Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Αυτά και οι μετακομίσεις



Η πραγματικότητα φθάνει σε μας με θραύσματα και ψιθύρους[1]. Οι αισθήσεις μας προσλαμβάνουν μικρό μόνο φάσμα της[2]. Κι αυτό το ελάχιστο σπεύδει να το (δια/παρα)μορφώσει, κυριολεκτικώς κατά το δοκούν, το ίδιο το εργαλείο που χρησιμοποιούμε για την κατανόησή της: ο νους.

Γι’ αυτό και παράλληλα χρησιμοποιούμε και πάσης άλλης φύσεως εργαλεία. Ζωγραφίζουμε, τραγουδάμε. Πιστεύουμε σε θεούς και δαίμονες, χορεύουμε, θαυμάζουμε. Ερωτευόμαστε. Ταυτιζόμαστε και μιμούμαστε. Φιλοσοφούμε, θυμώνουμε, θυμόμαστε, υποκρινόμαστε και ονειρευόμαστε. Και παίζουμε.

Κι ό,τι καθιζάνει, απ’ όλες τις λειτουργίες, πάει κατά νου. Σε χρόνο δεύτερο. Και τρίτο. Μετά. Εκ των υστέρων. Αφού κατακαθίσει ο αχός. Το πουλί της σοφίας μόνο αφού βραδιάσει φτερακίζει [3].

Από πολύ παλιά δουλεύουμε και το ψηφιδωτό. Ψηφίδες μικρές, κομματάκια υαλόμαζα ή από πετρώματα. Κάθε ψήγμα κι ένα κόσμημα. Κι όταν δούμε το όλον από απόσταση, δεν είναι πια οι ψηφίδες του. Είναι άλλο.

Και δουλεύουμε και τις λίστες. Ίσως απ’ όλα τα εργαλεία μας, τα ψηφιδωτά και οι λίστες να ’χουν την καλύτερη αναλογία με την πραγματικότητα. Τα πρώτα γιατί αποκαλύπτονται μόνο όταν αλλάξουμε επίπεδο. Οι δεύτερες γιατί μας μιλούν μόνο αφού συνθέσουμε ό,τι γνωρίσαμε από καθένα από τα μέρη τους ξεχωριστά.

Ένα βιβλίο με δυσταξινόμητα πεζά, είναι στην πραγματικότητα λογοτεχνία ψηφιδωτή. Σπαράγματα. Μια αναπεπταμένη λίστα. Επισκεπτόμαστε το κάθε κείμενο ξεχωριστά. Κάθε φορά με καινούριο, φρέσκο μυαλό. Και χωρίς να ψάχνουμε εδώ και τώρα τη σχέση. Τα συνδετικά τής πραγματικότητας ποτέ δεν είναι εκεί. Είναι αλλού. Κανόνας αυτός.

Κι ύστερα έχουμε ν’ αλλάξουμε επίπεδο και να περιμείνουμε. Έως ότου μας επισκεφθεί η σύνθεση.

Οπότε θ’ ανέβει στο λαιμό ο κόμπος των δυο αδερφάδων από την Εύβοια. Θα ερωτευτούμε και μεις τα βυζιά της Μάρας και θα δολοφονηθούμε όταν θα είναι ώρα. Θα δούμε τι είδε το εξωγήινο πλάσμα και τι ο Προμηθέας, και θα γίνουμε επιτέλους και μεις μια παντρεμένη, ες αεί ευτυχισμένη. Όλα θα βρουν τη θέση τους και τη συνάφειά τους.

Η ίδια η δομή του διηγήματος θα μας φανερώσει ποιος είναι ο ένοχος για τον άγριο ξυλοδαρμό της Πολυτίμης Παναρέτου, της καθηγήτριας της Χημείας, που τώρα νοσηλεύεται σε κώμα.

Όπως και με τα ψηφιδωτά, όπως και με τις λίστες: θα ’χουμε διέλθει μέσα από μια πύλη προς την πραγματικότητα.


------------------------

Βιβλίο: Δημήτρης Φύσσας, Αυτά και οι μετακομίσεις. Μια συλλογή από διηγήματα και δυσταξινόμητα πεζά. Βιβλιοπωλείον της Εστίας, 2019.


------------------------

Σημειώσεις

[1] Παράφραση της αναφοράς του Sture Linnér στον Gunnar Ekelöf: antiken når oss blott i "skärvor och viskningar", η αρχαιότητα φθάνει σε μας με «θραύσματα και ψιθύρους». Οι λέξεις στα εισαγωγικά φαίνεται ότι είναι του ίδιου του Ekelöf, μεγάλου των Σουηδικών Γραμμάτων του προηγούμενου αιώνα που αλλού σημείωνε: «Όλη μου τη ζωή έγραψα μόνο ένα ποίημα, αλλά δεν κατάφερα να βάλω τα κομμάτια μαζί». (Ευχαριστώ καλή μου Eva Stylander).

