Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Αγκάλη








Σαν άστρο κι απόψε κοιμήσου. Δεν απομένει στον κόσμο ελπίδα καμιά.

Και ρίξε και μιαν αγκαλιά ξύλα στο τζάκι. Να πάρουν να φουντώσουν. Έρχεται βροχή. Έρχεται μπόρα. Κλείσε τις κουρτίνες.

Πολέα δ᾽ ἔσκ᾽ ἐν ἀγκάλαις νεοτρόφου τέκνου δίκαν. Συχνά στην αγκάλη του το κράταγε, νεογέννητο παιδί λες κι ήταν, λέει ο Αισχύλος στον Αγαμέμνονα. Και στον Προμηθέα: καὶ κρύψει δέμας τὸ σόν, πετραία δ ἀγκάλη σε βαστάσει. Και το κορμί σου θα το κρύψει στην αγκάλη τής πέτρας.

Σπαράζει ο Άδμητος στην Άλκηστη του Ευριπίδη: ὄνομα καλῶν σὸν τὴν φίλην ἐν ἀγκάλαις δόξω γυναῖκα καίπερ οὐκ ἔχων ἔχειν. Τ’ όνομά σου θα λέω, εσένα, της αγάπης μου, και στην αγκαλιά μου θα μου φαίνεται πως σ’ έχω, κι ας μη σ’ έχω.

Καὶ δή κοτε ἀπιούσῃ ἐκ τοῦ ἱροῦ τῇ τροφῷ γυναῖκα λέγεται ἐπιφανῆναι, ἐπιφανεῖσαν δὲ ἐπειρέσθαι μιν ὅ τι φέρει ἐν τῇ ἀγκάλῃ. Και κάποτε, καθώς η τροφός ερχόταν απ’ το ιερό, της φανερώθηκε γυναίκα, και τη ρώτησε, τι κρατάει στην αγκαλιά της. Έτσι περιγράφει ο Ηρόδοτος. Και χάιδεψε η γυναίκα την κεφαλή της παιδούλας που κρατούσε η τροφός. Και είπε ὡς καλλιστεύσει πασέων τῶν ἐν Σπάρτῃ γυναικῶν. Πως θα γίνει η ομορφότερη, απ’ όλες τις γυναίκες της Σπάρτης.

Ἡγοῦ, τέκνον, μοι δεῦρ᾽ ὑπ᾽ ἀγκάλαις σταθείς. Έλα, παιδί, έλα μου και στάσου στην αγκαλιά μου, λέει ο παππούλης ο Πηλέας και σκεπάζει, για να προστατέψει, μάνα και παιδί, την Ανδρομάχη τού Ευριπίδη. Κι οι Βάκχες του, νέαι παλαιαὶ παρθένοι τ᾽ ἔτ᾽ ἄζυγες, νιες, γριές, κορίτσια ανύπαντρα, άκουσαν τον ωλολυγμό, και αἱ δ᾽ ἀγκάλαισι δορκάδ᾽ ἢ σκύμνους λύκων ἀγρίους ἔχουσαι λευκὸν ἐδίδοσαν γάλα. Κι άλλες στην αγκαλιά βάσταζαν ζαρκάδι ή μωρά αγρίων λύκων, και τα τάιζαν λευκό γάλα. Και ο Ηρακλής του Μαινόμενος κραυγάζει για τα νεκρά παιδιά του: πρὸς στέρν᾽ ἐρείσας μητρὶ δούς τ᾽ ἐς ἀγκάλας, κοινωνίαν δύστηνον. Στο στήθος ακούμπησέ τα, στης μάνας την αγκαλιά, οικτρή συντροφιά.

Αρχαία η αγκαλιά, αρχαία η λέξη. Από το *ank-, γυρίζω, κάμπτω, κυρτώνω. Και το παραγωγικό τέρμα -άλη. Όπως, ας πούμε, αιθ-άλη. Αγκ-άλη.

