Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Αναρτήσεις

Προβολή αναρτήσεων από Δεκέμβριος, 2020

Η χρονιά μας

Μαύρο ήταν; Άντε καλέ. Υπάρχουν χρόνια μαύρα και χρόνια πορτοκαλί, ας πούμε; Έχουν χρώμα τα χρόνια; Ήταν ζόρικο; Εντάξει. Μας δοκίμασε. Μας ξεβόλεψε. Φυσικά. Μας πόνεσε. Ασφαλώς. Αλλά, αφού πονάμε, είμαστε ζωντανοί. Σωστό; Και ακμαίες. Όμορφες κι ωραίοι. Εντάξει – ένα τραυματάκι εδώ, μια φτώχεια εκεί, μια καταθλιψούλα παρακεί... Και χάσαμε και κόσμο. Πρώτα που δεν καταλαβαίναμε τι είναι αυτό, μετά που δεν το πολυπιστέψαμε, ύστερα που ο τρόπος μας δεν είχε χώρο για τέτοια. Ναι, χάσαμε ανθρώπους. Το παλέψαμε όμως. Δεν είπαμε ωχ αδερφέ. Κάναμε ό,τι ξέραμε. Και τσακιστήκαμε να μάθουμε και ό,τι δεν ξέραμε. Σαν παραμύθι ακούγεται: και τότε ενέσκηψε ο μεγάλος ζόρικος. Αλλά οι άνθρωποι σκέφθηκαν, τα βάλαν κάτω, μοιράσαν τις δουλειές – εγώ αυτό, εσύ εκείνο κι ο χαζούλης τα δικά του – έχουμε για όλους. Και βρήκαν άκρη! Θα το λένε οι γιαγιάδες στα παιδάκια στο μέλλον. Θα το έλπιζε αυτό η ανθρωπότητα λίγες δεκαετίες πριν; Μπα. Λίγες δεκαετίες πριν ούτε θα ’χαμε συντονιστεί όπως συντονιστήκαμε, ούτ...

Felis catus

Γάτα ( Felis catus ή Felis silvestris catus). Ζώο της οικογένειας των Αιλουροειδών που ζει με τον άνθρωπο τα τελευταία 10.000 χρόνια. Χρησιμοποιεί ποικιλία ήχων αλλά και εκφράσεων της γλώσσας του σώματος για να επικοινωνεί, και κατέχει πλήθος δεξιοτήτων που της εξασφαλίζουν την καλοπέρασή της. Βλέπει τα πάντα, σκαρφαλώνει παντού, κυνηγάει ό,τι κινείται —και το τρώει, αν τρώγεται—, και ακούει και αντιλαμβάνεται απλές εντολές αλλά ποτέ δεν τις εκτελεί. Τα δόντια της τα χρησιμοποιεί για να σκοτώνει τη λεία της και να σχίζει το κρέας της, που το κόβει σαν ψαλίδι. Τη γλώσσα της, που είναι γεμάτη εκφύματα, τις θηλές, τη χρησιμοποιεί και για να σχίζει τις σάρκες των ζώων αλλά και για τον προσωπικό της καλλωπισμό, ο οποίος είναι σχολαστικότατος. Επίσης τη χρησιμοποιεί και για τον καλλωπισμό των μικρών της, καθώς και του αφεντικού της – πράξη που λογίζεται ως τρυφερότης. Εντάξει, εδώ απλώς χασμουριέται.

Στοά Πανεπιστημίου 44

Στοά Πανεπιστημίου 44. Οδός Πανεπιστημίου 42 και Χαριλάου Τρικούπη. Λοκ ντάουν. Με φώτα.

