Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Πολύπτυχο

Που ’χει δηλαδή τρεις, τέσσερεις, πέντε, ξέρω ’γώ, πολλές πτυχές – η κάθε μία και μια εικονίτσα. Μια σκηνή. Και πιάνονται στις ράχες τους οι εικονίτσες με μικρούλια μεντεσεδάκια, καλά καλά ούτε να τα δεις δεν είσαι σίγουρος, όλο μαζί μια παλάμη, ζήτημα είναι, και το ’χεις έτσι διπλωμένο κι έχει τον βίο του – τα διάφορα συμβάντα

Στο πρώτο τον έχει ας πούμε με τη στολή του τη στρατιωτική, τον θώρακα τον αλυσιδωτό, και κρατάει το κοντάρι και σε κοιτάει στα μάτια, και στο δεύτερο στο άνυδρο τοπίο, με τον ποδήρη χιτώνα του, χρυσός ο ουρανός και τα βουνά ρωγμές και πτυχώσεις και είναι όλα ένα μπόι, τα βουνά κι αυτός, και άνθρωποι μπουλούκι, ο ένας πα στον άλλον, τα πρόσωπα τα αποστεωμένα που γέρνουνε λιγάκι, και κοιτάν, και οι παλάμες ολονών στραμμένες να τις βλέπεις, χέρια μακριά λιγνά και μήλα στο πρόσωπο και ρυτίδες

Και στο τρίτο ευλογεί – ας πούμε τα σπαρτά, είναι άλλη φάση της ζωής του, τα μαλλιά του σα χαίτη λέοντος, και οι ανθρώποι πάλι τον κοιτούν μες τα ιμάτιά τους, είναι εκεί που κάνει το θαύμα και διαβάζονται τα ειλητάρια από μόνα τους και τα λόγια σημαίνουν πράματα – έχει το κεφάλι του κι αυτός γυρτό, σαν για να περάσει από μέσα του το θαύμα να συμβεί, κι αυτόν να τον αφήσει ανέπαφον

Κι ύστερα στην άλλη εικόνα είναι το μαρτύριο και τον κρατάν οι στρατιώτες οι κατάφρακτοι με τις μάχαιρες και τα σκουτάρια, οι περικεφαλαίες που βγαίνουν οι μπούκλες και φαίνονται τα μάτια τα μεγάλα και της θαλάσσης τα κύματα – νομίζεις ότι κύματα και φλόγες ίδιο πράμα είναι, μόνο το χρώμα είναι αλλιώς, ίδιες γλώσσες κι ίδιο τίναγμα, ίδια φίδια

Τα διπλώνεις τις εικονίτσες, σαν τη χούφτα σου μικρό είναι και γίνεται τίποτα, σαν βιβλιαράκι μικρογραφία, κι ακουμπάει η μια εικόνα την άλλη και συνομιλούν αυτές, όπως συνομιλούν και τα πράγματα όλα – δε γίνονται το ’να μετά το άλλο, γίνονται όλα μαζί

Και που καβαλικεύει, και που ευλογεί, τα σπαρτά, και το θεριό, και το μαρτύριο, κι η προφητεία, όλα ταυτόχρονα, συνομιλούν τα πολύπτυχα, ξέρουν, η μια εικόνα την άλλη, κι όλες στον ίδιο χρόνο

Όπως στον ίδιο χρόνο συμβαίνουν όλα του κόσμου, κι όλα συνομιλούν, σε μια πνοή, ανακατεμένα, ο ίδιος θεός έρχεται και ξανά, και πριν και μετά και πάντα, η μια φορά πάνω στην άλλη, αναδιπλώσεις, άλλες μορφές κι άλλα ονόματα, όμως είναι το ίδιο, η ίδια οπή κι από κει μπαίνεις, από λάθος ξαφνικό, και βγαίνεις στο ταυτόν – στο εν, στο όλον

