Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Χατζηκώστα




Εκλεκτικισμός λέγεται στην αρκιτεκτούρα. Ότι δηλαδή πιάνεις και ανακατεύεις πράματα από δω κι από κει – αλλά με την καλή έννοια. Όχι τουρλουμπούκι. Διαλέγεις τα πιο καλυτερότερα και τα βάζεις όλα μαζί, ή συνθέτεις μια επιλογή τους που κατά τα γούστα σου έρχεται και δένει. Έναν αφρό.

Εντάξει, δεν είναι αρχιτεκτονικό το φρούτο. Παίζει στα εικαστικά γενικότερα, αλλά οι ρίζες του βρίσκονται πολύ βαθιά – στη φιλοσοφία και τη θρησκεία πρωτίστως. Κι απλώνεται και εισδύει και εις την πολιτικήν και την ηθικήν – συγκρητισμός, ρε παιδί μου, για να συνεννοηθούμε. Ο Απόλλων Ρα. Που ήτο ϩⲱⲣ, δηλαδή Χόορ, δηλαδή Ώρος – πιάσ’ τ’ αυγό και κούρευτο.

Διότι δεν υπάρχει παρθενογένεση στον άνθρωπο κύριε, αυτό είναι το θέμα. Ό,τι κι αν φτιάξεις θα συνίσταται από άλλα προϋπάρξαντα. Ό,τι κι αν συνθέσεις, ορίστε, σύνθεση θα κάνεις. Το λέει και η λέξη. Ένας άπαξ έφτιαξε εκ του μηδενός, κι όλοι οι άλλοι έκτοτε απλώς χοροπηδάμε γύρω απ’ τον μονόλιθο, ανακατεύουμε την τράπουλα και αποδεικνύουμε άλλοτε ότι αυτός υπάρχει κι άλλοτε πως όχι. Ωσάν το ένα να απέκλειε το άλλο.

Μες σ’ αυτό το ανακάτεμα ούτε όνειρο δε μπορείς να δεις καταδικό σου. Ακόμη κι εκεί, το δικό σου είναι ο τρόπος που τα συνθέτεις αυτά που βλέπεις, αλλά όχι τι βλέπεις. Τα πράματα που περνάν από την οθόνη είναι τα ήδη γνωστά. Κανείς δε βλέπει όνειρα όπου παίζουν άγνωστα πράματα.

Τέλος πάντων αλλά επειδή είμεθα και τύποι που χρησιμοποιούμε τον λόγον δια να σκεπτόμεθα, τον λόγον κατά την έννοια τής ομιλίας και της λέξεως δηλαδή, δίνουμε και ονομασίες για να ξέρουμε τι λέμε. Αλλά μετά τις ονομασίες αυτές τις κάνουμε και φυλακές και κουτάκια και τσεκ λιστ, και κλείνουμε μέσα τα πράματα, τέτοιοι είμαστε, αυτό είναι το τάδε, εκείνο είναι το δείνα, και νομίζουμε ότι συνεννοούμαστε, και πιθανότατα συνεννοούμαστε κι όλας, αλλά επίσης τα πράματα άμα είσαι τέτοιος τύπος φοβητσιάρης και τα βάνεις σε κατηγορίες, φεύγουν από κει κι εσύ νομίζεις ότι τα ’χες αλλά τα ’χασες.

Ένι γουέι, ως εάν να μην ήτο το πιο φυσικό πράμα του κόσμου, λες και είναι κάτι καινοφανές, ε, στην αρκιτεκτούρα αυτό, που παίρνεις δηλαδή τα πιο καλυτερότερα και χωρίς κάποιον κοινά αποδεκτό μπούσουλα τα συνδυάζεις ευπροσώπως μεν, κατά το δοκούν δε, αυτό το λέμε εκλεκτικισμό.

Βασιλίσσης Σοφίας 103 και Χατζηκώστα 1. Σε ώρα που το φίλιο άστρο έχει δουλειά στην άλλη πλευρά του πλανήτη, οπότε στην από δω οι άνθρωποι έχουν ανάψει τα φώτα.

