Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Και νόον έγνω

Μπιμπλιοτέκα Τσεντράλα Ουνιβερσιτάρα Λουτσιάν Μπλάγκα. 977 κιλόμετερς φρομ γιορ κάρεντ λοκέισον. Εντάξει. Ευκολάκι. Πες ότι πας μια Θεσσαλονίκη και πίσω ρε παιδί μου. Δυο φορές και το ’χεις. Δεν είναι και τραγικό. Ορίστε: Στράντα Κλίνιτσορ ντόι, Κλουζ Ναπόκα, 400006, Ρομανία. Οράρ ντε φουνκτσιονάρε, οχτώ το πρωί με οχτώ το βράδυ. Βάνεις το τζιπιές κι έφτασες. Απλά πράματα.

Και τι ψάχνεις εκεί; Μινωικό Πολιτισμό, και θες το βιβλίο τού Φουκέ για τη Σαντορίνη και τις εκρήξεις της. Εκεί το ’χουν το πιο κοντά. Ο καθείς και τα θέματά του, κατάλαβες; Σαντοράν ε σεζ εριπσιόν. Εκδόσεις Μασόν, 1879. Μάλιστα. Το καλό βιβλίο στην ωραία του θέση στο ράφι.

Τέτοια βιβλία και χαρτιά κάθε λογής γεμάτη η Μπιμπλιοτέκα. Στο τέλος διαβάζεις ό,τι άλλο εκτός απ’ αυτό που έψαχνες. Ξέρεις τώρα πώς είναι αυτά τα μέρη – δεν ξέρεις; Να χαζεύεις τα ράφια και του παιδιού να μη δίνεις. Ορίστε, μπροστά σου: Μπαϊτρέγκε τσουρ ερκέντνις ντερ φάρμπε ντες βάσερς. Τι λες ωρέ! Συμβολή στη γνώση του χρώματος των υδάτων. Συναρπαστικό! Κύριε, σου λέει, κοιτάς το νερό και είναι μπλε. Και το βάνεις στο ποτήρι και μπλε δεν είναι. Πώς γίνεται αυτό το θάμα; Έχει χρώμα για δεν έχει το νερό; Τι παίζει; Ξεφτισμένο βιβλίο, παλιό, ποιος ξέρει, έλα ρε, Κίελο 1881. Τύποις Σμιτ & Κλάουνινγκ. Άντε! Δυο μόλις χρονάκια μετά το βιβλίο σου του Φουκέ.

Και είναι ντισερτατσιόν. Διατριβή! Δες τώρα. Φοιτητής το ’γραψε. Μα βέβαια, το λέει: για το ντόκτορβίρντε, το διδακτορικό του, το παιδί. Έκδοση με τη συγκατάθεση της Φιλοσοφικής Φακουλτέτ τού Κιέλου. Και το όνομα του νέου; Φ. Μποάζ, από το Μίντεν της Βεστφαλίας, σήμερα Βόρεια Ρηνανία Βεστφαλία. Πρωσικό οχυρό τότε, που το προσάρτησαν οι Γερμανοί με νόμο το 1880, λίγο πριν γράψει ο φέρελπις τη διατριβή και γίνει διδάκτωρ. Μάλιστα.

Το σκαλίζεις λιγάκι περαιτέρω. Ο φοιτητάκος, ο Μποάζ, με άλλα ψαχνότανε, κι άλλα ηγάπα η ψυχή του. Με τις θεωρίες τού Γκάους, λέει. Διότι ήταν μαθηματικό κεφάλι κι αυτά τα θέματα τότε ήταν σχετικά φρέσκα και σαγηνευτικά. Μόλις το 1823 είχε τυπωθεί η εργασία τού Γκάους, ένα χρόνο μετά τη σφαγή της Χίου —άκου τώρα συνειρμός, ε;— Ελευθερία ή Θάνατος και Theoria combinationis observationum erroribus minimis obnoxiae, αυτό που λέμε σήμερα Κανονική Κατανομή, που τυχαίες μεταβλητές τείνουν να συγκεντρώνονται γύρω από μια μέση τιμή – μωρέ πρέπει να ήτανε πολύ μυαλό αυτός ο Μποάζ, άκου με τι καταπιανόταν. Και τον τσίμπησε ο καθηγητής του, λέει, ο Γκούσταφ Κάρστεν, απ’ τ’ αφτί, όχι μικρέ, να τ’ αφήσεις τα αμπελοφιλοσοφήματα, θα γράψεις για τις οπτικές ιδιότητες του νερού και τέλος. Αυτό που σου λέω.