Σανχεντρίν

Από τα Ελληνικά «συν» και «έδρα». Βάλε και το «χ» που χρωστάμε από τη δασεία, και ορίστε: Σανχεντρίν . Συνέδριο δηλαδή. Και τι θα πει; Συμβούλιο. Των γερόντων. Των Ραββί . Των Κυρίων. Των Διδασκάλων. Των ανωτάτων πνευματικών αρχηγών. Μετά την καταστροφή του Δευτέρου Ναού , που είχε αντικαταστήσει τον Πρώτο Ναό του Σολομώντα , το Σανχεντρίν, το Συνέδριον δηλαδή, ήταν το ανώτατο Εβραϊκό δικαιοδοτικό όργανο κάθε πόλης στη Χώρα του Ισραήλ. Ανώτατο Δικαστήριο. Επί παντός. Με άλλα λόγια, ό,τι τρομερότερο μπορούσε να αντιμετωπίσει ένας νεαρός Εβραίος αν τον κατηγορούσαν για ασέβεια.  Γιατί Εβραίος φαίνεται να ήταν ο Στέφανος. Είχε βέβαια ελληνικό όνομα. Στέφανος, δηλαδή με στεφάνι, εστεμμένος, με φωτοστέφανο, με τιμή, τιμημένος. Αλλά μάλλον Εβραίος. Στέφανος ΧαΚάντος. Στέφανος ο Άγιος. סטפנוס הקדוש . Πρέπει να ήταν από τους Εβραίους των Ελληνιστικών χρόνων. Και φαίνεται πως οι Δώδεκα Απόστολοι, με τον διορισμό του σαν έναν από τους Επτά Διακόνους που φρόντιζαν τη διανομή φαγητού και προσ...

עִמָּנוּאֵל

Εθνική Βιβλιοθήκη Ελευθερίου Βενιζέλου & Ρήγα Φεραίου Δεύτερη των Χριστουγέννων, σούρουπο Εμμανουήλ –  עִמָּנוּאֵל –  μεθ’ ημών ο Θεός

Επίσκεψη

Κουδούνι στο τέλος του διαδρόμου. Πόρτα. Καλώς τους. Κι αυτά να τα βάλετε στο ψυγείο. Καλέ, δεν ήταν ανάγκη. Πόρτα. Ηχώ.  Τώρα θα σβήσουν και τα φώτα στο κλιμακοστάσιο. Χρόνια Πολλά.

Εντάξει είμαστε

και δεν  ξέρεις πώς να το προσεγγίσεις... ζόρικα τα πράματα, και δύσκολα, και στριφνά – κυκλοφορεί ένα παλιόπραμα που μπορεί και να σκοτώσει, και που μεταδίδεται για πλάκα, αστραπή, και θέλει προσοχή και συμμάζεμα, και κυκλοφορούν και διάφοροι τρομαγμένοι – αλλόφρονες – παραφρονημένοι – όχι η συνωμοσία, όχι το εμβόλιο, οι παρενέργειες, όχι ο μέγας κακός και τα τσιπάκια του, τα τουέντι φάιβ τζι, η χούντα που μας περιορίζουν – καλά, έβλεπα έναν χτες στην τηλεόραση, εγώ, λέει, δεν τον πιστεύω, λες και τον ρωτήσαμε πιστεύεις μεγάλε στον βούδα; όχι αδέρφια εγώ δεν πιστεύω στον βούδα – ότι είναι δηλαδή ζήτημα πίστεως, κατάλαβες; – τι πρέπει να είναι κανείς για να νομίζει ότι αυτό είναι ένα πράμα που ή το πιστεύεις ή όχι, οπότε αφού δεν το πιστεύεις είμαστε εντάξει; κι έχει κι ένα σωρό κόσμο που κάνει τη δουλειά του – πάει ας πούμε η άλλη στη δουλειά της στο σούπερ και κάθεται πίσω από το ταμείο, βάζει τη μασκούλα της – τι το μαλλί λουσμένο, τι τα νυχάκια περιποιημένα, βαμμένα, ένα κοκκιν...

