Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Ανθιππασία



Ιππικό αγώνισμα των Μεγάλων Παναθηναίων, της γιορτής όλων των Αθηναίων, που γινόταν κάθε τέσσερα χρόνια. Με απ’ όλα. Μουσικούς, αθλητικούς και ιππικούς αγώνες. Γι’ αγόρια 12-16 ετών, νέους 16-20 και άνδρες. Κρατούσαν τα Παναθήναια καμμιά βδομάδα και είχε κιθάρα, αυλό, τραγούδι, στάδιον, πένταθλον, πάλη, πυγμαχία, παγκράτιον και ιππικά διάφορα.

Ήσαν δέκα φυλές οι Αθηναίοι: Ἐρεχθηίς, Αἰγηίς, Πανδιονίς, Λεοντίς, Ἀκαμαντίς, Οἰνηίς, Κεκροπίς, Ἱπποθοντίς, Αἰαντίς και Ἀντιοχίς. Στην ανθιππασία κάναν επιδείξεις και διαγωνίζονταν, κι αργότερα κάνανε ότι και καλά δίναν μάχη, όλοι εναντίον όλων. Πέντε φυλές από δω και πέντε από κει και γινόταν της κακομοίρας.

Εδώ λοιπόν, μια μοίρα από το ιππικό της Λεοντίδος φυλής. Με τ’ άλογα ν’ αναταράζονται και δύσκολα να συγκρατιούνται. Πόδια μες το νεύρο, άνθρωποι και ίπποι, κι όλοι σε σφιχτή παράταξη να κατατροπώσουν τον αντίπαλο και να μην καταφέρει να περάσει ανάμεσά τους.

Οι Λεοντίδες ζούσαν στο νότο της Αττικής, τέρμα της χερσονήσου, περιοχή Σούνιο. Όταν κέρδισαν στην ανθιππασία και φτιάξαν το ωραίο αυτό ανάγλυφο και το προσέφεραν στην Αγορά τής Αθήνας, ήταν νωρίς τον 4ο αιώνα. Λίγες δεκαετίες πριν από τα χρόνια του Αλέξανδρου. Και κάπου έναν αιώνα μετά τη Ναυμαχία της Σαλαμίνας και το μεσουράνημα του Θεμιστοκλή, δημότη Φρεαρρίων Αττικής (της σημερινής Φέριζας, όπως λένε) και επιφανούς μέλους της φυλής τους.

Λεοντίδα φυλή. Γενάρχης ο Λέως, ο γιος του Ορφέα.


------------------------------

Αρχαία Αγορά της Αθήνας, Ι 7167.



Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Αθήναι

Φαντάσου έχεις, λέει, μια γλώσσα, ωραία και καλή, και τη μιλάς σ’ ένα μικρό χωργιό που διατηρείς κάπου σε μια εύκρατη περιοχή τού κόσμου. Δεντράκια, ποταμάκια, αμπελάκια, κι έναν Παρθενώνα να σου βρίσκεται. Και φαντάσου ότι πας καλά, οι δουλειές, τα παιδιά, ψωνίζει ο κόσμος, κάτι μοντελάκια που θα γίνουν παγκοσμίως ανάρπαστα εις το διηνεκές, έλα όμως που οι καιροί αλλάζουν, χωργιό με χωργιό τα τσουγκρίζετε, δε βρίσκετε άκρη, ο κόσμος σας είναι πολύ μικρός, γινόστε μπάχαλο, και νάσου εμφανίζεται ένα πιο ρωμαλέο χωργιό και πιο φρέσκο, κάπου στον Βορρά, άλλο πολίτευμα, πιο ορεξάτο απ’ το δικό σου, ανανεωμένο, και σας βάνει σε σειρά, άλλο πνεύμα, μιλάει τη γλώσσα σου, τη βρίσκει πολύ γκιουζέλ και πολύ αποτελεσματική, παίρνει και μερικούς από τους πιο καλούς σου για δασκάλους των παιδιών του, και το καζάνι αρχινάει να κοχλάζει. Ίδιο προϊόν, ίδια μοντελάκια, άλλο μάρκετινγκ. Άλλες τακτικές πωλήσεων. Κι ενώ έτσι έχουν τα πράματα, αίφνης μια Κυριακή και μια γιορτή, μια πίσημον ημέρα, ένας τύπο...

Λιμήν

Лиман. Διαβάζεται λιμάν. Και θα πει λιμάνι – τι άλλο να πει. Αλλά μια στιγμή. Δεν είναι απ’ τα ελληνικά. Είναι απ’ τα τούρκικα. Βαστιέσαι; Βαστήξου: τα ρώσικα δεν την πήραν τη λεξούλα από τα ελληνικά, γιατί και τα ελληνικά από τα τούρκικα την έχουν πάρει. Ξαναβαστήξου. Υπήρχε μια αρχαία λεξούλα, λειμών. Ελληνικά. Το υγρό λιβάδι. Και καθώς οι λεξούλες ταξιδεύουν και μιλάν για πράγματα που μεταξύ τους μοιάζουν, λειμών σήμαινε κι εκείνο το άλλο το υγρό και ζεστό και φιλόξενο πράμα που ξέρεις. Συνεννοηθήκαμε; Μπράβο. Αυτό εκτιμώ σε σένα: την αντιληπτικότητά σου. Και ταξίδευε που λες η λεξούλα, τι ευλείμων – με ωραία παχιά λιβάδια, τι λειμώνιος – ο του λιβαδιού, τι λειμακίδες – οι νύμφες αυτών των υγρών και ζεστών μερών, αυτές που σου παίρνουν τη μιλιά και μένεις ευσεβής μεν, άλαλος δε. Τέλος πάντων, μην τα πολυλογούμε, αυτό το καταφύγιο, ο λειμών, κάνει μια παφ και τραβάει μια μετάπτωση, ένα άμπλαουτ που λένε οι γλωσσοτέτοιοι, και τσουπ, προκύπτει ο λιμήν, να σε περικλείει και να σε προστα...

Ἡ μαμμὴ καὶ οἱ Νεράιδες

  Ἡ μαμμὴ καὶ οἱ Νεράιδες. Νικολάου Γ. Πολίτου: Μελέται περί του βίου και της γλώσσης του Ελληνικού λαού. Εκδόσεις «Ιστορική Έρευνα». Τηλ. 3637.570 και 3629.498. Αφηγείται ο Κώστας Παπαλέξης.