Αλλά αυτός τρωγόταν. Γινόνταν άλλα εκείνα τα χρόνια, ήταν πρόσφατες οι Επαναστάσεις του 1848-49 – της κακομοίρας είχε γίνει στην Ευρώπη, είχε ξεσηκωθεί το σύμπαν, κάτσε ρε φίλε, κοτζάμ Ρεβολουσιόν Φρανσέζ κι εμείς έχουμε μείνει στα ίδια; άειντ’ από κει. Καμιά πενηνταριά κράτη λοιπόν είχαν πάρει φωτιά, ασυντόνιστοι μεν αλλά όλοι μαζί και ταυτοχρόνως, δημοκρατικοί και φιλελεύθεροι, η πιο ρεβολουσιονέρ ευρωπαϊκή ώρα έβερ.

Κι άμα είσαι τύπος που ψάχνεσαι με Γκάους και Λαπλάς, σιγά που θα μείνεις στην αντανάκλαση του φωτός και στην απορρόφηση και την πόλωση του κύματος – καθηγητής τής Φυσικής θα πα να γίνεις; μπα, έχεις άλλα που σε τρώνε. Το πήρε ο Μποάζ το πιεϊτσντί του και πήγε στη Βόνη να σπουδάσει Γεωγραφία. Ποιος ξέρει. Του άρεσε, λέει, από μικρός η Γεωγραφία. Η τέχνη να ξέρεις πού βρίσκεσαι. Εις τι σανίδι πατείς. Και στο μεταξύ ανακατεύτηκε και με Σαϊκοφίζικς, αυτό που ψάχνεσαι να βρεις τη σχέση μεταξύ φυσικού ερεθίσματος και της αίσθησης που αυτό σού προκαλεί – τι λες τώρα, δεν ήταν και πολύ καθημερινός τύπος ο νέος, έτσι δεν είναι;

Κι από κει ξεσηκώνεται και πάει στη Νήσο Μπάφιν, στο Κουικικτααλούκ – το Πολύ Μεγάλο Νησί, στον Καναδά, να βρει, λέει, ποια είναι η επίδραση του φυσικού περιβάλλοντος στους ιθαγενείς. Δες τώρα. Ήταν τότε που ο κόσμος όλος την είχε δει βιομηχανική επανάσταση και καλά, όλα τα ξέρουμε κι όλα τα ξεραινόμαστε, τη βρήκαμε την άκρη, ορίστε, είναι προφανές, η ανθρωπότητα προοδεύει. Πάει από την πρωτόγονη μαγική σκέψη στη θρησκεία, κι από κει στην επιστημονική σκέψη, εδώ δηλαδή που είμαστε εμείς τώρα, στην κορυφή. Έτσι τα χαρτογραφούσε ο Φρέιζερ. Δε Γκόλντεν Μπάου. Το Χρυσό Κλαδί. Ο οποίος Φρέιζερ μάζευε πληροφορίες για τους ιθαγενείς από τις κατά τόπους Πρεσβείες τής Αυτοκρατορίας της Γιαγιάς, εκεί που δεν έδυε ο ήλιος ποτέ – έβαζε τους υπαλλήλους και του φέρναν αναφορές τι κάναν σήμερα το πρωί οι άγριοι. Δε σάβιτζις. Έπαιρνε το τσάι του στις πέντε, κουτσομπόλευε κι έβγαζε συμπεράσματα γι’ ανθρώπους.

Αλλά όχι, ο μικρός ήταν άλλη πάστα. Αυτός έλιωνε παπούτσια να συγχρωτίζεται με τους ιντίτζενους, να τον κάνουν παρέα και να μαθαίνει τις γλώσσες τους και τους χορούς τους και τα μαγικά τους – τελετές και δε συμμαζεύεται. Πάλευε να κατανοήσει. Δούλευε ον σάιτ. Στο πεδίο. Αυτό που μπορείς να κάνεις για την ανθρωπότητα είναι να ψάχνεις την αλήθεια, έγραφε. Εκεί. Επιμονή. Κίνδυνοι, αρρώστιες, δυσπιστία, καυγάδες, κουνούπια, αλιγάτορες, όλα τα καλά. Κόντεψε να τον χάσουμε. Και βέβαια, άλλα συμπεράσματα έβγαζε. Οι πολιτισμοί, έλεγε, δεν είναι ανώτεροι και κατώτεροι, καλύτεροι ή χειρότεροι, σωστοί ή λάθος. Βλέπουν τον κόσμο ο καθείς με τα δικά του τα γυαλιά – αυτό είναι όλο. Αλλά αν πας να τους μελετήσεις χωρίς να τα φορέσεις κι εσύ, αυτά τα ίδια τα γυαλιά που κι εκείνοι φορούν, το ’χεις χάσει το παιχνίδι. Ό,τι σου φανεί θα δεις. Ό,τι θες. Άλλ’ αντ’ άλλων.

