, κάνα τρομπόνι, σπεύδουν και τίποτε τύμπανα, και να σου που γίνονται τα πράματα αλλιώς. Αλλά μέχρι τότε, αυτή η λευκότης σου. Αυτή η ελαφριά σκέψη. Αιδημοσύνη. Μια φευγαλέα στιγμή και μια ιδέα κοκκίνισμα – κανείς δεν την είδε, μόνο εσύ το ξέρεις, από τη θερμότητα, από κει το ξέρεις. Ίσως και μια μικρή αμηχανία – σαν ασυγχρονισμός στην κατάποση. Σαν λάθος στιγμή. Και το χτυποκάρδι της έκθεσης. Θέλει θάρρος, δε λέω. Καθώς το άνθος θέλει να φω...

Καντάδες

Ντε βιένι αλά φινέστρα, ο μίο τεζόρο. Αχ, βγες στο παραθύρι σου, θησαυρέ μου! Λορέντζο ντα Πόντε στιχάκια, και Βόλφγκανγκ Αμαντέους μουσικούλα. Ο Ντον Τζιοβάνι που τραγουδά στην υπηρέτρια τής Ντόνα Ελβίρα. Μελωδικός και γλυκύς. Κι αψύς λιγουλάκι. Μελωμένες μαχαιριές – ξέρεις τώρα. Ερωτική κακία. Νταβάντι α λι όκι τουόι μορίρ βολ’ ίο. Μπροστά στα μάτια σου να πεθάνω θέλω. Υποβόσκον βαλσάκι και μαντολίνο. Και τύλιγμα. Νότες και γλυκιά φωνή. Σαν εσάρπα. Μυρίστηκε θηλυκό ο κύριος και της τα ρίχνει αγρίως και στριμωξίδικα. Έτσι παίζει αυτό το παιχνίδι. Τ’ ακούς εσύ που είσαι καλλίκομος και καλλίκορμος νεαρά, στο μπαλκόνι, στα ντουζένια σου πάνω και στις κάψες σου, και λες, Χριστέ μου, πού ήτο κρυμμένος τέτοιος γλυκύς νέος! Και κάνει η καρδούλα σου και χάνει έναν χτύπο. Ωπ! Διότι αυτός είναι ο σκοπός τής καντάδας. Η απώλεια ενός χτύπου. Ωπ! Πάει. Και λες, καλέ ποιος κακός λύκος και μπαρμπούτσαλα – ηλίθια θα είναι η μαμά. Ορίστε. Μια χαρά κύριος. Τι έχει, δηλαδή. Θα με φάει; Άκου τι ωραία που...

Μπάμπης

Πιο ελληνικό, δε γίνεται. Ελληνικό σαν το φιλότιμο, σαν την τυροκαυτερή, τη μπέσα, σαν τη τζαμόπορτα – σαν το σουβλάκι ένα πράμα. Εν παρενθέσει, και εις επίρρωσιν: μεταξύ σουβλακίου, καλαμακίου, τυλιχτού και σάντουιτς γίνεται ως γνωστόν ο κακός χαμός —όχι έτσι είναι το σωστό, όχι δεν ξέρεις εσύ—, χαμός που ακριβώς αποδεικνύει την ελληνικότητα του ζητήματος. Κάποιος δηλαδή που δεν έχει εμβαπτισθεί στα ελληνικά νάματα, δεν είναι δυνατόν να εννοήσει, ούτε πού είναι το πρόβλημα, ούτε ποίον είναι το σωστό. Πολλώ μάλλον να κατανοήσει προς τι το μίσος και ο αλληλοσπαραγμός. Πάμε λοιπόν πίσω – για ελληνικότητα ξεκινήσαμε να λέμε, και δε θα ασχοληθούμε με τα τυλιχτά, ούτε με την τυροκαυτερή και το φιλότιμο. Ούτε με τζαμόπορτες. Θα μιλήσουμε για τον Μπάμπη. Που όμοιόν του δεν έχει ο κόσμος όλος. Μπάμπης. Σκέτο. Ένας αστραπιαίος τρόπος, μια συντόμευση, ένα σόρτκατ. Για να πεις για κάποιον ότι λάμπει από χαρά. Μπάμπης. Δηλαδή Χαραλάμπης. Χαραλάμπω, χαραλάμπεις, χαραλάμπει, χαραλάμπομεν και λοιπά –...

Καμπή

Άλλαξε τελείως το σκηνικό από προχθές, έτσι δεν είναι; Τι λέω. Ποιες προχθές. Πρακτικά από τον Γενάρη. Όταν ήδη φάνηκε ότι όλα έχουν τελειώσει. Ξέρεις τι δεν κατάλαβα; Γιατί να επιμείνεις να μείνει ο Πάουλους με την Έκτη μέσα στην πόλη; Αφού έτσι κι αλλιώς την κυκλοφορία στην περιοχή εσύ την κανόνιζες. Γιατί δεν τον άφησες να βγει να συμπτυχθεί παραέξω; Τι ήταν αυτό που είχες στο μυαλό σου; Στρατιά ολόκληρη. Κοντά τρακόσιες χιλιάδες άντρες. Βάλε υλικά, βάλε εφόδια, βάλε μηχανοκίνητα, όπλα, κανόνια – ολόκληρη στρατιά, λέμε. Γιατί να μείνουν μέσα; Κι αν ακόμη δεν το σκέφθηκες εσύ πρώτος —που θα ’πρεπε να το ’χες σκεφθεί—, ακόμη κι αν δεν το σκέφθηκες, το βλέπεις να ξετυλίγεται μπροστά στα μάτια σου: οι Ρώσοι χτυπούν από βορρά και νότο, δεν το βλέπεις; Έχουν βρει μπόσικους τους Ρουμάνους, την Τρίτη στρατιά, και τους Ιταλούς, την Όγδοη, και την Δεύτερη των Ούγγρων που έβαλες να φυλάνε τους δικούς σου ένα γύρω. Έχεις ρίξει τους καλύτερούς σου μέσα σε μια χύτρα. Ντερ κέσελ. Κι έχεις βάλει το...