Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Ο Άγιος Θωμάς

Τα ίχνη του τα βρίσκεις στις μακρινές Ινδίες. Εκεί ταξίδεψε να διαδώσει τον Λόγο του Θεού. Λένε[1] ότι κάποιος Ινδός, ονόματι Αββάνης, σ’ ένα ταξίδι του στα Ιεροσόλυμα, τον πήρε υπηρέτη χτίστη μαζί του στην Κεράλα. Όπου βασιλιάς ήταν ο Υνδοφέρρης[2]. Που του είχε αναθέσει, του Αββάνη, να του χτίσει λέει ένα σπουδαίο παλάτι. Έλα όμως που ο χτίστης τον χρυσό για το παλάτι τον μοίρασε στους φτωχούς. Και βάφτισε χριστιανούς ένα σωρό κόσμο! Κι όταν του ήρθε αποπληξία τού Υνδοφέρρη, ο υπηρέτης – μην ανησυχείς, του είπε, ποιος χρυσός και τι παλάτια, τώρα κέρδισες το σπουδαιότερο παλάτι – τη βασιλεία των ουρανών! Και ψήθηκε ο βασιλιάς και τον άφησε να συνεχίσει το ιεραποστολικό του έργο. Κι εκείνος ίδρυσε τις επτά και μισή εκκλησίες στις Ινδίες, το Εζαραπαλικάλ!

Και πήγε, λένε, και στο Τσενάι, δηλαδή στο Μαντράς, στον κόλπο της Βεγγάλης. Αλλά εκεί φαίνεται ότι δεν είχαν και τόση υπομονή με τη βασιλεία των ουρανών. Ο Μισδέος, ο βασιλιάς, όταν είδε τη βασίλισσα την Τέρτια και τις κολλητές της, την πριγκίπισσα Μυγδονία και τη Μαρκία, αλλά και τον γιο του τον ίδιο, τον Βιζάν, να βαφτίζονται χριστιανοί, ζοχαδιάστηκε και έδωσε εντολή. Καθαρίστε τον. Με λόγχες και πέτρες. Και ήταν εκεί και ο Ρούμπενς και το ζωγράφισε το μαρτύριο, με τα παχουλά τα αγγελάκια να υπερίπτανται και να τα παρακολουθούν τα πάντα.

Και βαφτίστηκαν κι ένα σωρό οικογένειες – το ’χουν οι Ινδοί με τα σόγια. Του έδωσαν το προσωνύμιο Σανιάσι, κάτι σαν διακονιάρης του Θεού. Και τον περιγράφουν ακόμη και σήμερα οι οικογένειες αυτές – με τον έναν ή τον άλλον τρόπο φαίνεται πως τον κρατούν, αυτόν και τα κηρύγματά του, βαθιά στις ρίζες του μύθου, από πού βαστά η σκούφια τους.

Και τον έχουν να φτάνει η χάρι του και στην Κίνα. Κι άλλοι λένε πως ταξίδεψε με εμπόρους και στην Ινδονησία. Και το καλύτερο: ίχνη του βρήκαν οι δυτικοί ιεραπόστολοι στην Παραγουάη. Λέγαν εκεί οι ντόπιοι, οι ινδιάνοι Γκουαρανί, ότι ένας πολύ άγιος άνθρωπος είχε ζήσει ανάμεσά τους. Είχε φθάσει περπατώντας απ τον Ωκεανό και τους δίδαξε τον Άγιο Λόγο, γυρίζοντας δω και κει κουβαλώντας στη ράχη του σταυρό ξύλινο μαύρο! Και πώς τον ελέγαν τον πολύ άγιο άνθρωπο; Πάι Τουμέ[3]! Πατέρα Θωμά! Από την Αραμαϊκή λέξη που θα πει Δίδυμος (תְּאוֹמָא). Ο Πατέρας Δίδυμος.

Ναι, για τον Θωμά ο λόγος τόσην ώρα. Τον Απόστολο. Έναν εκ των Δώδεκα. Που πορευθείς μαθήτευσε κι αυτός πάντα τα έθνη. Χρεώθηκε Πάρθους, Πέρσες, Μήδους και Ινδούς. Ο Θωμᾶς ο Άπιστος. Ή, καλύτερα, ο Δύσπιστος[4]. Που αμφιβάλλει. Που είναι οικονομισμένο να απουσιάζει. Όταν στην απόκρυφη Μετάσταση της Θεοτόκου – κατά Ιωσήφ του εξ Αριμαθαίας – μαζεύτηκαν θείο νέφος οι πάντες, ο Ιωάννης και οι υπόλοιποι Απόστολοι, ο Θωμάς απουσίαζε. Κι όταν μεταφέρθηκε κι αυτός εκεί και οι υπόλοιποι του έδειξαν τον τάφο, μα δεν είναι εκεί η σορός, είπε. Βέβαια. Είχε αναληφθεί η Θεοτόκος και του είχε αφήσει την Αγία Ζώνη της.

Κυριακή του Θωμά. Μετά το Πάσχα. Αντίπασχα ή Καινή Κυριακή. Της Αποδόσεως του Πάσχα. Της ολοκλήρωσης, δηλαδή. Που κλείνει ο κύκλος.