Στα Ελληνικά το ’χουμε αυτονόητο ότι για να μιλήσεις για μια πράξη, πρέπει να διευκρινίσεις και τον χρόνο της. Το ’κανες ήδη, το κάνεις τώρα ή θα το κάνεις μετά; Πήγα, πηγαίνω ή θα πάω; Και συνεχώς ή μόνο μια στιγμή; Θα τρώω ή θα φάω; Εσύ, εγώ ή άλλος, ή μήπως άλλοι; Τρέχεις ή τρέχανε; Είναι στη γραμματική. Δε γίνεται να μη δώσεις αυτές τις πληροφορίες. Είναι υποχρεωτικό.

Δεν είναι στάνταρ ποιες πληροφορίες δίνεις. Από γλώσσα σε γλώσσα το πράμα παίζει. Αλλού έτσι, αλλού αλλιώς. Στ’ Αγγλικά ο σκύλος είναι dog, τον σκύλο πάλι dog και σκύλε ξανά μανά dog. Στα Ρώσικα όμως, ο φίλος είναι друг, τον φίλο τόνε λες друга, για τον φίλο λες друге και με τον φίλο θα πεις другом. Τρεις αιτιατικές, τον, για τον, με τον, χώρια οι υπόλοιπες πτώσεις. Στα Σουηδικά, demoner θα πει δαίμονες γενικώς αλλά demonerna είναι οι δαίμονες του καθενός μας. Στα Τουρκικά gelmiş θα πει ήλθε, αλλά geldi, ήλθε, το είδα προσωπικώς και αυτοπροσώπως. Ήμουν  μπροστά. Και στην Πόμο, τη γλώσσα των Ινδιάνων της Καλιφόρνια, pʰa·békʰink’e θα πει ένιωσα ότι έκαψε, pʰa·békine πρέπει να έκαψε, pʰa·békʰ·le λένε ότι έκαψε, και pʰa·béka είδα ότι έκαψε. Υποχρεωτικό —στη γραμματική κάποιων γλωσσών— αν δεν δηλώσεις πώς το ξέρεις αυτό που λες, δεν υπάρχει τρόπος να το πεις.

Η γραμματική είναι το κλειδί να καταλαβαίνεις πώς σκέφτονται οι άνθρωποι, έλεγε ο Μποάζ. Τι είναι γι’ αυτούς σημαντικό και πώς είναι δομημένο το μυαλό τους. Η τυπολογία της γλώσσας ως χαρτογράφηση της ανθρώπινης υπόστασης, θα λέγαμε εμείς.

Η τυπολογία μα και η λεξιπλασία. Η λέξη για τον κόσμο είναι δάσος, έγραφε η Ούρσουλα Λε Γκεν. Αμερικάνα. Κόρη ανθρωπολόγου – τι θα ’ταν. Στα Ελληνικά η λέξη για τον κόσμο είναι στολίδι. Κι ο Λουτσιάν Μπλάγκα, ο Ρουμάνος φιλόσοφος και ποιητής του μεσοπολέμου, και διπλωματικός, και νομπελίστας —σαν τον δικό μας— και πρώην βιβλιοθηκονόμος τής Μπιμπλιοτέκα στην Κλουζ Ναπόκα, στη γλώσσα του, στα Ρουμάνικα, κι αυτός στολίδι τον έλεγε τον κόσμο: λούμε.

Πολλῶν δ᾽ ἀνθρώπων ἴδεν ἄστεα καὶ νόον ἔγνω.



