Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Εντάξει είμαστε







και δεν ξέρεις πώς να το προσεγγίσεις...

ζόρικα τα πράματα, και δύσκολα, και στριφνά – κυκλοφορεί ένα παλιόπραμα που μπορεί και να σκοτώσει, και που μεταδίδεται για πλάκα, αστραπή, και θέλει προσοχή και συμμάζεμα, και κυκλοφορούν και διάφοροι τρομαγμένοι – αλλόφρονες – παραφρονημένοι – όχι η συνωμοσία, όχι το εμβόλιο, οι παρενέργειες, όχι ο μέγας κακός και τα τσιπάκια του, τα τουέντι φάιβ τζι, η χούντα που μας περιορίζουν – καλά, έβλεπα έναν χτες στην τηλεόραση, εγώ, λέει, δεν τον πιστεύω, λες και τον ρωτήσαμε πιστεύεις μεγάλε στον βούδα; όχι αδέρφια εγώ δεν πιστεύω στον βούδα – ότι είναι δηλαδή ζήτημα πίστεως, κατάλαβες; – τι πρέπει να είναι κανείς για να νομίζει ότι αυτό είναι ένα πράμα που ή το πιστεύεις ή όχι, οπότε αφού δεν το πιστεύεις είμαστε εντάξει;

κι έχει κι ένα σωρό κόσμο που κάνει τη δουλειά του – πάει ας πούμε η άλλη στη δουλειά της στο σούπερ και κάθεται πίσω από το ταμείο, βάζει τη μασκούλα της – τι το μαλλί λουσμένο, τι τα νυχάκια περιποιημένα, βαμμένα, ένα κοκκινάκι σκούρο, τι καθαρό πουκάμισο – αυτή εδώ δεν είναι και καμιά νεαρή, για πιτσιρίκα γιαγιά την κόβω – ντίβα – τι κάνετε; όλους μάς θυμάται και μας έχει σε τάξη – πας εσύ, μλπιπ το ένα προϊόν, μλπιπ το άλλο, σακούλα να σας χρεώσω; μλπιπ και τη σακούλα, σου χαμογελάει, σου ανοίγει και τη σακούλα να ρίξεις τα πράματα γιατί πού να τα καταφέρεις εσύ ο άχρηστος, η πιο καλή γκαρσόνα είμ’ εγώ

τους άλλους στο περιπολικό με τα κίτρινα γιλέκα στην ορθοστασία και στην υπομονή, ν’ ακούς τώρα τον κάθε ψεύτη, να εδώ παρακάτω πήγαινα, γι’ αυτό δεν την έβαλα, την έχω μαζί μου, τα σκουπίδια να πετάξω, πώς δεν την έχω, καλέ σας λέω τώρα θα την έβαζα, μη σώσω – ρε δε μπορεί, αυτούς τους έχουν περάσει φοβερή εκπαίδευση, πώς να προσέχουν, πώς να μην εκνευρίζονται με τον κάθε σαχλαμάρα, πώς να μην τους τη δίνει, να κρατάν ψυχραιμία – μύτη να μην ανοίγει – μιλάμε για ζόρικο επάγγελμα

αυτούς πια στο νοσοκομείο, μάθε αυτά στο πανεπιστήμιο κι αυτά στην ειδικότητα, κι εκείνα τ’ άλλα να τα μάθεις επίσης, κι έτσι προσεγγίζεται το ζήτημα, αυτή είναι η μεθοδολογία, και μάθε επιπλέον κι αυτά και ξαναμάθε τα, να πεθάνεις μαθαίνοντας, και για να δω, τα ξέρεις; κι άμα σου πει ότι πονάει εκεί εσύ να τον ζουλήξεις κι αν φωνάξει να δράσεις άμεσα, αυτό και κείνο θα κάνεις κι αυτούς κι εκείνους θα ειδοποιήσεις, κι αυτά τα έγγραφα θα συμπληρώσεις, εντάξει; τα κατάλαβες; και είναι μαθημένοι, παιδί μου, και ξέρουν όλοι τους το ίδιο πράμα ρε φίλε, ακριβώς! κι όλες τους και όλοι αντιδρούν με τον ίδιο τρόπο και κάνουν τα ίδια – στρατός μιλάμε

