Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Κάποιος γιορτάζει

Πενθώ. Απαιτώ. Αλήθεια. Αλληλεγγύη. Πλατεία. Το λέει και η αφίσα. Φωνάζω. Ωρύομαι. Δίκαιη οργή. Το λέει η λέξη. Πενθώ και ουρλιάζω. Το γράφει.

Κάποιος φταίει. Κάποιος γιορτάζει – πού να ξέρω. Να βρεθεί. Οργή λαού. Θα φωνάξω, θα γράψω, θα ερευνήσω – εκπομπές, τηλεόραση, τηλεβόες, τηλεκοντρόλ, τηλεδιάσκεψη, τηλεμεταφορά, τηλεκπαίδευση – τώρα είναι ώρα. Οι υπεύθυνοι. Το σημείο μηδέν.

Εγώ κι αυτοί. Από δω εγώ, οι πολλοί, κι από κει αυτοί. Οι άλλοι. Κοιτάζομαι στον καθρέφτη: ορίστε, δεν είμαι εγώ. Αυτά τα χέρια – όχι, δεν είναι δικά μου. Αυτό το δέρμα. Όχι. Αυτή η εικόνα. Όχι εγώ.

Γι’ αυτό κατεβαίνω. Να το βρούμε – ποιος γιορτάζει. Ποιος ο φταίχτης. Ποιος κλειδούχος. Ποιος πορτούχος. Ποιος κλαδούχος. Ανθρακούχος. Πολιούχος. Ναυαρχούκος. Μια στιγμούλα κύριε πόλισμαν. Πώς κάνετε έτσι. Θα το πάρω το αμάξι. Μην εκνευρίζεστε. Πώς κάνει έτσι.

Θα το ψάξουμε. Θα το βρούμε καταλεπτώς – αφού εξ αρχής ξέρουμε ποιος είναι: είναι ο άλλος. Ο φταίχτης. Το σύστημα. Ο ωραίος. Ο πρωραίος. Ο μοιραίος.

Εκείνος είναι ο ένοχος. Ο τετράχρονος. Ο ενενηντάχρονος. Ο σαρανταεννιάχρονος. Που τον έβαλε. Ο τριανταδυάχρονος. Που τον ανέχτηκε. Ο ημεδαπός. Ο αλλοδαπός. Ο πολύχρονος. Ο κακόχρονος. Που δεν κοίταξε – το ’παμε. Όλοι. Αυτοί είναι οι εχθροί. Οι άλλοι. Οι αντίλαλοι. Η ηχώ του δάσους. Ο αντικατοπτρισμός.

Κάποιος γιορτάζει, δε με νοιάζει. Κάποιος γιορτάζει – πού να ξέρω. Τι με νοιάζει.

Κάποιος γιορτάζει μα το βρήκα – όχι εγώ. Γεμίζω φολίδες αποκρουστικές – χώνω γρήγορα τα χέρια μου στις τσέπες. Να το: κάποιος φταίει. Φολίδες. Ουρλιάζω.

Κάποιος γιορτάζει – πού να φταίω.

Κάποιος γιορτάζει – πού να βρω;


------------------------------

Επικαιρότητα: τα ΜΜΕ και τα ΜΚΔ ασχολούνται με τη σύγκρουση των τρένων στα Τέμπη.







Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Αθήναι

Φαντάσου έχεις, λέει, μια γλώσσα, ωραία και καλή, και τη μιλάς σ’ ένα μικρό χωργιό που διατηρείς κάπου σε μια εύκρατη περιοχή τού κόσμου. Δεντράκια, ποταμάκια, αμπελάκια, κι έναν Παρθενώνα να σου βρίσκεται. Και φαντάσου ότι πας καλά, οι δουλειές, τα παιδιά, ψωνίζει ο κόσμος, κάτι μοντελάκια που θα γίνουν παγκοσμίως ανάρπαστα εις το διηνεκές, έλα όμως που οι καιροί αλλάζουν, χωργιό με χωργιό τα τσουγκρίζετε, δε βρίσκετε άκρη, ο κόσμος σας είναι πολύ μικρός, γινόστε μπάχαλο, και νάσου εμφανίζεται ένα πιο ρωμαλέο χωργιό και πιο φρέσκο, κάπου στον Βορρά, άλλο πολίτευμα, πιο ορεξάτο απ’ το δικό σου, ανανεωμένο, και σας βάνει σε σειρά, άλλο πνεύμα, μιλάει τη γλώσσα σου, τη βρίσκει πολύ γκιουζέλ και πολύ αποτελεσματική, παίρνει και μερικούς από τους πιο καλούς σου για δασκάλους των παιδιών του, και το καζάνι αρχινάει να κοχλάζει. Ίδιο προϊόν, ίδια μοντελάκια, άλλο μάρκετινγκ. Άλλες τακτικές πωλήσεων. Κι ενώ έτσι έχουν τα πράματα, αίφνης μια Κυριακή και μια γιορτή, μια πίσημον ημέρα, ένας τύπο...

Ἡ μαμμὴ καὶ οἱ Νεράιδες

  Ἡ μαμμὴ καὶ οἱ Νεράιδες. Νικολάου Γ. Πολίτου: Μελέται περί του βίου και της γλώσσης του Ελληνικού λαού. Εκδόσεις «Ιστορική Έρευνα». Τηλ. 3637.570 και 3629.498. Αφηγείται ο Κώστας Παπαλέξης.

Συγγνώμη

Συγγνώμη που σ’ αγάπησα πολύ. Έτσι λέει το τραγούδι. Βαρύ και μελαγχολικό. Δραματικό. Παθιασμένο. Συγγνώμη που σ’ αγάπησα πολύ, δεν ξέρω να αγαπώ όμως πιο λίγο. Συγνώμη που σ’ αγάπησα πολύ, μα βρήκα το κουράγιο και θα φύγω.[1] Αλλά για στάσου βρε αδερφέ. Από πού κι ως πού συγγνώμη! Ζητάς συγγνώμη που αγάπησες; Στάσου ματάκια μου, μια στιγμή, να το καταλάβουμε: πώς γίνεται – τι κακό έκανες που αγάπησες; Ή μήπως κακό που αγάπησες πολύ; Εκτός μην είσαι ψιλοκουφαλίτσα, Μήτσο μου, τώρα που το σκέφτομαι. Όχι δηλαδή ότι αγάπησες – αυτό τι κακό να κάνει. Μήπως τον θέλησες, πουλάκι μου, να τον φας. Γιατί άλλο το ’να κι άλλο τ’ άλλο. Μόνο τότε τσινάει ο άλλος – αν τον θέλησες εσύ και δε θέλησε αυτός – να τα λέμε τα πράματα με τ’ όνομά τους. Και μάλιστα αν τον έπνιξες. Έτσι δεν είναι Μήτσο μου; Βέβαια. Έτσι είναι Μήτσο μου. Κι όχι μόνο τον έπνιξες, αλλά με το που σ’ έκλασε και την έφαγες τη χυλόπιτα, το γύρισες στη χριστιανοσύνη: συγγνώμη που σ’ αγάπησα. Και κοτσάρισες και το «πολύ» ν...