Ταυτοχρόνως, όπως ακουμπάν οι εικόνες στα πολύπτυχα

Όλα τα διάχωρα σε χρόνο έναν





Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Αθήναι

Φαντάσου έχεις, λέει, μια γλώσσα, ωραία και καλή, και τη μιλάς σ’ ένα μικρό χωργιό που διατηρείς κάπου σε μια εύκρατη περιοχή τού κόσμου. Δεντράκια, ποταμάκια, αμπελάκια, κι έναν Παρθενώνα να σου βρίσκεται. Και φαντάσου ότι πας καλά, οι δουλειές, τα παιδιά, ψωνίζει ο κόσμος, κάτι μοντελάκια που θα γίνουν παγκοσμίως ανάρπαστα εις το διηνεκές, έλα όμως που οι καιροί αλλάζουν, χωργιό με χωργιό τα τσουγκρίζετε, δε βρίσκετε άκρη, ο κόσμος σας είναι πολύ μικρός, γινόστε μπάχαλο, και νάσου εμφανίζεται ένα πιο ρωμαλέο χωργιό και πιο φρέσκο, κάπου στον Βορρά, άλλο πολίτευμα, πιο ορεξάτο απ’ το δικό σου, ανανεωμένο, και σας βάνει σε σειρά, άλλο πνεύμα, μιλάει τη γλώσσα σου, τη βρίσκει πολύ γκιουζέλ και πολύ αποτελεσματική, παίρνει και μερικούς από τους πιο καλούς σου για δασκάλους των παιδιών του, και το καζάνι αρχινάει να κοχλάζει. Ίδιο προϊόν, ίδια μοντελάκια, άλλο μάρκετινγκ. Άλλες τακτικές πωλήσεων. Κι ενώ έτσι έχουν τα πράματα, αίφνης μια Κυριακή και μια γιορτή, μια πίσημον ημέρα, ένας τύπο...

Λιμήν

Лиман. Διαβάζεται λιμάν. Και θα πει λιμάνι – τι άλλο να πει. Αλλά μια στιγμή. Δεν είναι απ’ τα ελληνικά. Είναι απ’ τα τούρκικα. Βαστιέσαι; Βαστήξου: τα ρώσικα δεν την πήραν τη λεξούλα από τα ελληνικά, γιατί και τα ελληνικά από τα τούρκικα την έχουν πάρει. Ξαναβαστήξου. Υπήρχε μια αρχαία λεξούλα, λειμών. Ελληνικά. Το υγρό λιβάδι. Και καθώς οι λεξούλες ταξιδεύουν και μιλάν για πράγματα που μεταξύ τους μοιάζουν, λειμών σήμαινε κι εκείνο το άλλο το υγρό και ζεστό και φιλόξενο πράμα που ξέρεις. Συνεννοηθήκαμε; Μπράβο. Αυτό εκτιμώ σε σένα: την αντιληπτικότητά σου. Και ταξίδευε που λες η λεξούλα, τι ευλείμων – με ωραία παχιά λιβάδια, τι λειμώνιος – ο του λιβαδιού, τι λειμακίδες – οι νύμφες αυτών των υγρών και ζεστών μερών, αυτές που σου παίρνουν τη μιλιά και μένεις ευσεβής μεν, άλαλος δε. Τέλος πάντων, μην τα πολυλογούμε, αυτό το καταφύγιο, ο λειμών, κάνει μια παφ και τραβάει μια μετάπτωση, ένα άμπλαουτ που λένε οι γλωσσοτέτοιοι, και τσουπ, προκύπτει ο λιμήν, να σε περικλείει και να σε προστα...

Ἡ μαμμὴ καὶ οἱ Νεράιδες

  Ἡ μαμμὴ καὶ οἱ Νεράιδες. Νικολάου Γ. Πολίτου: Μελέται περί του βίου και της γλώσσης του Ελληνικού λαού. Εκδόσεις «Ιστορική Έρευνα». Τηλ. 3637.570 και 3629.498. Αφηγείται ο Κώστας Παπαλέξης.