[2] «Στο Σύμπαν δεν υπάρχουν μορφές, σχήματα, χρώματα, όρια αντικειμένων, ήχοι, οσμές, γεύσεις, δηλαδή όλα αυτά που δημιουργούν την αισθητή πραγματικότητα, αλλά ένας ενιαίος και αδιάσπαστος ωκεανός ενέργειας. Η σύγχρονη Νευροφυσιολογία αποδεικνύει, μέσω της πειραματικής διαδικασίας, ότι κομμάτια αυτής της ενέργειας, μέσω των αισθητηρίων οργάνων μας, οδηγούνται σε συγκεκριμένες περιοχές του εγκεφάλου μας, όπου η φυσιολογία μας δημιουργεί τη λεγόμενη "υλική πραγματικότητα".» Δρ Βάλια Λύρατζη, Αστροφυσικός. Συνέντευξη «Τα άλλα σύμπαντα και οι ζωές που δεν ξέρουμε».

[3] G.W.F. Hegel, Grundlinien der Philosophie des Rechts (1820): die Eule der Minerva beginnt erst mit der einbrechenden Dämmerung ihren Flug.



Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Αθήναι

Φαντάσου έχεις, λέει, μια γλώσσα, ωραία και καλή, και τη μιλάς σ’ ένα μικρό χωργιό που διατηρείς κάπου σε μια εύκρατη περιοχή τού κόσμου. Δεντράκια, ποταμάκια, αμπελάκια, κι έναν Παρθενώνα να σου βρίσκεται. Και φαντάσου ότι πας καλά, οι δουλειές, τα παιδιά, ψωνίζει ο κόσμος, κάτι μοντελάκια που θα γίνουν παγκοσμίως ανάρπαστα εις το διηνεκές, έλα όμως που οι καιροί αλλάζουν, χωργιό με χωργιό τα τσουγκρίζετε, δε βρίσκετε άκρη, ο κόσμος σας είναι πολύ μικρός, γινόστε μπάχαλο, και νάσου εμφανίζεται ένα πιο ρωμαλέο χωργιό και πιο φρέσκο, κάπου στον Βορρά, άλλο πολίτευμα, πιο ορεξάτο απ’ το δικό σου, ανανεωμένο, και σας βάνει σε σειρά, άλλο πνεύμα, μιλάει τη γλώσσα σου, τη βρίσκει πολύ γκιουζέλ και πολύ αποτελεσματική, παίρνει και μερικούς από τους πιο καλούς σου για δασκάλους των παιδιών του, και το καζάνι αρχινάει να κοχλάζει. Ίδιο προϊόν, ίδια μοντελάκια, άλλο μάρκετινγκ. Άλλες τακτικές πωλήσεων. Κι ενώ έτσι έχουν τα πράματα, αίφνης μια Κυριακή και μια γιορτή, μια πίσημον ημέρα, ένας τύπο...

Λιμήν

Лиман. Διαβάζεται λιμάν. Και θα πει λιμάνι – τι άλλο να πει. Αλλά μια στιγμή. Δεν είναι απ’ τα ελληνικά. Είναι απ’ τα τούρκικα. Βαστιέσαι; Βαστήξου: τα ρώσικα δεν την πήραν τη λεξούλα από τα ελληνικά, γιατί και τα ελληνικά από τα τούρκικα την έχουν πάρει. Ξαναβαστήξου. Υπήρχε μια αρχαία λεξούλα, λειμών. Ελληνικά. Το υγρό λιβάδι. Και καθώς οι λεξούλες ταξιδεύουν και μιλάν για πράγματα που μεταξύ τους μοιάζουν, λειμών σήμαινε κι εκείνο το άλλο το υγρό και ζεστό και φιλόξενο πράμα που ξέρεις. Συνεννοηθήκαμε; Μπράβο. Αυτό εκτιμώ σε σένα: την αντιληπτικότητά σου. Και ταξίδευε που λες η λεξούλα, τι ευλείμων – με ωραία παχιά λιβάδια, τι λειμώνιος – ο του λιβαδιού, τι λειμακίδες – οι νύμφες αυτών των υγρών και ζεστών μερών, αυτές που σου παίρνουν τη μιλιά και μένεις ευσεβής μεν, άλαλος δε. Τέλος πάντων, μην τα πολυλογούμε, αυτό το καταφύγιο, ο λειμών, κάνει μια παφ και τραβάει μια μετάπτωση, ένα άμπλαουτ που λένε οι γλωσσοτέτοιοι, και τσουπ, προκύπτει ο λιμήν, να σε περικλείει και να σε προστα...

Ἡ μαμμὴ καὶ οἱ Νεράιδες

  Ἡ μαμμὴ καὶ οἱ Νεράιδες. Νικολάου Γ. Πολίτου: Μελέται περί του βίου και της γλώσσης του Ελληνικού λαού. Εκδόσεις «Ιστορική Έρευνα». Τηλ. 3637.570 και 3629.498. Αφηγείται ο Κώστας Παπαλέξης.