Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Η χρονιά μας









Μαύρο ήταν; Άντε καλέ. Υπάρχουν χρόνια μαύρα και χρόνια πορτοκαλί, ας πούμε; Έχουν χρώμα τα χρόνια;

Ήταν ζόρικο; Εντάξει. Μας δοκίμασε. Μας ξεβόλεψε. Φυσικά. Μας πόνεσε. Ασφαλώς. Αλλά, αφού πονάμε, είμαστε ζωντανοί. Σωστό; Και ακμαίες. Όμορφες κι ωραίοι. Εντάξει – ένα τραυματάκι εδώ, μια φτώχεια εκεί, μια καταθλιψούλα παρακεί...

Και χάσαμε και κόσμο. Πρώτα που δεν καταλαβαίναμε τι είναι αυτό, μετά που δεν το πολυπιστέψαμε, ύστερα που ο τρόπος μας δεν είχε χώρο για τέτοια. Ναι, χάσαμε ανθρώπους. Το παλέψαμε όμως. Δεν είπαμε ωχ αδερφέ. Κάναμε ό,τι ξέραμε. Και τσακιστήκαμε να μάθουμε και ό,τι δεν ξέραμε.

Σαν παραμύθι ακούγεται: και τότε ενέσκηψε ο μεγάλος ζόρικος. Αλλά οι άνθρωποι σκέφθηκαν, τα βάλαν κάτω, μοιράσαν τις δουλειές – εγώ αυτό, εσύ εκείνο κι ο χαζούλης τα δικά του – έχουμε για όλους. Και βρήκαν άκρη! Θα το λένε οι γιαγιάδες στα παιδάκια στο μέλλον.

Θα το έλπιζε αυτό η ανθρωπότητα λίγες δεκαετίες πριν; Μπα. Λίγες δεκαετίες πριν ούτε θα ’χαμε συντονιστεί όπως συντονιστήκαμε, ούτε θα το ’χαμε δει συνολικά. 

Αλλά θα μας συνέβαινε αυτό λίγες δεκαετίες πριν; Εδώ σε θέλω: μάλλον όχι. Είμαστε πολλοί τώρα πια, και ο τρόπος που κυβερνάμε και που μοιραζόμαστε το πλοίο φαίνεται ότι σχετίζεται μ’ αυτό που συνέβη. Εντάξει, λίγες δεκαετίες πίσω δε θα απαντούσαμε τόσο καλά, αλλά λίγες δεκαετίες πίσω, τέτοια δοκιμασία που να ξεπηδά από μάς και τους τρόπους μας, δε θα συνέβαινε.

Δεν είχε κάτι η χρονιά. Μια χαρά ήταν. Εμείς είμαστε που φθάσαμε σ’ έναν κόμπο. Ήταν το πλήρωμα του χρόνου για μάς. Εφέτος ήρθε κι έδεσε. Η χρονιά είναι που μας έφταιξε;

Το αντίθετο. Είναι η χρονιά μας. Η χρονιά όριο. Η ημερομηνία που τα διαπιστώσαμε. Ωραία! Άντε λοιπόν να δούμε τι ακριβώς διαπιστώσαμε και πώς θα το χειριστούμε.

Άντε μπράβο! Καλή μας Χρονιά!




Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Αθήναι

Φαντάσου έχεις, λέει, μια γλώσσα, ωραία και καλή, και τη μιλάς σ’ ένα μικρό χωργιό που διατηρείς κάπου σε μια εύκρατη περιοχή τού κόσμου. Δεντράκια, ποταμάκια, αμπελάκια, κι έναν Παρθενώνα να σου βρίσκεται. Και φαντάσου ότι πας καλά, οι δουλειές, τα παιδιά, ψωνίζει ο κόσμος, κάτι μοντελάκια που θα γίνουν παγκοσμίως ανάρπαστα εις το διηνεκές, έλα όμως που οι καιροί αλλάζουν, χωργιό με χωργιό τα τσουγκρίζετε, δε βρίσκετε άκρη, ο κόσμος σας είναι πολύ μικρός, γινόστε μπάχαλο, και νάσου εμφανίζεται ένα πιο ρωμαλέο χωργιό και πιο φρέσκο, κάπου στον Βορρά, άλλο πολίτευμα, πιο ορεξάτο απ’ το δικό σου, ανανεωμένο, και σας βάνει σε σειρά, άλλο πνεύμα, μιλάει τη γλώσσα σου, τη βρίσκει πολύ γκιουζέλ και πολύ αποτελεσματική, παίρνει και μερικούς από τους πιο καλούς σου για δασκάλους των παιδιών του, και το καζάνι αρχινάει να κοχλάζει. Ίδιο προϊόν, ίδια μοντελάκια, άλλο μάρκετινγκ. Άλλες τακτικές πωλήσεων. Κι ενώ έτσι έχουν τα πράματα, αίφνης μια Κυριακή και μια γιορτή, μια πίσημον ημέρα, ένας τύπο...

Ἡ μαμμὴ καὶ οἱ Νεράιδες

  Ἡ μαμμὴ καὶ οἱ Νεράιδες. Νικολάου Γ. Πολίτου: Μελέται περί του βίου και της γλώσσης του Ελληνικού λαού. Εκδόσεις «Ιστορική Έρευνα». Τηλ. 3637.570 και 3629.498. Αφηγείται ο Κώστας Παπαλέξης.

Συγγνώμη

Συγγνώμη που σ’ αγάπησα πολύ. Έτσι λέει το τραγούδι. Βαρύ και μελαγχολικό. Δραματικό. Παθιασμένο. Συγγνώμη που σ’ αγάπησα πολύ, δεν ξέρω να αγαπώ όμως πιο λίγο. Συγνώμη που σ’ αγάπησα πολύ, μα βρήκα το κουράγιο και θα φύγω.[1] Αλλά για στάσου βρε αδερφέ. Από πού κι ως πού συγγνώμη! Ζητάς συγγνώμη που αγάπησες; Στάσου ματάκια μου, μια στιγμή, να το καταλάβουμε: πώς γίνεται – τι κακό έκανες που αγάπησες; Ή μήπως κακό που αγάπησες πολύ; Εκτός μην είσαι ψιλοκουφαλίτσα, Μήτσο μου, τώρα που το σκέφτομαι. Όχι δηλαδή ότι αγάπησες – αυτό τι κακό να κάνει. Μήπως τον θέλησες, πουλάκι μου, να τον φας. Γιατί άλλο το ’να κι άλλο τ’ άλλο. Μόνο τότε τσινάει ο άλλος – αν τον θέλησες εσύ και δε θέλησε αυτός – να τα λέμε τα πράματα με τ’ όνομά τους. Και μάλιστα αν τον έπνιξες. Έτσι δεν είναι Μήτσο μου; Βέβαια. Έτσι είναι Μήτσο μου. Κι όχι μόνο τον έπνιξες, αλλά με το που σ’ έκλασε και την έφαγες τη χυλόπιτα, το γύρισες στη χριστιανοσύνη: συγγνώμη που σ’ αγάπησα. Και κοτσάρισες και το «πολύ» ν...