Βράδυ το λένε αυτό.







Σχόλια

Δημοσίευση σχολίου

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Αθήναι

Φαντάσου έχεις, λέει, μια γλώσσα, ωραία και καλή, και τη μιλάς σ’ ένα μικρό χωργιό που διατηρείς κάπου σε μια εύκρατη περιοχή τού κόσμου. Δεντράκια, ποταμάκια, αμπελάκια, κι έναν Παρθενώνα να σου βρίσκεται. Και φαντάσου ότι πας καλά, οι δουλειές, τα παιδιά, ψωνίζει ο κόσμος, κάτι μοντελάκια που θα γίνουν παγκοσμίως ανάρπαστα εις το διηνεκές, έλα όμως που οι καιροί αλλάζουν, χωργιό με χωργιό τα τσουγκρίζετε, δε βρίσκετε άκρη, ο κόσμος σας είναι πολύ μικρός, γινόστε μπάχαλο, και νάσου εμφανίζεται ένα πιο ρωμαλέο χωργιό και πιο φρέσκο, κάπου στον Βορρά, άλλο πολίτευμα, πιο ορεξάτο απ’ το δικό σου, ανανεωμένο, και σας βάνει σε σειρά, άλλο πνεύμα, μιλάει τη γλώσσα σου, τη βρίσκει πολύ γκιουζέλ και πολύ αποτελεσματική, παίρνει και μερικούς από τους πιο καλούς σου για δασκάλους των παιδιών του, και το καζάνι αρχινάει να κοχλάζει. Ίδιο προϊόν, ίδια μοντελάκια, άλλο μάρκετινγκ. Άλλες τακτικές πωλήσεων. Κι ενώ έτσι έχουν τα πράματα, αίφνης μια Κυριακή και μια γιορτή, μια πίσημον ημέρα, ένας τύπο...

Λιμήν

Лиман. Διαβάζεται λιμάν. Και θα πει λιμάνι – τι άλλο να πει. Αλλά μια στιγμή. Δεν είναι απ’ τα ελληνικά. Είναι απ’ τα τούρκικα. Βαστιέσαι; Βαστήξου: τα ρώσικα δεν την πήραν τη λεξούλα από τα ελληνικά, γιατί και τα ελληνικά από τα τούρκικα την έχουν πάρει. Ξαναβαστήξου. Υπήρχε μια αρχαία λεξούλα, λειμών. Ελληνικά. Το υγρό λιβάδι. Και καθώς οι λεξούλες ταξιδεύουν και μιλάν για πράγματα που μεταξύ τους μοιάζουν, λειμών σήμαινε κι εκείνο το άλλο το υγρό και ζεστό και φιλόξενο πράμα που ξέρεις. Συνεννοηθήκαμε; Μπράβο. Αυτό εκτιμώ σε σένα: την αντιληπτικότητά σου. Και ταξίδευε που λες η λεξούλα, τι ευλείμων – με ωραία παχιά λιβάδια, τι λειμώνιος – ο του λιβαδιού, τι λειμακίδες – οι νύμφες αυτών των υγρών και ζεστών μερών, αυτές που σου παίρνουν τη μιλιά και μένεις ευσεβής μεν, άλαλος δε. Τέλος πάντων, μην τα πολυλογούμε, αυτό το καταφύγιο, ο λειμών, κάνει μια παφ και τραβάει μια μετάπτωση, ένα άμπλαουτ που λένε οι γλωσσοτέτοιοι, και τσουπ, προκύπτει ο λιμήν, να σε περικλείει και να σε προστα...

Ἡ μαμμὴ καὶ οἱ Νεράιδες

  Ἡ μαμμὴ καὶ οἱ Νεράιδες. Νικολάου Γ. Πολίτου: Μελέται περί του βίου και της γλώσσης του Ελληνικού λαού. Εκδόσεις «Ιστορική Έρευνα». Τηλ. 3637.570 και 3629.498. Αφηγείται ο Κώστας Παπαλέξης.