αμ αυτούς στο σχολείο – έτσι είναι το υλικό, κι αυτή η ύλη, κι αυτό το παιδί – οπότε αυτά θα του μάθεις κι αν σου πει έτσι, εσύ αυτό θα καταλάβεις – κι αν σου πει αλλιώς, έχει κι αυτό τα θέματά του, οπότε για να βοηθήσεις θες να μυριστείς πράματα για τον γονιό του – προεκτάσεις των γονιών τους είναι αυτά – και να πιάνεις πουλιά στον αέρα, μαντεψιές να κάνεις, μπας και ξεστραβωθεί – να το διαχειριστείς το παλιόπαιδο – σαν τον άρρωστο που δεν ξέρει ότι είναι άρρωστος, με το χαμόγελο εσύ, μην του το πεις, το έχασες και δεν το θέλεις

καθείς εφ’ ω ετάχθη, δηλαδή ένα γενικό πλάνο που υπηρετούμε, μια συνολική παράσταση που παίζουμε, κι ο καθένας το ρόλο του – οπότε εκεί που περίμενες να διαλυθεί το σύμπαν, να που δε διαλύεται – εκεί που νόμιζες ότι τώρα θα κατέβουμε στους δρόμους και θ’ αρχίσουμε να σκοτωνόμαστε μεταξύ μας, μες τον ζόφο και την αποδιοργάνωση και την παραφροσύνη – όχι δεν κατεβαίνουμε, το αντίθετο συμβαίνει – είναι τα μυαλά μας που αντέχουν – είμαστε φαίνεται από ειδική πάστα και δεν το ξέραμε – τώρα, στη δοκιμασία το καταλάβαμε – ξέρουμε πώς να συνεννοηθούμε στο ασυνεννόητό μας, πώς να διασωθούμε και να ισορροπήσουμε και να κάνουμε τις δουλειές μας

έχουμε τις δικλίδες μας – δεν ξέρω τι είναι αυτό που έχουμε – ανατροφή, θρησκεία, γνώση, ήθος, συναίσθηση, παιδεία, πολίτευμα – γύρευε τώρα – κάτι απ’ όλα, ίσως και όλα, λίγο το ’να, λίγο τ’ άλλο, άλλη απ’ αυτό, άλλος από κείνο, πάντως στην τελική κρατάμε καλή κυκλοφορία της μπάλας – το καράβι πορεύεται, συντονισμός – ό,τι κι αν στραβώσει, ό,τι κι αν τρίξει, στο τέλος τον τρόπο τον βρίσκουμε – θες τα συστήματά μας, θες οι γνώσεις μας, οι σκέψεις μας, οι μανάδες μας, το γάλα τους, η θέλησή μας – δεν ξέρω τι απ’ όλα και πόση δόση απ’ το καθένα

πάει η άλλη στο περιπολικό της, ο άλλος στο ταμείο του, έρχεται το ντιλίβερι στην ώρα του, καθένας καθεμιά όπου κανονίσαμε, στο γραφείο, στην τάξη, στο θάλαμο, στο κόκπιτ, στην οθόνη, στο μαγαζί, στο γκισέ, όπου είπαμε, ρε παιδί μου – όπου είναι κανονισμένο – οι φαντάροι στις σκοπιές κι οι γιατροί στα νοσοκομεία, οι ερευνητές στα πανεπιστήμια κι οι δικαστές στις έδρες τους, οι ποδοσφαιριστές στα ματς – ο καθένας αυτό που επαγγέλθηκε, που υποσχέθηκε – στο μαγείρεμα, στο πυροβολικό, στα κρουστά, στην οδική ασφάλεια, στο θηλασμό, στην ηχοληψία – με όποιον τρόπο μπορεί κι όπως καταφέρνει να τα ισορροπήσει κανείς, αλλά εν τέλει – απ’ ό,τι φαίνεται – πολύ αποτελεσματικά – εντυπωσιακό, έχουμε δυνατότητες ρε παιδί μου

σε καλή κατάσταση μας βρίσκω παραμονιάτικα, πάει καλά η ομάδα – εντάξει, μέσα θα κάτσουμε, λίγο παραπάνω θα συλλογιστούμε, λίγο ως πολύ θα φτωχύνουμε – ξεβολευόμαστε, το ξέρω – αλλά θα τον βρούμε τον τρόπο – το ’χω σίγουρο – να μου τρυπήσεις τη μύτη εμένα, κάτι θα σκεφτούμε κι όλα θα πάνε κατ’ ευχήν – και φέτος θεός θα γεννηθεί, όπως πάντα, θα το δεις, κι η μέρα άρχισε πάλι να μεγαλώνει