Αγκάλη. Εκκίνηση. Διαδρομή. Και κατάληξη.




Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Αθήναι

Φαντάσου έχεις, λέει, μια γλώσσα, ωραία και καλή, και τη μιλάς σ’ ένα μικρό χωργιό που διατηρείς κάπου σε μια εύκρατη περιοχή τού κόσμου. Δεντράκια, ποταμάκια, αμπελάκια, κι έναν Παρθενώνα να σου βρίσκεται. Και φαντάσου ότι πας καλά, οι δουλειές, τα παιδιά, ψωνίζει ο κόσμος, κάτι μοντελάκια που θα γίνουν παγκοσμίως ανάρπαστα εις το διηνεκές, έλα όμως που οι καιροί αλλάζουν, χωργιό με χωργιό τα τσουγκρίζετε, δε βρίσκετε άκρη, ο κόσμος σας είναι πολύ μικρός, γινόστε μπάχαλο, και νάσου εμφανίζεται ένα πιο ρωμαλέο χωργιό και πιο φρέσκο, κάπου στον Βορρά, άλλο πολίτευμα, πιο ορεξάτο απ’ το δικό σου, ανανεωμένο, και σας βάνει σε σειρά, άλλο πνεύμα, μιλάει τη γλώσσα σου, τη βρίσκει πολύ γκιουζέλ και πολύ αποτελεσματική, παίρνει και μερικούς από τους πιο καλούς σου για δασκάλους των παιδιών του, και το καζάνι αρχινάει να κοχλάζει. Ίδιο προϊόν, ίδια μοντελάκια, άλλο μάρκετινγκ. Άλλες τακτικές πωλήσεων. Κι ενώ έτσι έχουν τα πράματα, αίφνης μια Κυριακή και μια γιορτή, μια πίσημον ημέρα, ένας τύπο...

Λιμήν

Лиман. Διαβάζεται λιμάν. Και θα πει λιμάνι – τι άλλο να πει. Αλλά μια στιγμή. Δεν είναι απ’ τα ελληνικά. Είναι απ’ τα τούρκικα. Βαστιέσαι; Βαστήξου: τα ρώσικα δεν την πήραν τη λεξούλα από τα ελληνικά, γιατί και τα ελληνικά από τα τούρκικα την έχουν πάρει. Ξαναβαστήξου. Υπήρχε μια αρχαία λεξούλα, λειμών. Ελληνικά. Το υγρό λιβάδι. Και καθώς οι λεξούλες ταξιδεύουν και μιλάν για πράγματα που μεταξύ τους μοιάζουν, λειμών σήμαινε κι εκείνο το άλλο το υγρό και ζεστό και φιλόξενο πράμα που ξέρεις. Συνεννοηθήκαμε; Μπράβο. Αυτό εκτιμώ σε σένα: την αντιληπτικότητά σου. Και ταξίδευε που λες η λεξούλα, τι ευλείμων – με ωραία παχιά λιβάδια, τι λειμώνιος – ο του λιβαδιού, τι λειμακίδες – οι νύμφες αυτών των υγρών και ζεστών μερών, αυτές που σου παίρνουν τη μιλιά και μένεις ευσεβής μεν, άλαλος δε. Τέλος πάντων, μην τα πολυλογούμε, αυτό το καταφύγιο, ο λειμών, κάνει μια παφ και τραβάει μια μετάπτωση, ένα άμπλαουτ που λένε οι γλωσσοτέτοιοι, και τσουπ, προκύπτει ο λιμήν, να σε περικλείει και να σε προστα...

Ἡ μαμμὴ καὶ οἱ Νεράιδες

  Ἡ μαμμὴ καὶ οἱ Νεράιδες. Νικολάου Γ. Πολίτου: Μελέται περί του βίου και της γλώσσης του Ελληνικού λαού. Εκδόσεις «Ιστορική Έρευνα». Τηλ. 3637.570 και 3629.498. Αφηγείται ο Κώστας Παπαλέξης.