Σιλό. Το ’χουμε ξαναπιάσει το θέμα . Τότε ήταν μέρα. Και μάλιστα καλοκαιρινή. Εδώ σήμερα είναι νύχτα χειμωνιάτικη. Σιλό. Από τα γαλλικά, silo. Λέει το Λαρούς : fosse creusée dans la terre pour conserver des produits végétaux en les isolants de l’air et de l’eau. Μάλιστα. Νταν λα τερ, λοιπόν. Μες τη γη. Για προστασία από τους αέρηδες και τα νερά. Βέβαια, ως δεύτερη ερμηνεία αναφέρει και το ensemble de grands réservoirs verticaux pour stocker des céréales, τις μεγάλες κάθετες δεξαμενές για τα σιτηρά. Και ως τρίτη, cavité creusée dans le sol et entourée de béton, dans laquelle est stocké, et à partir de laquelle est lancé, un missile ou un antimissile. Τα σιλό από μπετόν, απ’ όπου εκτοξεύονται πύραυλοι. Υποπτευόμαστε ότι έρχεται από τα λατινικά, από το sirus. Που σήμαινε βόθρος εις φυλακήν σίτου, κατά πώς λέει ο Τσακαλώτος. Που στα ελληνικά ήταν, λέει, σειρός. Την οποία λέξη, σειρός, ή σιρός, τη βρίσκουμε στον Δημητράκο: βόθρος ή δοχείον, ως και πας χώρος χρησιμεύων ως αποθήκη σίτου ή γεν...
επί παντός