το ’χω σίγουρο! απίστευτο; δε νομίζω! καλά χριστούγεννα ρε! δεν υπάρχει περίπτωση :–)




Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Αθήναι

Φαντάσου έχεις, λέει, μια γλώσσα, ωραία και καλή, και τη μιλάς σ’ ένα μικρό χωργιό που διατηρείς κάπου σε μια εύκρατη περιοχή τού κόσμου. Δεντράκια, ποταμάκια, αμπελάκια, κι έναν Παρθενώνα να σου βρίσκεται. Και φαντάσου ότι πας καλά, οι δουλειές, τα παιδιά, ψωνίζει ο κόσμος, κάτι μοντελάκια που θα γίνουν παγκοσμίως ανάρπαστα εις το διηνεκές, έλα όμως που οι καιροί αλλάζουν, χωργιό με χωργιό τα τσουγκρίζετε, δε βρίσκετε άκρη, ο κόσμος σας είναι πολύ μικρός, γινόστε μπάχαλο, και νάσου εμφανίζεται ένα πιο ρωμαλέο χωργιό και πιο φρέσκο, κάπου στον Βορρά, άλλο πολίτευμα, πιο ορεξάτο απ’ το δικό σου, ανανεωμένο, και σας βάνει σε σειρά, άλλο πνεύμα, μιλάει τη γλώσσα σου, τη βρίσκει πολύ γκιουζέλ και πολύ αποτελεσματική, παίρνει και μερικούς από τους πιο καλούς σου για δασκάλους των παιδιών του, και το καζάνι αρχινάει να κοχλάζει. Ίδιο προϊόν, ίδια μοντελάκια, άλλο μάρκετινγκ. Άλλες τακτικές πωλήσεων. Κι ενώ έτσι έχουν τα πράματα, αίφνης μια Κυριακή και μια γιορτή, μια πίσημον ημέρα, ένας τύπο...

Λιμήν

Лиман. Διαβάζεται λιμάν. Και θα πει λιμάνι – τι άλλο να πει. Αλλά μια στιγμή. Δεν είναι απ’ τα ελληνικά. Είναι απ’ τα τούρκικα. Βαστιέσαι; Βαστήξου: τα ρώσικα δεν την πήραν τη λεξούλα από τα ελληνικά, γιατί και τα ελληνικά από τα τούρκικα την έχουν πάρει. Ξαναβαστήξου. Υπήρχε μια αρχαία λεξούλα, λειμών. Ελληνικά. Το υγρό λιβάδι. Και καθώς οι λεξούλες ταξιδεύουν και μιλάν για πράγματα που μεταξύ τους μοιάζουν, λειμών σήμαινε κι εκείνο το άλλο το υγρό και ζεστό και φιλόξενο πράμα που ξέρεις. Συνεννοηθήκαμε; Μπράβο. Αυτό εκτιμώ σε σένα: την αντιληπτικότητά σου. Και ταξίδευε που λες η λεξούλα, τι ευλείμων – με ωραία παχιά λιβάδια, τι λειμώνιος – ο του λιβαδιού, τι λειμακίδες – οι νύμφες αυτών των υγρών και ζεστών μερών, αυτές που σου παίρνουν τη μιλιά και μένεις ευσεβής μεν, άλαλος δε. Τέλος πάντων, μην τα πολυλογούμε, αυτό το καταφύγιο, ο λειμών, κάνει μια παφ και τραβάει μια μετάπτωση, ένα άμπλαουτ που λένε οι γλωσσοτέτοιοι, και τσουπ, προκύπτει ο λιμήν, να σε περικλείει και να σε προστα...

Ἡ μαμμὴ καὶ οἱ Νεράιδες

  Ἡ μαμμὴ καὶ οἱ Νεράιδες. Νικολάου Γ. Πολίτου: Μελέται περί του βίου και της γλώσσης του Ελληνικού λαού. Εκδόσεις «Ιστορική Έρευνα». Τηλ. 3637.570 και 3629.498. Αφηγείται ο Κώστας Παπαλέξης.