Γιατί νωρίτερα, όταν ο Ιησούς είχε παρουσιαστεί στους μαθητές του, μετά την Ανάσταση, και πάλι ο Θωμάς ο Δίδυμος δεν ήταν εκεί. Κι ύστερα, για να πιστέψει, ζήτησε να δει και να ψαύσει. Τὸν τύπον τῶν ἥλων. Το αποτύπωμα των καρφιών[5]. Ὁ Κύριός μου καὶ ὁ Θεός μου! αναφώνησε μόλις άγγιξε με τα δάχτυλά του. Μακάριοι οἱ μὴ ἰδόντες καὶ πιστεύσαντες, του σχολίασε ο Ιησούς.

Βέβαια. Μακάριοι. Αλλά θα ’χαμε τυπογραφία χωρίς Θωμάδες; Να την ψάχνουν τη δουλειά; Να ψαύουν; Θα ’χαμε επιστήμη; Θα ’μασταν άνθρωποι; Να κλείνει ο κύκλος;

Δίδυμοι δρόμοι.


-------------------------------------
[1] Απόκρυφα Βιβλία Καινής Διαθήκης: Απόκρυφες Πράξεις του Θωμά. Και Acts of Thomas.
[2] Υνδοφέρρης I ο Αυτοκράτωρ ή, σύμφωνα με άλλους μελετητές, Υνδοφέρρης IV ο Σάσης.
[3] Zumé, Pay Sumé ή Tumé.
[4] Αγγλικά: Doubting Thomas.
[5] Αγγλικά: The print of the nails.




Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Αθήναι

Φαντάσου έχεις, λέει, μια γλώσσα, ωραία και καλή, και τη μιλάς σ’ ένα μικρό χωργιό που διατηρείς κάπου σε μια εύκρατη περιοχή τού κόσμου. Δεντράκια, ποταμάκια, αμπελάκια, κι έναν Παρθενώνα να σου βρίσκεται. Και φαντάσου ότι πας καλά, οι δουλειές, τα παιδιά, ψωνίζει ο κόσμος, κάτι μοντελάκια που θα γίνουν παγκοσμίως ανάρπαστα εις το διηνεκές, έλα όμως που οι καιροί αλλάζουν, χωργιό με χωργιό τα τσουγκρίζετε, δε βρίσκετε άκρη, ο κόσμος σας είναι πολύ μικρός, γινόστε μπάχαλο, και νάσου εμφανίζεται ένα πιο ρωμαλέο χωργιό και πιο φρέσκο, κάπου στον Βορρά, άλλο πολίτευμα, πιο ορεξάτο απ’ το δικό σου, ανανεωμένο, και σας βάνει σε σειρά, άλλο πνεύμα, μιλάει τη γλώσσα σου, τη βρίσκει πολύ γκιουζέλ και πολύ αποτελεσματική, παίρνει και μερικούς από τους πιο καλούς σου για δασκάλους των παιδιών του, και το καζάνι αρχινάει να κοχλάζει. Ίδιο προϊόν, ίδια μοντελάκια, άλλο μάρκετινγκ. Άλλες τακτικές πωλήσεων. Κι ενώ έτσι έχουν τα πράματα, αίφνης μια Κυριακή και μια γιορτή, μια πίσημον ημέρα, ένας τύπο...

Λιμήν

Лиман. Διαβάζεται λιμάν. Και θα πει λιμάνι – τι άλλο να πει. Αλλά μια στιγμή. Δεν είναι απ’ τα ελληνικά. Είναι απ’ τα τούρκικα. Βαστιέσαι; Βαστήξου: τα ρώσικα δεν την πήραν τη λεξούλα από τα ελληνικά, γιατί και τα ελληνικά από τα τούρκικα την έχουν πάρει. Ξαναβαστήξου. Υπήρχε μια αρχαία λεξούλα, λειμών. Ελληνικά. Το υγρό λιβάδι. Και καθώς οι λεξούλες ταξιδεύουν και μιλάν για πράγματα που μεταξύ τους μοιάζουν, λειμών σήμαινε κι εκείνο το άλλο το υγρό και ζεστό και φιλόξενο πράμα που ξέρεις. Συνεννοηθήκαμε; Μπράβο. Αυτό εκτιμώ σε σένα: την αντιληπτικότητά σου. Και ταξίδευε που λες η λεξούλα, τι ευλείμων – με ωραία παχιά λιβάδια, τι λειμώνιος – ο του λιβαδιού, τι λειμακίδες – οι νύμφες αυτών των υγρών και ζεστών μερών, αυτές που σου παίρνουν τη μιλιά και μένεις ευσεβής μεν, άλαλος δε. Τέλος πάντων, μην τα πολυλογούμε, αυτό το καταφύγιο, ο λειμών, κάνει μια παφ και τραβάει μια μετάπτωση, ένα άμπλαουτ που λένε οι γλωσσοτέτοιοι, και τσουπ, προκύπτει ο λιμήν, να σε περικλείει και να σε προστα...

Ἡ μαμμὴ καὶ οἱ Νεράιδες

  Ἡ μαμμὴ καὶ οἱ Νεράιδες. Νικολάου Γ. Πολίτου: Μελέται περί του βίου και της γλώσσης του Ελληνικού λαού. Εκδόσεις «Ιστορική Έρευνα». Τηλ. 3637.570 και 3629.498. Αφηγείται ο Κώστας Παπαλέξης.