Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Επική γκάφα


Αναρωτιόμασταν σήμερα αν «είναι σωστή η φράση “επική γκάφα” [αφού] “γκάφα” είναι ενέργεια που γίνεται από άγνοια ή από επιπολαιότητα ενώ [το επίθετο] “επική” υπονοεί κάποιο κατόρθωμα;»

Ίσως το ερώτημα είναι συναρπαστικό. Γιατί δεν είναι απομονωμένο. Γιατί συχνά διατυπώνονται τέτοιου τύπου ερωτήματα. Και γιατί αυτά οδηγούν, κατά τη γνώμη μας, σε σκέψεις. Αν, λοιπόν αυτές μάς επιτρέπονταν:

Είναι εύλογο, αν ακούμε γύρω μας τη γλώσσα να χρησιμοποιείται με απροσδόκητο τρόπο, κι εφόσον βρισκόμαστε εντός κάποιου κοινώς αποδεκτού κανονισμένου γλωσσικά πλαισίου (π.χ. σε μια τάξη σχολείου), είναι εύλογο, αν όχι επιβεβλημένο, να προτείνουμε τη διόρθωση του «λάθους», ιδίως αν είμαστε εντεταλμένοι για κάτι τέτοιο.

Αλλά όταν η γλώσσα κάνει τα χορευτικά της, είναι άραγε λειτουργικό να αναρωτιόμαστε αν αυτά είναι σωστά ή όχι; Μια (ίσως αναπάντεχη για μάς) χρήση, όσο κι αν αντίκειται σε όσα γνωρίζουμε ή αισθανόμαστε, δεν είναι πιο λειτουργικό, τουλάχιστον κατ’ αρχήν, να προσεγγίζεται ως φαινόμενο άξιο διερεύνησης παρά ως λάθος;

Βέβαια, στην ομάδα αυτή οδοιπορούμε κάπου ανάμεσα στα δύο: είμαστε μεν εδώ γιατί αποδεχόμαστε την ύπαρξη κανονιστικού πλαισίου, που μάλιστα διερευνούμε και αποσαφηνίζουμε όποτε χρειάζεται, αλλά δεν είμαστε και σχολείο, ούτε έχουμε μαθητές, ούτε βεβαίως έχουμε κανονιστική δικαιοδοσία. Γνωρίζουμε δηλαδή ότι το κανονιστικό πλαίσιο που συναποδεχόμαστε, είναι απλώς μια τρέχουσα αποτύπωση που προκύπτει από την επιστημονική θεώρηση του καθόλου γλωσσικού φαινομένου, χωρίς όμως να έχει κανονιστική ισχύ απέναντί του.

Επομένως, εφόσον αγαπάμε τη γλώσσα, αγαπάμε και τις ιδιότητές της και τις διαδρομές της. Αν κάποια χρήση της μας εντυπωσιάζει, διερευνούμε ποιος ακριβώς κανόνας (που δεν γνωρίζαμε) την περιγράφει και την εξηγεί. Αν βεβαιωθούμε ότι τέτοιος κανόνας δεν υπάρχει, συμπεραίνουμε ότι ίσως βρισκόμαστε μπροστά σε κάποια εξέλιξη, σ’ έναν αχαρτογράφητο δρόμο, οπότε μάλλον χρειάζεται ένας νέος κανόνας γι’ αυτόν. Αλλά σίγουρα δεν μιλάμε για λάθος. Τι θα πει λάθος; Αν κάποια χρήση βρίσκεται γενικευμένα στα χείλη των φυσικών ομιλητών, είναι σωστή μπάι ντιφόλτ, που λένε και στα χωριά. Έτσι δεν είναι;

Αλλά για να γυρίσουμε στο αρχικό ερώτημα: ακόμη κι αν δεν συμφωνήσουμε ότι οι παραπάνω σκέψεις είναι λειτουργικό να διέπουν τη στάση μας απέναντι στα «λάθη» της γλώσσας, η «επική γκάφα» επ’ ουδενί είναι «λάθος». Το σχήμα είναι συνομήλικο του ανθρώπου. Η καθ’ υπερβολήν απόδοση χαρακτηρισμών που αιφνιδιάζουν αλληλοαναιρούμενοι (επική γκάφα, μνημειώδης μαλακία, ουρανομήκης ηλιθιότητα, glorious bastards) είναι, δόξα τω θεώ, αρχαίος μηχανισμός. Λέγεται οξύμωρον. Δια του αστεϊσμού, της ειρωνείας και της ανατροπής μάς βοηθά να προσεγγίσουμε τα πράγματα με νέους τρόπους.