       ---------------------------------------

  • Aikhenvald, Alexandra Y., Evidentials: Their links with other grammatical categories, Linguistic Typology 2015; 19(2): 239–277.
  • Aksu-Koç, A., Ögel-Balaban, H. & Alp, I. E. (2009). Evidentials and source knowledge in Turkish. In S. A. Fitneva & T. Matsui (Eds.), Evidentiality: A window into language and cognitive development, New Directions for Child and Adolescent Development, 125, 13–28.
  • Boas, Franz, Handbook of American Indian languages, Washington, Government Printing Offices, 1911.
  • Frazer, James George, The Golden Bough: A Study in Magic and Religion, Macmillan, New York, 1992.
  • Πατάπαβα, Νίνα, Μέθοδος της Ρούσικης γλώσσας, Εκδοτικό λογοτεχνίας στις ξένες γλώσσες, Μόσχα 1959.
  • Vikipedi, 2023, Türkçe dilbilgisi.
  • Wikipedia, 2023, Eastern Pomo language.
  • Wikipedia, 2023, Svensk grammatik.





Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Αθήναι

Φαντάσου έχεις, λέει, μια γλώσσα, ωραία και καλή, και τη μιλάς σ’ ένα μικρό χωργιό που διατηρείς κάπου σε μια εύκρατη περιοχή τού κόσμου. Δεντράκια, ποταμάκια, αμπελάκια, κι έναν Παρθενώνα να σου βρίσκεται. Και φαντάσου ότι πας καλά, οι δουλειές, τα παιδιά, ψωνίζει ο κόσμος, κάτι μοντελάκια που θα γίνουν παγκοσμίως ανάρπαστα εις το διηνεκές, έλα όμως που οι καιροί αλλάζουν, χωργιό με χωργιό τα τσουγκρίζετε, δε βρίσκετε άκρη, ο κόσμος σας είναι πολύ μικρός, γινόστε μπάχαλο, και νάσου εμφανίζεται ένα πιο ρωμαλέο χωργιό και πιο φρέσκο, κάπου στον Βορρά, άλλο πολίτευμα, πιο ορεξάτο απ’ το δικό σου, ανανεωμένο, και σας βάνει σε σειρά, άλλο πνεύμα, μιλάει τη γλώσσα σου, τη βρίσκει πολύ γκιουζέλ και πολύ αποτελεσματική, παίρνει και μερικούς από τους πιο καλούς σου για δασκάλους των παιδιών του, και το καζάνι αρχινάει να κοχλάζει. Ίδιο προϊόν, ίδια μοντελάκια, άλλο μάρκετινγκ. Άλλες τακτικές πωλήσεων. Κι ενώ έτσι έχουν τα πράματα, αίφνης μια Κυριακή και μια γιορτή, μια πίσημον ημέρα, ένας τύπο...

Λιμήν

Лиман. Διαβάζεται λιμάν. Και θα πει λιμάνι – τι άλλο να πει. Αλλά μια στιγμή. Δεν είναι απ’ τα ελληνικά. Είναι απ’ τα τούρκικα. Βαστιέσαι; Βαστήξου: τα ρώσικα δεν την πήραν τη λεξούλα από τα ελληνικά, γιατί και τα ελληνικά από τα τούρκικα την έχουν πάρει. Ξαναβαστήξου. Υπήρχε μια αρχαία λεξούλα, λειμών. Ελληνικά. Το υγρό λιβάδι. Και καθώς οι λεξούλες ταξιδεύουν και μιλάν για πράγματα που μεταξύ τους μοιάζουν, λειμών σήμαινε κι εκείνο το άλλο το υγρό και ζεστό και φιλόξενο πράμα που ξέρεις. Συνεννοηθήκαμε; Μπράβο. Αυτό εκτιμώ σε σένα: την αντιληπτικότητά σου. Και ταξίδευε που λες η λεξούλα, τι ευλείμων – με ωραία παχιά λιβάδια, τι λειμώνιος – ο του λιβαδιού, τι λειμακίδες – οι νύμφες αυτών των υγρών και ζεστών μερών, αυτές που σου παίρνουν τη μιλιά και μένεις ευσεβής μεν, άλαλος δε. Τέλος πάντων, μην τα πολυλογούμε, αυτό το καταφύγιο, ο λειμών, κάνει μια παφ και τραβάει μια μετάπτωση, ένα άμπλαουτ που λένε οι γλωσσοτέτοιοι, και τσουπ, προκύπτει ο λιμήν, να σε περικλείει και να σε προστα...

Ἡ μαμμὴ καὶ οἱ Νεράιδες

  Ἡ μαμμὴ καὶ οἱ Νεράιδες. Νικολάου Γ. Πολίτου: Μελέται περί του βίου και της γλώσσης του Ελληνικού λαού. Εκδόσεις «Ιστορική Έρευνα». Τηλ. 3637.570 και 3629.498. Αφηγείται ο Κώστας Παπαλέξης.