Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Σύνοδος

Σύνοδος. Συν και οδός. Ε, δεν είναι και περίπλοκο. Ίδιος δρόμος, συν δρόμος, απ’ τον ίδιο δρόμο, σύμπτωση οδών. Κι εσείς από δω; Κι εμείς. Τι λέτε! Είναι όταν μαζεύονται άνθρωποι – για κουβέντα, ας πούμε. Για να βρουν τη λύση. Κι έχει μείνει και στα θρησκευτικά – η τάδε Οικουμενική Σύνοδος, φέρ’ ειπείν. Που μαζευτήκαν από την οικουμένη οι σοφοί πατέρες να βρουν την άκρη σε σοβαρά ζητήματα – όχι έχει μία φύση, όχι έχει δύο φύσεις, όχι έχει φύσεις τρεις κι εξήντα. Λύσ’ το εσύ το πρόβλημα. Μπορείς; Όχι. Είδες που χρειάζεται σύνοδος;

Και το πήραν και οι αστροδιάφοροι και είπαν και σύνοδο πλανητών. Ότι πάνε και βρίσκονται μαζί οι πλανήτες ή δεν ξέρω ποια ουράνια σώματα, τέλος πάντων, κι έχουμε, λέει, σύνοδο, ο Άρης ας πούμε και ο Κρόνος, και καθόμαστε και τα κοιτάμε, πωωω, πανέμορφα όταν πέφτουν μαζί, φως περίεργο. Είναι κάπως, δε μπορείς να πεις.

Κάθεσαι κι αναλογίζεσαι. Τι σχέση να ’χει τώρα αυτό το σώμα κι εκείνο το σώμα. Καμία. Κι όμως. Έτσι που τα βλέπεις αναμειγνύονται. Πάει, θα συγκρουστούν, λες. Φαντάζεσαι τον Άρη με δακτυλίους και τα φεγγάρια τους ανακατεμένα των δύο, Φόβος, Τιτάνας, Δείμος – για φαντάσου ο Άρης να γεμίζει δορυφόρους, Μίμας, Τηθύς, Διώνη, Ρέα, Ιαπετός – μια γέφυρα δορυφόρων ανάμεσα στους δύο. Και να μπορούσες λέει να πεταχτείς απ’ τον έναν στον άλλον, πάνω στη γέφυρα, μήπως τα χώματα του ενός παν μέχρι τον άλλον, φερτά υλικά – μπα, αέριος είναι ο Κρόνος, υδρογόνο και ήλιο και διάφορα άλλα πτητικά ενώ ο Άρης, αυτός ναι, είναι χώματα και καθόλου αέρια, κι όμως το μπέρδεμα παίζει – τόσο ωραίο φως που κάνουν. Κόσμοι ανάκατοι.

Σαν Γεώργιος και Θωμάς που πέφτει και γιορτάζονται μαζί, λες και κάθονται αγκαλίτσα – ναι αλλά ο ένας είναι ελληνικά, γεώργιος τής γης, και γεωργός και γεωργία, ενώ ο άλλος αραμαϊκά, τομα, δίδυμος πάει να πει, κι έχει αποστολή – να διαδώσει τον λόγο του θεού, πορευθείς να μαθητεύσει, τα βγάλαν οι Απόστολοι και του πέσαν του Θωμά οι Ινδίες. Και οι Κίνες κι εκείνες τέλος πάντων οι περιοχές, γι’ αυτό και σήμερα στις Ινδίες υπάρχουν ακόμη ίχνη του, ενώ του Γεωργίου ίχνη δε βρίσκεις σε τέτοια μέρη, αυτός ήταν στρατιωτικός, Καππαδόκης, και υπηρετούσε στον Ρωμαϊκό στρατό επί Διοκλητιανού, δούκας ήταν, κάτι σαν συνταγματάρχης, νέος και αστραφτερός – ο Θωμάς δεν είχε πανοπλία και λιλιά ν’ αστράφτουν να τον χαζεύουν τα κορίτσια, αυτός είχε τον νου του μην απατήσουν τα φαινόμενα – σου λέει πού ξέρεις, ας ακουμπήσω εγώ τον τύπο των ήλων καλού κακού – τύπος, μια και το ’φερε η κουβέντα, από κει βγαίνει και η τυπογραφία, σημαδογραφία δηλαδή, αφού τύπος είναι το σημάδι, επί τον τύπον των ήλων, που λες, και του την είπε ο Δάσκαλος, μακάριοι οι μη ιδόντες και πιστεύσαντες, έτσι του είπε, σαν τον Γεώργιο ρε παιδί μου, που τι είδε; τίποτα δεν είδε, κι όμως επίστευσε και μάλιστα τον κυνήγησε ο Διοκλητιανός να τον κάνει φετούλες, καθόλου δεν του άρεσαν τα θρησκευτικά του Διοκλητριανού, αλλά εδώ που τα λέμε κι ο Μισδέος, στο Μαντράς, στις Ινδίες, κι εκείνον δεν τ’ άρεσαν αυτά, σου λέει πώς κύριε, με ρωτάς εμένα που πας και βαφτίζεις το παιδί μου; και τον λιάνισε – πάει ο Θωμάς, τέλος, και πάει κι ο Γεώργιος, τέλος κι αυτός – ο Διοκλητιανός είχε κατανησυχήσει με τη νέα τρέλα και τους έτρωγε λάχανο αυτουνούς, σου λέει θα μου διαλύσουν το κατάστημα.