Εικοσιμία Δεκεμβρίου

Είναι η τριακοσιοστή πεντηκοστή πέμπτη μέρα του χρόνου. Φέτος, που ήταν δίσεκτο, η τριακοσιοστή, πεντηκοστή έκτη! Ναι, ρε! Το λέει η Γουίκι. Και ως τοιαύτη, κάθεσαι εσύ και μετράς, μία, δύο, τρεις κ.λπ., δέκα μέρες και βγήκε ο χρόνος! Εννιά και σήμερα! Εδώ σε θέλω. Χρόνος τέλος. Πάμε γι’ άλλα. Όλα μαζί τελειώσαν και τα σκοτάδια. Τη φάγαμε την πιο σκοτεινή στροφή! Καθώς, δηλαδή, που είναι λιγάκι γερτός ο πλανήτης, και γυρίζει σα στρογγυλή σβουρίτσα λοξή γύρω από τον Ήλιο διαγράφοντας την έλλειψη που τον φέρνει πότε κοντά και πότε μακριά, ε, σήμερα εμείς που καθόμαστε στο Βόρειο μέρος είμαστε στο πιο λοξό μας και μακρινό. Τον βλέπουμε χαμηλά στον ορίζοντα, να μην καταφέρνει να σηκωθεί πάνω στον ουρανό. Αχ, Παναγία μου, αυτός ο φόβος μην και δεν ξανανέβει! Και την ίδια στιγμή, έτσι λοξή που είναι η σβουρίτσα μας, αυτοί που μένουν από κάτω, στον Νότο, τον τρώνε τον Ήλιο κατακούτελα. Πάρε να ’χεις. Ναι. Οι Νότιοι αυτόν τον καιρό έχουν ντάλα καλοκαίρι, παιδιά. Καύσωνες, λειψυδρίες, ερ κοντίσ...

Αμπάς

– Και πώς σε λένε; τον ρωτώ. – Αμπάς. Πιάνω να πληκτρολογήσω «Αμπάς». Να αποθηκεύσω το όνομά του στο σμάρτφόουν να το έχω. Και το τηλέφωνό του. Είναι ο κουρέας της γειτονιάς. Μέχρι σήμερα έμπαινα και κουρευόμουνα, αν τον έβρισκα ανοικτά, αλλά τώρα χρειάζεσαι  κόβιντ   τηλεφώνημα, εσεμές, ξέρω’ γώ – πάντως θες ραντεβού. Αμπάς. Εντάξει. Πακιστάν; Μάλλον. Δεν τον είχα ρωτήσει ποτέ μέχρι σήμερα. Μαυριδερός είναι, μάτια κάρβουνο, μαλλί πίσσα – ναι, Πακιστάν υποθέτω. Ευγενέστατος. Ούτε τώρα ρωτάω – μη σκεφτεί κι όλας ότι έχει και καμιά ειδική σημασία από πού είναι – ποτέ δεν ξέρεις τι θα σκεφτεί ο άλλος – περίεργα πράματα αυτά. Ας είναι απ’ όπου θέλει το παλικάρι. – «Α», λέω το γράμμα, καθώς πληκτρολογώ. – «Α», επαναλαμβάνει, επιβεβαιώνοντας. – «Μπ», λέω. – «Μπ» «μπ», λέει. – Τι; δύο «μπ» θέλει; – Ναι. Μάλιστα. Πληκτρολογώ «α», «μπ», «μπ». – «Α», «μπ», «μπ», «ς», συμπληρώνει. – «Α», «μπ», «μπ», «ς»; ρωτάω απορημένος. – Ναι. – Μα είπες «Αμπάς». – Ναι. «Α», «μπ», «μπ», «ς». – Και πού ...

