Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Τζέρτζελο

Ήτανε λέει αυτός ένα θηρίο. Βοσκός. Αλλά θηρίο λέμε. Μέχρι εκεί πάνω. Που λες, και τον βρίσκει ο Ηρακλής στον δρόμο του. Τὸν βουβόταν οὔρεϊ ἴσον, λέει ο Πίνδαρος. Βοϊδοβοσκός είναι ο βουβότας. Τον βοϊδοβοσκό, δηλαδή, που ήταν ίσος με βουνό. Τον Αλκυονέα. Πλακωθήκαν, γίνηκε ό,τι γίνηκε, πάει, αυτό ήταν. Γκέιμ όβερ. Γίγας ξεγίγας, Αλκυονεύς τέλος. Είχε όμως κι εφτά κορίτσια ο έρμος. Εφτά κουκλάρες. Την Αλκίππη, την Ανθή, την Αστερία, την Δριμώ, την Μεθώνη, την Παλλήνη και την Χθονία. Και τα πιάνει απελπισία τα κορίτσια και ρίχνουν μια και πηδάν στη θάλασσα. Από το Καναστραίον, την κορφή τής Παλλήνης, όχι της Αττικής εδώ – της άλλης της Παλλήνης, στο δυτικό πόδι τής Κασσάνδρας, πάνω, στη Μακεδονία. Εκεί ήταν το μέρος αυτό. Φλέγρα λεγόταν, έτσι λέει.

Αλλά γίναν και μέρες του Γενάρη τα κορίτσια. Εκεί, λίγο μετά τα Χριστούγεννα, κάθε χρόνο, που γυρίζει ο καιρός και πιάνει μια λιακάδα μυστήρια, ουρανός γαλανός, ίσα να ξεχαστείς να βγάλεις το πανωφόρι. Έτσι το ’χει εδώ το κλίμα. Χαρίεν. Αλλιώς.

Και γίναν και δορυφόροι οι καημένες. Η Ανθή, η Μεθώνη και η Παλλήνη τώρα είναι φεγγαρούλες τού Κρόνου. Και γυρνάν γύρω γύρω και χορεύουν με τα δαχτυλίδια του μαζί.

Και γίναν και βραχονησάκια στον Κορινθιακό. Οι ίδιες κοπέλες, οι Αλκυονίδες – αφού ήταν μεγάλα εκείνα τα γεγονότα, άλλοι λένε ότι ήταν μέρος της Τιτανομαχίας όλο αυτό το κακό, κι άλλοι ότι ήταν καυγάς σκέτος, άσχετος, Ηρακλής και Τελαμώνας από τη μία, και Αλκυονέας από την άλλη. Θες έτσι, θες αλλιώς, σείστηκε ο τόπος, αυτό είναι το ζήτημα. Κουνηθήκαν τα πάντα.

Τζέρτζελο, μ’ άλλα λόγια. Χαμός. Που ακούστηκε ώς τα πέρατα. Ήξερες τι θα πει τζέρτζελο και τζερτζελές, δεν ήξερες; Όχι; Δώσε βάση: έρχεται από τα τούρκικα. Zelzele και zerzele. Αλλά σιγά μην είναι τούρκικα. Είναι αραβικά, φίλε μου. زَلْزَلَة. Zalzala. Από το زَلْزَلَ‎, σείομαι. Ναι. Σεισμός είναι ο τζερτζελές και το τζέρτζελο. Άγριο κούνημα και δε μένει τίποτα. Κι αφού έρχεται από τα τούρκικα που με τη σειρά του έρχεται από τ’ αραβικά, παλιά μας τέχνη κόσκινο: δεν το ψάχνουμε και στα πέρσικα;

Μπίνγκο. زلزله. Ζελζελέ. Το κοιτάς στο λεξικό και λέει έρθκουέικ. Έρντμπέμπεν. Γαιοκούνημα. Ή αλλιώς زمین‌لرزه. Ζαμινλερζέ. Σεισμός. Заминларза στα τατζίκικα. Και επειδή η τύχη βοηθάει τον σκαλίζοντα, ορίστε: زمین‌لرزه ۱۹۸۱ یونان. Θα μου πεις τώρα τι θα πει αυτό το μακρινάρι. Δεν είναι και ιδιαίτερα στριφνό. Το νούμερο ۱۹۸۱ άμα ξέρεις ότι «۸» θα πει «8», το βρήκες: ۱۹۸۱ = 1981. Όσο για τα υπόλοιπα, τι κάνει νιάου νιάου: زمین‌لرزه είναι ο σεισμός, ζαμινλερζέ, το ’παμε αυτό, και یونان είναι γιουνάν. Ο σεισμός τού 1981 στην Ελλάδα.

Κουνήθηκε ο κόσμος, λέμε. شمار کشتگان زلزله حدود ۲۱ نفر بوده‌است.تعداد زخمیان ۴۰۰ نفر برآورده شده‌است. Εκτιμώμενοι 21 νεκροί. Και 400 τραυματίες. Έτσι λέει η πέρσικη βικιπαίδεια. Και η εγγλέζικη λέει ότι καταστράφηκαν 8.000 σπίτια. Η αφρικανική πλαξ, κατάλαβες; Από τη μία. Και η αιγαιακή πλαξ από την άλλη. Σπρώξε η μία, σπρώξε η άλλη, διαγκωνισμός, ποιος θα καταλάβει τον χώρο, κάνουν τις διευθετήσεις τους και δος του και κουνάει το πλοίο πάνωθέ τους. Μέχρι να βρουν τη νέα τους θέση να καθίσουν ήρεμα. Για ένα διάστημα, δηλαδή.