Δε βαριέσαι. Μια ζωή την έχουμε. Πήγε ο Γεώργιος και λόγχισε το θηρίο εις επίρρωσιν της στρατιωτικής του αξίας ενώ ο άλλος δεν έκανε τέτοια κόλπα, αυτός είχε άλλου τύπου παρουσία, ήταν εδώ, ήταν εκεί, ήταν παντού. Το ξέρεις ότι οι Γκουαράνι, ας πούμε, κάτι τύποι νέιτιβ στη Νότιο Αμερική, εκεί που πέφτει σήμερα η Παραγουάη, το ξέρεις ότι αυτοί λένε ότι είχε πάει εκεί και κάθισε εκειδά σε κείνες κει τις πέτρες που τις έχουν για άγιες; Και να το λέγαν σήμερα, να πεις, καλά, ό,τι θένε λένε – όχι, το είπαν στον Ρουίθ ντε Μοντόγια, τον Ιησουίτη μοναχό, τα γράφει στο βιβλίο του, Κονκουίστα Εσπιριτουάλ, εκεί τα γράφει, έκδοσις εν μαδρίδ, άνιο 1639. Μάλιστα. Τυπογραφία.

Εντάξει, αν ψάξουμε για κοινά, ούτε ο ένας, ούτε ο άλλος ευτύχησαν να τελευτήσουν εν ειρήνη, αλλά και ποιος τελευτούσε εν ειρήνη εκείνα τα χρόνια, ιδίως άμα έμπλεκε με κινήματα και χριστιανοσύνες – ήταν μπέρδεμα αυτή η δουλειά. Αλλά κατά τ’ άλλα καμία σχέση οι δυο τους. Απόστολος ο ένας, μάρτυρας ο άλλος. Άλλο πόστο. Άλλο τζομπ ντισκρίπσον. Ύστερα ο Γεώργιος ανέλαβε στρατούς, προσκόπους, Αγγλίες, όλα τα πάντα. Ποιος τον είδε και δεν τον φοβήθηκε. Ενώ ο άλλος συνέγραψε, λένε, ευαγγέλιο – άλλοι το δέχονται κι άλλοι δεν, είναι από κείνα τα ανεπισημοεπίσημα που έχουν ένα σωρό δεκτά και μη δεκτά ανακατεμένα, ανάλογα πώς τα βλέπεις. Από ποια μεριά κάθεσαι. Αυτός ας πούμε ήταν που ενώ οι πάντες ψηνόντουσαν ότι κοιμήθηκε η Θεοτόκος, αυτός πήγε και είπε όχι ρε, ορίστε, άδειο είναι το μνήμα, αναλήφθηκε, μην κλαίτε και μη σπαράζετε. Την έψαχνε αυτός τη δουλειά, πάντα, κατάλαβες; Τέτοιος ήταν.

Που λες, διότι αυτό είναι σύνοδος και μην ψήνεσαι. Σύνοδος μπορεί να λέγεται αυτό από κει που ήρθες κι έκατσες και κοιτάς, αλλά μόνο από κει. Έτσι σου φαίνεται εσένα. Ένα πράμα που απλώς νομίζεις ότι γίνεται αλλά δε γίνεται τίποτε. Μόλις αλλάξεις λίγο θέση, τα βλέπεις όλα πάλι κανονικά. Εκεί που ήταν πάντα. Καμία σχέση.