Το παλιό και το νέο

Οι παλιές θρησκείες τραβιούνται σαν την άμπωτη. Από φυσικά αίτια. Και οι επερχόμενες, σαν την παλίρροια, σπεύδουν και καταλαμβάνουν την ελεύθερη περιοχή. Επιθετικά. Ο παλαιός αμύνεται περί πάτρης. Κι ο νέος πρέπει να επικρατήσει. Στην πραγματικότητα βέβαια, και οι δύο τον ίδιο ρόλο παίζουν στη ζωή των ανθρώπων: απαντούν σε ζητήματα ζωής και θανάτου. Αλλά με διαφορετικό τρόπο. Τον 16ο αιώνα η μεγάλη μάχη ανάμεσα στον παλιό και τον νέο κόσμο ήταν ήδη παρελθόν. Υποτίθεται ότι ο χώρος είχε ήδη κερδηθεί από την νέα θρησκεία, και τα ζητήματα είχαν ήδη τακτοποιηθεί. Είχαν όλα τελειώσει εδώ και πολύ πάνω από χίλια χρόνια. Κι όλα έδειχναν οριστικοποιημένα. Ήταν; Γραδενίγος ή Δραγανίγος Σιγούρος. Του Μωκίου Σιγούρου και της Παυλίνας Βάλβη. Γεννηθείς τω 1547 εις Αιγιαλόν Ζακύνθου. Ο γενάρχης της οικογενείας, ο Νούτσος de Ségur, είχε εγκατασταθεί στη Ζάκυνθο το 1461. Νορμανδοί ιππότες από σπουδαία γενιά. Ο Μώκιος, ο πατέρας τού Γραδενίγου ήταν ήδη τέταρτος στη σειρά. Κι ο Γραδενίγος, πέμπτος. Αρισ...

Καλή λευτεριά

Είναι η στάση 14 της γραμμής 1 του μετρό. Της πράσινης. Του παλιού Ηλεκτρικού. Μία μετά τα Κάτω Πατήσια και μία πριν τα Άνω Πατήσια, όπως πας για Κηφισιά. Και είναι και συνοικία Αθηνιώτικη, σημαντικό κέντρο στα παλιά τα χρόνια, μες τη μέση από τον Άγιο Νικόλαο, τα Άνω Πατήσια και τον Άγιο Λουκά. Κι ακόμη παλιότερα περνούσε από κει το Θηρίο και ήταν... παραθεριστικό κέντρο. Κι είχε κι εκκλησία —Άγιος Ελευθέριος με τ’ όνομα— που γκρεμίστηκε και στη θέση της ανηγέρθη ο ιερός ναός του Αγίου Ελευθερίου ο σημερινός. Με τ’ όνομα του Άη Λευτέρη, του Liberalis ή Liberator των Λατίνων, του Ελεφτέριο των Ιταλών, του Elefterie των Ρουμάνων και του Λεφτέρ των Αλβανών. Του γιού τού Ευγενίου και της Ανθίας . Που γεννήθηκε στη Ρώμη. Που έχασε τον μπαμπά του,  μόλις στα δεκαπέντε του,  και που τον χειροτόνησε διάκονο ο Ανίκητος , ο Επίσκοπος Ρώμης. Που τον έκανε πρεσβύτερο όταν έγινε δεκαεφτά. Και που, σιμά κοντά, με το που πάτησε τα είκοσι, του ανέθεσε  — κ ατ ’  οικονομίαν — ...

Συνωμοσία

Μαύρη μαυρίλα.  Κάνει μια ο ουρανός και βαραίνει, κάνει μια ο ήλιος, τρυπώνει και σου ’ρχεται και χτυπάει από μυστήρια μεριά πριν δύσει, κοιτάς εσύ, και τι βλέπεις; Θάμα παραμυθιώτικο. Συνωμοσία. Χάρμα οφθαλμών και ψυχής.