Και βλέπουμε. Γιατί ποτέ δεν διευθετούνται οριστικά αυτά τα ζητήματα. Όλο και μένουν εκκρεμότητες κι όλο και συσσωρεύονται, όλο και μαζεύονται πιέσεις και άντε ξανά μανά να βρεθεί η άκρη.

Δε μπορείς να κάνεις και πολλά. Άλλες δυνάμεις. Μεγάλες. Ένα είναι το σοφό: να μην κάνεις πως δεν ξέρεις. Δε χρειάζονται τίποτε φιλοσοφίες. Ούτε μάγια. Ούτε προβλέψεις και χρησμοί.

Όχι, ρε, μη μελαγχολείς. Ένα πράμα μόνο: μην κλέβεις στα σίδερα και στα μπετά. Κατά κανόνα αυτό είναι αρκετό.







Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Αθήναι

Φαντάσου έχεις, λέει, μια γλώσσα, ωραία και καλή, και τη μιλάς σ’ ένα μικρό χωργιό που διατηρείς κάπου σε μια εύκρατη περιοχή τού κόσμου. Δεντράκια, ποταμάκια, αμπελάκια, κι έναν Παρθενώνα να σου βρίσκεται. Και φαντάσου ότι πας καλά, οι δουλειές, τα παιδιά, ψωνίζει ο κόσμος, κάτι μοντελάκια που θα γίνουν παγκοσμίως ανάρπαστα εις το διηνεκές, έλα όμως που οι καιροί αλλάζουν, χωργιό με χωργιό τα τσουγκρίζετε, δε βρίσκετε άκρη, ο κόσμος σας είναι πολύ μικρός, γινόστε μπάχαλο, και νάσου εμφανίζεται ένα πιο ρωμαλέο χωργιό και πιο φρέσκο, κάπου στον Βορρά, άλλο πολίτευμα, πιο ορεξάτο απ’ το δικό σου, ανανεωμένο, και σας βάνει σε σειρά, άλλο πνεύμα, μιλάει τη γλώσσα σου, τη βρίσκει πολύ γκιουζέλ και πολύ αποτελεσματική, παίρνει και μερικούς από τους πιο καλούς σου για δασκάλους των παιδιών του, και το καζάνι αρχινάει να κοχλάζει. Ίδιο προϊόν, ίδια μοντελάκια, άλλο μάρκετινγκ. Άλλες τακτικές πωλήσεων. Κι ενώ έτσι έχουν τα πράματα, αίφνης μια Κυριακή και μια γιορτή, μια πίσημον ημέρα, ένας τύπο...

Ἡ μαμμὴ καὶ οἱ Νεράιδες

  Ἡ μαμμὴ καὶ οἱ Νεράιδες. Νικολάου Γ. Πολίτου: Μελέται περί του βίου και της γλώσσης του Ελληνικού λαού. Εκδόσεις «Ιστορική Έρευνα». Τηλ. 3637.570 και 3629.498. Αφηγείται ο Κώστας Παπαλέξης.

Συγγνώμη

Συγγνώμη που σ’ αγάπησα πολύ. Έτσι λέει το τραγούδι. Βαρύ και μελαγχολικό. Δραματικό. Παθιασμένο. Συγγνώμη που σ’ αγάπησα πολύ, δεν ξέρω να αγαπώ όμως πιο λίγο. Συγνώμη που σ’ αγάπησα πολύ, μα βρήκα το κουράγιο και θα φύγω.[1] Αλλά για στάσου βρε αδερφέ. Από πού κι ως πού συγγνώμη! Ζητάς συγγνώμη που αγάπησες; Στάσου ματάκια μου, μια στιγμή, να το καταλάβουμε: πώς γίνεται – τι κακό έκανες που αγάπησες; Ή μήπως κακό που αγάπησες πολύ; Εκτός μην είσαι ψιλοκουφαλίτσα, Μήτσο μου, τώρα που το σκέφτομαι. Όχι δηλαδή ότι αγάπησες – αυτό τι κακό να κάνει. Μήπως τον θέλησες, πουλάκι μου, να τον φας. Γιατί άλλο το ’να κι άλλο τ’ άλλο. Μόνο τότε τσινάει ο άλλος – αν τον θέλησες εσύ και δε θέλησε αυτός – να τα λέμε τα πράματα με τ’ όνομά τους. Και μάλιστα αν τον έπνιξες. Έτσι δεν είναι Μήτσο μου; Βέβαια. Έτσι είναι Μήτσο μου. Κι όχι μόνο τον έπνιξες, αλλά με το που σ’ έκλασε και την έφαγες τη χυλόπιτα, το γύρισες στη χριστιανοσύνη: συγγνώμη που σ’ αγάπησα. Και κοτσάρισες και το «πολύ» ν...