
– Ένα κάτι τις Πρωτοχρονιάτικο θα ήθελα!
– Βασίλειος, κύριε!
– Πώς; Τι Βασίλειος; Δηλαδή;
– Καλέ, Βασίλειος ο εκ Καππαδοκίας; Δε σας λέει κάτι;
– Θα ’πρεπε;
– Έλλην, κύριε! Χριστιανός επίσκοπος της Καισαρείας.
– Τι μου λέτε!
– Βεβαίως! Μέγιστος θεολόγος. Ένας από τους Τρεις Ιεράρχες! Γρηγόριος ο Θεολόγος και Ιωάννης ο Χρυσόστομος οι άλλοι δύο.
– Φοβάμαι πως υπάρχει παρεξήγηση...
– Δεν τους ξέρετε;
– Ε... Θα σας γελάσω και δεν το θέλω...
– Σπουδαίοι καλέ! Και οι τρεις! Πατέρες της Εκκλησίας!
– Δεν ξέρω αν είναι αυτό που ζητώ...
– Θαυμαστής του Ωριγένη, κύριε! Αλλά καθόλου αλληγορικός ο ίδιος.
– Σοβαρολογείτε τώρα;
– Αλίμονο! Μέγας μελετητής και γνώστης της ελληνικής φιλοσοφίας! Αυτός την έφερε στα μέτρα του Χριστιανισμού. Σπουδαίος κριτικός. Και μεγάλος πολέμιος του Αρείου.
– Σας λέω: υπάρχει παρεξήγηση.
– Τι παρεξήγηση;
– Κύριε, κάτι Πρωτοχρονιάτικο σας ζήτησα. Κάτι να πουλάει. Τι θα πουλήσουμε, Ωριγένη και Άρειο; Είστε σοβαρός;
– Α, μα δεν καταλάβατε! Ήταν και πολύ λαϊκός τύπος ο τύπος!
– Αν και κουλτουριάρης;
– Βεβαίως! Έκανε και θαύματα!
– Ο Βασίλειος;
– Προσωπικώς!
– Ήτο, δηλαδή, διάσημος;
– Ναι, καλέ! Βεβαίως! Κάποτε είχαν μπει εχθροί στην Καισάρεια. Και κλέψαν τα χρυσαφικά. Όλα τα πάντα. Και τι έκανε ο Βασίλειος παρακαλώ;
– Εσείς να μου πείτε!
– Τα βρήκε όλα τα κοσμήματα! Θαύμα! Θαύμα!
– Σωπάτε!
– Μη σώσω! Κι έφκιασε μια τεράστια πίτα, μεγάλη μεγάλη, και τα ’βαλε όλα μέσα. Και τους φώναξε όλους και παίρναν όλοι από ένα κομμάτι! Και ξανά μανά θαύμα! Ό,τι χρυσαφικό είχε μέσα το κομμάτι, γινόταν δικό του, όποιου του τύχαινε!
– Εδώ αποκτά ενδιαφέρον το πράμα...
– Είδατε;
– Τς, τς... Αναδιανομή!
– Βέβαια! Γι’ αυτό σας λέω: πατέρας ξεπατέρας, ήταν και πολύ λαϊκό παιδί. Στην καρδιά τους τον είχαν όλοι!
– Μπα!
– Βεβαίως!
– Αυτό με την πίτα μ’ άρεσε! Πίτες θα φτιάχνουμε. Πίτες του Βασιλείου.
– Βεβαίως. Βασιλόπιτες. Έτσι θαν τις λέμε! Όλοι θα αγοράζουν.
– Πάρε κόσμε! Η πίτα η τυχερή!
– Βεβαίως!
– Και θα βάζουμε μέσα κι ένα κάτι τις! Ένα πραματούλι.
– Αμέ! Κι όποιος το βρίσκει, σε καλό θα του βγαίνει! Τύχη! Γούρι!
– Ωραίο. Αλλά πάλι...