Ξανά Μένιος

  Πέρασε ο Μένιος να φάμε – σου λέει ας παίξουμε και λίγο. Τι, όχι;

Σπυρίδων

Για να συγκροτηθεί ό,τι είναι να συγκροτηθεί, καλά είναι τα μεγάλα και σπουδαία, αλλά θέλεις και σπουδαία σκέψη να τα συλλάβει. Και στην τελική, νοήματα και σκέψη, χρειάζεσαι και κάτι πιο συγκεκριμένο και υλικό: τους ανθρώπους που θα τα σαρκώσουν. Αλλιώς δεν κάνεις δουλειά. Ήταν κάποτε ένας άνθρωπος – ένας Κύπριος βοσκός. Από την Άσκια , στην Αμμόχωστο, στα σημερινά κατεχόμενα. Τον είχε τον τρόπο της η οικογένεια – δεν ήταν τίποτε φτωχάδια. Βοσκοί όμως. Τσομπαναραίοι. Έτσι κι ο δικός μας. Μεγάλωσε, μορφώθηκε, αλλά βοσκός. Δε βαρύνεσαι. Αν του αρέσει του παιδιού, ό,τι θέλει να κάνει καλά θα το κάνει, δεν υπάρχει αμφιβολία. Παντρεύτηκε κι όλας, κι έκανε κι ένα κορίτσι. Την Ειρήνη. Κι εκεί που όλα δείχναν ότι έτσι θα πάνε στη ζωή του τα πράματα, καλά, μια χαρά, ανώδυνα και ειρηνικά, πάει η γυναίκα του! Αποθνήσκει η καημένη. Κλάμα, κακό ο δικός μας – α στην ευχή, είπε, πήγε και μπερδεύτηκε με τα της εκκλησίας —είχαμε και τη νέα θρησκεία τότε, φρέσκια και ελπιδοφόρα— ανακατεύτηκε κι αυτός ν...

Ο Πέτρος

  Αυτός δεξιά είναι ο Πέτρος. Του είπα την ιστορία όλη, με τον ένδοξο Φίλιππο Γοδεφρείδο ντ’ Όρο και τα σαράντα παλικάρια του, πώς νικήσαν το κακό και πώς ίδρυσαν το Τάγμα της Ανατολής, κι ύστερα πώς γίνηκαν αδερφοποιτοί και στάξαν το αίμα τους στις φλέβες ο ένας του άλλου κι είχαν όλοι τους μακριά πανέμορφα μαλλιά κι ωραία μάτια. Γεια σου χαρά σου μωρέ Πέτρο. Τη φωτογραφία την τράβηξε ο Μιχάλης που κρυφάκουγε. 😉

Μια Σύλληψη

Παλιά, πολύ παλιά. Τον καιρό που οι Μινωίτες   στην  Κνωσό  κρατούσαν τα κατάστιχά τους στη Γραμμική Γραφή Β . Που οι Ασσύριοι έκαναν κουμάντο στη Μικρά Ασία, κρατούσαν τους δικούς τους λογαριασμούς στη Σφηνοειδή Γραφή , και μπλέκονταν σε τρομερούς πολέμους με τον μεγάλο γραφειοκράτη Χαμουραμπί της Βαβυλώνος . Που είχε ξεκινήσει να κατακτά ό,τι έβρισκε μπροστά του. Τω καιρώ εκείνω, λοιπόν, ο θρυλικός Ιακώβ έσπερνε τις Δώδεκα Φυλές τού Ισραήλ . Εκτός από τη  γυναίκα του, τη Λεία , που την εγκατέλειψε, έκανε παιδιά και με την αδελφή της, τη Ραχήλ . Κι εκτός από αυτά τα παιδιά, συμπληρωματικώς σκάρωσε και μερικά ακόμη με τις ετεροθαλείς αδελφές τους —που ήταν και υπηρέτριές τους— τη Βαλά και τη Ζελφά . Να βρίσκονται. Κι έτσι προέκυψαν εν τω συνόλω δώδεκα πούλοι παρακαλώ, ο Ρουβίν , ο Συμεών , ο Λευί , ο Ιούδας , ο Ισάχαρ και ο Ζαβουλών από τη Λεία, ο Νταν και ο Νεφθαλί από τη Βαλά, ο Γαδ και ο Ασήρ από τη Ζελφά, κι από τη Ραχήλ ο Ιωσήφ κι ο Βενιαμίν . Μάλιστα...