Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Μια λέξη

Μια λέξη, χίλιες εικόνες.

Μια λεξούλα. Ας πάρουμε μια λεξούλα. Ας πάρουμε το ναι.

Πόσες εικόνες ένα ναι; Ένα λουλούδι; Δυο λουλούδια; Πολλά; Μια προσφορά; Ένα φιλί που κοκκινίζει; Δυο μάτια που τα μισοκλείνει ο ήλιος; Μια καρδιά που σκοντάφτει; Ένα χέρι που σφίγγεται; Δυο χέρια που ψαύονται; Δάχτυλα; Που το ’να τρέμει; Που τ’ άλλο σπεύδει; Κι η ανάσα που κονταίνει; Και το μάγουλο που καίει;

Πόσες εικόνες από μια λεξούλα; Κι ακόμη στην αρχή είμαστε. Κάθε τι που λέμε, άλλα χίλια ζωγραφίζονται. Κάθε λέξη και μια πύλη, σαν αυτές που ’χουμε στις πόλεις να περνάμε αποκάτω και να βγαίνουμε αλλού. Κι άλλη ζωγραφιά, κι άλλη, κι ο χείμαρρος ακατάβλητος, κι όλο και φουντώνει κι όσο φουντώνει αυτός, πια μόνο με λέξεις γίνεται, όπως εξαπολύθηκε το άπειρο, έτσι και να μαζευτεί.

Πόσες εικόνες; Για να κλείσει η πορτούλα. Να περάσει το καρότσι. Το λουλούδι ν’ ανοιχτεί. Να το δει η μελισούλα. Το σπυρί να φυτευτεί. Να διέλθει το γαϊδούρι. Η φωνή να απλωθεί. Και ο σκύλος να σταθεί. Να κοιτάξει το ελάφι και στους ώμους να το πάρεις. Το κορίτσι να σε δει. Πόσα όνειρα να κάνεις; Τι υφαντό να κεντηθεί;

Άπειρες. Χωρίς τέλος και σωσμό. Τόσες που μόνο το μυαλό μπορεί να φτιάξει. Η σκέψη. Ο λόγος.

Μια λέξη, χίλιες εικόνες.






Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Αθήναι

Φαντάσου έχεις, λέει, μια γλώσσα, ωραία και καλή, και τη μιλάς σ’ ένα μικρό χωργιό που διατηρείς κάπου σε μια εύκρατη περιοχή τού κόσμου. Δεντράκια, ποταμάκια, αμπελάκια, κι έναν Παρθενώνα να σου βρίσκεται. Και φαντάσου ότι πας καλά, οι δουλειές, τα παιδιά, ψωνίζει ο κόσμος, κάτι μοντελάκια που θα γίνουν παγκοσμίως ανάρπαστα εις το διηνεκές, έλα όμως που οι καιροί αλλάζουν, χωργιό με χωργιό τα τσουγκρίζετε, δε βρίσκετε άκρη, ο κόσμος σας είναι πολύ μικρός, γινόστε μπάχαλο, και νάσου εμφανίζεται ένα πιο ρωμαλέο χωργιό και πιο φρέσκο, κάπου στον Βορρά, άλλο πολίτευμα, πιο ορεξάτο απ’ το δικό σου, ανανεωμένο, και σας βάνει σε σειρά, άλλο πνεύμα, μιλάει τη γλώσσα σου, τη βρίσκει πολύ γκιουζέλ και πολύ αποτελεσματική, παίρνει και μερικούς από τους πιο καλούς σου για δασκάλους των παιδιών του, και το καζάνι αρχινάει να κοχλάζει. Ίδιο προϊόν, ίδια μοντελάκια, άλλο μάρκετινγκ. Άλλες τακτικές πωλήσεων. Κι ενώ έτσι έχουν τα πράματα, αίφνης μια Κυριακή και μια γιορτή, μια πίσημον ημέρα, ένας τύπο...

Λιμήν

Лиман. Διαβάζεται λιμάν. Και θα πει λιμάνι – τι άλλο να πει. Αλλά μια στιγμή. Δεν είναι απ’ τα ελληνικά. Είναι απ’ τα τούρκικα. Βαστιέσαι; Βαστήξου: τα ρώσικα δεν την πήραν τη λεξούλα από τα ελληνικά, γιατί και τα ελληνικά από τα τούρκικα την έχουν πάρει. Ξαναβαστήξου. Υπήρχε μια αρχαία λεξούλα, λειμών. Ελληνικά. Το υγρό λιβάδι. Και καθώς οι λεξούλες ταξιδεύουν και μιλάν για πράγματα που μεταξύ τους μοιάζουν, λειμών σήμαινε κι εκείνο το άλλο το υγρό και ζεστό και φιλόξενο πράμα που ξέρεις. Συνεννοηθήκαμε; Μπράβο. Αυτό εκτιμώ σε σένα: την αντιληπτικότητά σου. Και ταξίδευε που λες η λεξούλα, τι ευλείμων – με ωραία παχιά λιβάδια, τι λειμώνιος – ο του λιβαδιού, τι λειμακίδες – οι νύμφες αυτών των υγρών και ζεστών μερών, αυτές που σου παίρνουν τη μιλιά και μένεις ευσεβής μεν, άλαλος δε. Τέλος πάντων, μην τα πολυλογούμε, αυτό το καταφύγιο, ο λειμών, κάνει μια παφ και τραβάει μια μετάπτωση, ένα άμπλαουτ που λένε οι γλωσσοτέτοιοι, και τσουπ, προκύπτει ο λιμήν, να σε περικλείει και να σε προστα...

Ἡ μαμμὴ καὶ οἱ Νεράιδες

  Ἡ μαμμὴ καὶ οἱ Νεράιδες. Νικολάου Γ. Πολίτου: Μελέται περί του βίου και της γλώσσης του Ελληνικού λαού. Εκδόσεις «Ιστορική Έρευνα». Τηλ. 3637.570 και 3629.498. Αφηγείται ο Κώστας Παπαλέξης.