Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Μορφή

Τὰ δὲ δὴ πλοῖά σφι τοῖσι φορτηγέουσι ἐστὶ ἐκ τῆς ἀκάνθης ποιεύμενα, τῆς ἡ μορφὴ μέν ἐστι ὁμοιοτάτη τῷ Κυρηναίῳ λωτῷ. Ότι δηλαδή τα φορτηγά τους πλοία είναι φτιαγμένα από ακακία, που η μορφή της μοιάζει πάρα πολύ με τον Κυρηναϊκό λωτό – έτσι λέει ο Ηρόδοτος για τα πλοία των Αιγυπτίων. Για τη μορφή τους. Πώς είναι.

Η μορφή. Μορφή των πραγμάτων – το εύμορφον και το δύσμορφον. Κολοιὸς δὲ συνειδὼς ἑαυτῷ δυσμορφίαν περιιὼν τὰ ἀποπίπτοντα τῶν ὀρνέων πτερὰ ἀνελάμβανε καὶ ἑαυτῷ περιῆπτεν. Η καλιακούδα, γράφει ο Αίσωπος, ξέροντας πόσο άσχημη είναι, εγύριζε εδώ κι εκεί και μάζωνε τα φτερά που πέφταν απ’ τα πουλιά και τα στολιζόταν.

Παλιότερα εύμορφη καθαυτήν η μορφή. Γράφει ο Όμηρος: σοὶ δ᾽ ἔπι μὲν μορφὴ ἐπέων – εσένα και τα λόγια σου είναι καλά, έχουν χάρη. Ἀλλὰ θεὸς μορφὴν ἔπεσι στέφει – αλλά ο θεός στέφει με χάρη τους λόγους. Η μορφή σαν ομορφιά. Το κάλλος τής δημιουργίας.

Έχει κάπου ένα ἀμερφὲς ο Ησύχιος, ένα λήμμα. Αἰσχρὸν το εξηγεί. Και μας βάζει ψύλλους στ’ αφτιά. Αισχρόν το αμερφές; Λες να υπήρχε και κάτι σαν *μέρφος, δηλαδή, κι από κει να βγαίνει η μορφή; Και μήπως και *μέρφω; Ποιος ξέρει. Με την απορία θα μείνουμε. Αυτό το πρωτοϊνδοευρωπαϊκό *mergʷh- δε βοηθάει. Δε βγάζει κάπου πιο ξεκάθαρα. Δεν παίρνει πιο σαφή μορφή.

Απόψε λέω να μην κοιμηθούμε – το φως απ’ τη δική σου τη μορφή, τραγουδούσαν Νικολάου και Λαθρεπιβάτες. Η μορφή τού αγαπημένου. Που δεν είναι η φάτσα. Δεν είναι η όψη. Την όψη τη ξέρουν όλοι άπαντες. Τη φωτογραφίζει και η αστυνομία στις ταυτότητες και τα διπλώματα, παρακαλώ μαντάμ χωρίς αφέλειες, βάλτε κορδέλα. Αλλά τη μορφή την ξέρεις εσύ, γιατί θέλει μετοχή. Η μορφή πάνω απ’ την κούνια ενός παιδιού μιας μοίρας μαυρομαντιλούσας, λέει ο Σεφέρης.

Η μορφή μορφύνει, γράφει ο Ησύχιος και πάλι. Καλλωπίζει. Κοσμεί. Να πάρουν τα πράγματα να γίνουνε οι μορφές των αγίων στις ιστορήσεις των ναών, γιατί στις εκκλησιές οι εικόνες είναι πλάσματα. Μορφὴ καὶ εἶδος ταὐτόν ἐστι, λέει ο Σουίδας

Άκου έν’ όνειρο, ψυχή μου, και της ομορφιάς θεά, πλέκει ο Σολωμός. Είναι η μορφή που κατοίκησε τα πράματα. Μορφήεσσα. Που προσχώρησε στη μόρφωση. Και στη διαμόρφωση των χώρων. Κι αφού παράλληλα κατέφθανε κι απ τα λατινικά ως φόρμα, έγινε και τύπος. Οι φορμαλιστές τού κινηματογράφου. Και της ποίησης. Κι ήρθε μετά δεύτερη στη σύνθεση για να σημάνει όψη – ο τερατόμορφος, ο ανθρωπόμορφος. Κι ύστερα ο ανθρωπομορφισμός και ο μορφισμός ο σκέτος, αυτός που εισήχθη στα μαθηματικά για να ασχοληθεί με δομές και με κατηγορίες. Κι ο ισομορφισμός με τα σύνολα. Και να κι ο ποικιλόμορφος, να κι η πεντάμορφη. Κι από κοντά ο Μορφέας.

Πλάσμα του Οβιδίου αυτός. Δεν εμφανίζεται νωρίτερα πουθενά στα ελληνικά. At pater [Somnus] e populo natorum mille suorum excitat artificem simulatoremque figurae Morphea. Αλλά ο πατέρας Ύπνος, απ’ τους χίλιους γιούς του, τον Μορφέα ξυπνά, τον μεγάλο τεχνίτη των μορφών, που κανείς σαν αυτόν δεν παράσταινε την περπατησιά και την έκφραση και τον ήχο της λαλιάς. Μόνο αυτός μπορούσε να γεννήσει τη μορφή. Θυμάσαι που, γεμάτος φιλέρευνη περιέργεια, ήθελες να ᾽βλεπες κι εσύ τα όνειρα των άλλων; Μακριά. Ευχή και κατάρα. Δεν είναι εικόνες τα όνειρα, κι ας λες ότι τα βλέπεις. Είναι μορφές που βιώνεις. Είναι πλάσματα.