Ξέρεις πόσο απέχουν Άρης και Κρόνος; Πάνω από ένα δισεκατομμύριο χιλιόμετρα. Πάντα τόσο απείχαν. Όπως όλα τα πράματα. Πάντα τόσο απέχουν, ακόμα κι όταν είναι σε σύνοδο.








Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Αθήναι

Φαντάσου έχεις, λέει, μια γλώσσα, ωραία και καλή, και τη μιλάς σ’ ένα μικρό χωργιό που διατηρείς κάπου σε μια εύκρατη περιοχή τού κόσμου. Δεντράκια, ποταμάκια, αμπελάκια, κι έναν Παρθενώνα να σου βρίσκεται. Και φαντάσου ότι πας καλά, οι δουλειές, τα παιδιά, ψωνίζει ο κόσμος, κάτι μοντελάκια που θα γίνουν παγκοσμίως ανάρπαστα εις το διηνεκές, έλα όμως που οι καιροί αλλάζουν, χωργιό με χωργιό τα τσουγκρίζετε, δε βρίσκετε άκρη, ο κόσμος σας είναι πολύ μικρός, γινόστε μπάχαλο, και νάσου εμφανίζεται ένα πιο ρωμαλέο χωργιό και πιο φρέσκο, κάπου στον Βορρά, άλλο πολίτευμα, πιο ορεξάτο απ’ το δικό σου, ανανεωμένο, και σας βάνει σε σειρά, άλλο πνεύμα, μιλάει τη γλώσσα σου, τη βρίσκει πολύ γκιουζέλ και πολύ αποτελεσματική, παίρνει και μερικούς από τους πιο καλούς σου για δασκάλους των παιδιών του, και το καζάνι αρχινάει να κοχλάζει. Ίδιο προϊόν, ίδια μοντελάκια, άλλο μάρκετινγκ. Άλλες τακτικές πωλήσεων. Κι ενώ έτσι έχουν τα πράματα, αίφνης μια Κυριακή και μια γιορτή, μια πίσημον ημέρα, ένας τύπο...

Λιμήν

Лиман. Διαβάζεται λιμάν. Και θα πει λιμάνι – τι άλλο να πει. Αλλά μια στιγμή. Δεν είναι απ’ τα ελληνικά. Είναι απ’ τα τούρκικα. Βαστιέσαι; Βαστήξου: τα ρώσικα δεν την πήραν τη λεξούλα από τα ελληνικά, γιατί και τα ελληνικά από τα τούρκικα την έχουν πάρει. Ξαναβαστήξου. Υπήρχε μια αρχαία λεξούλα, λειμών. Ελληνικά. Το υγρό λιβάδι. Και καθώς οι λεξούλες ταξιδεύουν και μιλάν για πράγματα που μεταξύ τους μοιάζουν, λειμών σήμαινε κι εκείνο το άλλο το υγρό και ζεστό και φιλόξενο πράμα που ξέρεις. Συνεννοηθήκαμε; Μπράβο. Αυτό εκτιμώ σε σένα: την αντιληπτικότητά σου. Και ταξίδευε που λες η λεξούλα, τι ευλείμων – με ωραία παχιά λιβάδια, τι λειμώνιος – ο του λιβαδιού, τι λειμακίδες – οι νύμφες αυτών των υγρών και ζεστών μερών, αυτές που σου παίρνουν τη μιλιά και μένεις ευσεβής μεν, άλαλος δε. Τέλος πάντων, μην τα πολυλογούμε, αυτό το καταφύγιο, ο λειμών, κάνει μια παφ και τραβάει μια μετάπτωση, ένα άμπλαουτ που λένε οι γλωσσοτέτοιοι, και τσουπ, προκύπτει ο λιμήν, να σε περικλείει και να σε προστα...

Ἡ μαμμὴ καὶ οἱ Νεράιδες

  Ἡ μαμμὴ καὶ οἱ Νεράιδες. Νικολάου Γ. Πολίτου: Μελέται περί του βίου και της γλώσσης του Ελληνικού λαού. Εκδόσεις «Ιστορική Έρευνα». Τηλ. 3637.570 και 3629.498. Αφηγείται ο Κώστας Παπαλέξης.