Γιατί δόξα τω θεώ; Διότι αν η γλώσσα δεν ήταν τα σφάλματά της, οι ακυρότητες, τα αιφνίδια σχήματα, τα οξύμωρα και οι απρόσμενες χρήσεις της, θα ήταν γλώσσα μηχανής. Θα ήταν απόδειξη ότι η σκέψη μας είναι κλινικά νεκρή.

Εφιαλτικό;


-------------------------------------

Γραμμένο για την ομάδα «Μιλάμε σωστά, γράφουμε σωστά». Δημοσιεύμενο στις 17/12/24.










Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Αθήναι

Φαντάσου έχεις, λέει, μια γλώσσα, ωραία και καλή, και τη μιλάς σ’ ένα μικρό χωργιό που διατηρείς κάπου σε μια εύκρατη περιοχή τού κόσμου. Δεντράκια, ποταμάκια, αμπελάκια, κι έναν Παρθενώνα να σου βρίσκεται. Και φαντάσου ότι πας καλά, οι δουλειές, τα παιδιά, ψωνίζει ο κόσμος, κάτι μοντελάκια που θα γίνουν παγκοσμίως ανάρπαστα εις το διηνεκές, έλα όμως που οι καιροί αλλάζουν, χωργιό με χωργιό τα τσουγκρίζετε, δε βρίσκετε άκρη, ο κόσμος σας είναι πολύ μικρός, γινόστε μπάχαλο, και νάσου εμφανίζεται ένα πιο ρωμαλέο χωργιό και πιο φρέσκο, κάπου στον Βορρά, άλλο πολίτευμα, πιο ορεξάτο απ’ το δικό σου, ανανεωμένο, και σας βάνει σε σειρά, άλλο πνεύμα, μιλάει τη γλώσσα σου, τη βρίσκει πολύ γκιουζέλ και πολύ αποτελεσματική, παίρνει και μερικούς από τους πιο καλούς σου για δασκάλους των παιδιών του, και το καζάνι αρχινάει να κοχλάζει. Ίδιο προϊόν, ίδια μοντελάκια, άλλο μάρκετινγκ. Άλλες τακτικές πωλήσεων. Κι ενώ έτσι έχουν τα πράματα, αίφνης μια Κυριακή και μια γιορτή, μια πίσημον ημέρα, ένας τύπο...

Ἡ μαμμὴ καὶ οἱ Νεράιδες

  Ἡ μαμμὴ καὶ οἱ Νεράιδες. Νικολάου Γ. Πολίτου: Μελέται περί του βίου και της γλώσσης του Ελληνικού λαού. Εκδόσεις «Ιστορική Έρευνα». Τηλ. 3637.570 και 3629.498. Αφηγείται ο Κώστας Παπαλέξης.

Συγγνώμη

Συγγνώμη που σ’ αγάπησα πολύ. Έτσι λέει το τραγούδι. Βαρύ και μελαγχολικό. Δραματικό. Παθιασμένο. Συγγνώμη που σ’ αγάπησα πολύ, δεν ξέρω να αγαπώ όμως πιο λίγο. Συγνώμη που σ’ αγάπησα πολύ, μα βρήκα το κουράγιο και θα φύγω.[1] Αλλά για στάσου βρε αδερφέ. Από πού κι ως πού συγγνώμη! Ζητάς συγγνώμη που αγάπησες; Στάσου ματάκια μου, μια στιγμή, να το καταλάβουμε: πώς γίνεται – τι κακό έκανες που αγάπησες; Ή μήπως κακό που αγάπησες πολύ; Εκτός μην είσαι ψιλοκουφαλίτσα, Μήτσο μου, τώρα που το σκέφτομαι. Όχι δηλαδή ότι αγάπησες – αυτό τι κακό να κάνει. Μήπως τον θέλησες, πουλάκι μου, να τον φας. Γιατί άλλο το ’να κι άλλο τ’ άλλο. Μόνο τότε τσινάει ο άλλος – αν τον θέλησες εσύ και δε θέλησε αυτός – να τα λέμε τα πράματα με τ’ όνομά τους. Και μάλιστα αν τον έπνιξες. Έτσι δεν είναι Μήτσο μου; Βέβαια. Έτσι είναι Μήτσο μου. Κι όχι μόνο τον έπνιξες, αλλά με το που σ’ έκλασε και την έφαγες τη χυλόπιτα, το γύρισες στη χριστιανοσύνη: συγγνώμη που σ’ αγάπησα. Και κοτσάρισες και το «πολύ» ν...