Κι η μορφίνη, και μόρφια, που σε φέρνει και ξεχνάς, και παίρνεις τον πόνο και συμφιλιώνεσαι, αγκαλιάζεσαι, και δε σου φαίνονται οι δαγκωματιές κι η αγριάδα.

Μορφώνω κι αναμορφώνω κι αναμορφωτήριο. Επιμορφώνω τους καθηγητές, παραμορφώνω τα μέταλλα και συμμορφώνω τα παλιόπαιδα. Και συμμορφώνομαι επιτέλους. Μορφάζω, κοροϊδεύω, μορφάζω δυσθυμώ, και χρησιμοποιώ μορφήματα για να μιλήσω. Μορφωτικός σύλλογος οι Κουκουβάουνες. Που αλλιώς λέγονται Μεταφόρφωση.

Του Σωτήρος. Ότι πήρε εκείνος άλλη μορφή. Και τι ήταν εκείνος; Μάγος σε τσίρκο κι έπαιζε με τις όψεις του;

Μην κι ήσουνα απλώς εσύ, και σου επιτράπηκε η μορφή που δεν έβλεπες ως τότε;


--------------------------------

Buck, Chantraine, Etymonline, Ησύχιος, Κούβελας, Μπαμπινιώτης, Πανταζίδης, Πάπε, Σουίδας.











Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Αθήναι

Φαντάσου έχεις, λέει, μια γλώσσα, ωραία και καλή, και τη μιλάς σ’ ένα μικρό χωργιό που διατηρείς κάπου σε μια εύκρατη περιοχή τού κόσμου. Δεντράκια, ποταμάκια, αμπελάκια, κι έναν Παρθενώνα να σου βρίσκεται. Και φαντάσου ότι πας καλά, οι δουλειές, τα παιδιά, ψωνίζει ο κόσμος, κάτι μοντελάκια που θα γίνουν παγκοσμίως ανάρπαστα εις το διηνεκές, έλα όμως που οι καιροί αλλάζουν, χωργιό με χωργιό τα τσουγκρίζετε, δε βρίσκετε άκρη, ο κόσμος σας είναι πολύ μικρός, γινόστε μπάχαλο, και νάσου εμφανίζεται ένα πιο ρωμαλέο χωργιό και πιο φρέσκο, κάπου στον Βορρά, άλλο πολίτευμα, πιο ορεξάτο απ’ το δικό σου, ανανεωμένο, και σας βάνει σε σειρά, άλλο πνεύμα, μιλάει τη γλώσσα σου, τη βρίσκει πολύ γκιουζέλ και πολύ αποτελεσματική, παίρνει και μερικούς από τους πιο καλούς σου για δασκάλους των παιδιών του, και το καζάνι αρχινάει να κοχλάζει. Ίδιο προϊόν, ίδια μοντελάκια, άλλο μάρκετινγκ. Άλλες τακτικές πωλήσεων. Κι ενώ έτσι έχουν τα πράματα, αίφνης μια Κυριακή και μια γιορτή, μια πίσημον ημέρα, ένας τύπο...

Λιμήν

Лиман. Διαβάζεται λιμάν. Και θα πει λιμάνι – τι άλλο να πει. Αλλά μια στιγμή. Δεν είναι απ’ τα ελληνικά. Είναι απ’ τα τούρκικα. Βαστιέσαι; Βαστήξου: τα ρώσικα δεν την πήραν τη λεξούλα από τα ελληνικά, γιατί και τα ελληνικά από τα τούρκικα την έχουν πάρει. Ξαναβαστήξου. Υπήρχε μια αρχαία λεξούλα, λειμών. Ελληνικά. Το υγρό λιβάδι. Και καθώς οι λεξούλες ταξιδεύουν και μιλάν για πράγματα που μεταξύ τους μοιάζουν, λειμών σήμαινε κι εκείνο το άλλο το υγρό και ζεστό και φιλόξενο πράμα που ξέρεις. Συνεννοηθήκαμε; Μπράβο. Αυτό εκτιμώ σε σένα: την αντιληπτικότητά σου. Και ταξίδευε που λες η λεξούλα, τι ευλείμων – με ωραία παχιά λιβάδια, τι λειμώνιος – ο του λιβαδιού, τι λειμακίδες – οι νύμφες αυτών των υγρών και ζεστών μερών, αυτές που σου παίρνουν τη μιλιά και μένεις ευσεβής μεν, άλαλος δε. Τέλος πάντων, μην τα πολυλογούμε, αυτό το καταφύγιο, ο λειμών, κάνει μια παφ και τραβάει μια μετάπτωση, ένα άμπλαουτ που λένε οι γλωσσοτέτοιοι, και τσουπ, προκύπτει ο λιμήν, να σε περικλείει και να σε προστα...

Ἡ μαμμὴ καὶ οἱ Νεράιδες

  Ἡ μαμμὴ καὶ οἱ Νεράιδες. Νικολάου Γ. Πολίτου: Μελέται περί του βίου και της γλώσσης του Ελληνικού λαού. Εκδόσεις «Ιστορική Έρευνα». Τηλ. 3637.570 και 3629.498. Αφηγείται ο Κώστας Παπαλέξης.