– Τι;
– Πώς θα το δέσουμε, βρε παιδί μου;
– Ποιο να δέσουμε;
– Πώς να το κάνουμε να ’ρθεί να κολλήσει. Να γίνει Πρωτοχρονιάτικο θέλουμε!
– Εγώ, καλέ! Σας την έχω τη λύση!
– Ακούω.
– Επέτειο θα το κάνουμε. Ο Βασίλειος εγκατέλειψε τον μάταιο τούτο κόσμο μόλις στα 49 του! 31 Δεκεμβρίου! Πρώτη Ιανουαρίου ήταν η κηδεία του!
– Σοβαρά;
– Αμ τι!
– Ααα, αρχίζει και δένει.
– Βέβαια!
– Βασιλείου του Μεγάλου!
– Αμέ!
– Θα τον γιορτάζουμε!
– Παντοιοτρόπως!
– Όλοι θα γιορτάζουν!
– Φυσικά!
– Οι Βασίληδες, οι Βασιλικές...
– Οι πάντες!
– Οι Βασιλόπουλοι...
– Το παρατραβάτε...
– Γιατί;
– Όχι επώνυμα! Δεν παίζουν επώνυμα. Οι Νικολόπουλοι δηλαδή θα γιορτάζουν του Αγίου Νικολάου;
– Τι είπατε τώρα!
– Τι είπα;
– Νικολάου δεν είπατε; Φοβερή ιδέα!
– Ακούω!
– Σάντα Κλάους!
– Τι ’ν’ τούτο;
– Που φέρνει δώρα!
– Δηλαδή;
– Δώρα, καλέ! Δώρα στα παιδιά. Ο Άγιος των Δώρων. Ο Άη Νικόλας!
– Άσχετο!
– Καθόλου. Ο Άη Νικόλας που έριχνε νομίσματα τη νύχτα στα σπίτια των φτωχών. Από τ’ ανοιχτά παράθυρα! Ο των Μύρων και των Δώρων. Να την η γιορτή που θέλουμε!
– Αυτά είναι των Φράγκων. Εμείς για τον Βασίλειο μιλάγαμε.
– Μην είστε χαζός. Ο Άγιος των Χριστουγέννων. Ο Father Christmas. Ταυτότητα θα του ζητήσουμε; Θα τον πάμε για εξακρίβωση;
– Μα αυτός είναι Χριστούγεννα. Εμείς Πρωτοχρονιά δε λέγαμε;
– Δεν έχει σημασία. Θαν τα μπουρδουκλώσουμε!
– Τώρα καταλαβαίνω πού το πάτε!
– Αμέ! Saint Nicholas. Weihnachtsmann. Άη Νικόλας ο Χριστούγεννας. Ποιος θα κάτσει να θυμηθεί τη διαφορά. Άγιος ας είναι και δώρα να φέρνει. Δε θα κολλήσω τώρα ’γω πότε θα ’ρθει, Χριστούγεννα ή Πρωτοχρονιά!
– Αχ, τι καλά που τα λέτε!
– 圣诞老人.
– Πώς;
– 圣诞老人!
– Θέλετε να μου εξηγήσετε;
– Κνέζικα, φίλε μου! Στα Κινέζικα!
– Παρακαλώ;
– Ο Άη πώς τον λεν, ο Κινέζος. Θα φέρνει δώρα στα παιδιά!
– Ο Κινέζος;
– Ναι καλέ!
– Μα δεν έχουν σχέση οι Κινέζοι με τη Χριστιανοσύνη!
– Χαχαχα! Πτωχέ φίλε μου! Έχουν όμως σχέση με τα δώρα!
– Δηλαδή;
– Θα σας το κανονίσω εγώ. Όλα τα δώρα θα φτιάχνονται στην Κίνα!
– Μπα!
– Φτήνια, αγαπητέ μου. Τα φτηνότερα μεροκάματα!
– Καλέ δεν το πιστεύω! Προ ουδενός ορρωδείτε.
– Αμ τι λέμε! Ο Άη Νικόλας με τα δώρα και ο Άη Βασίλης τής 1ης Ιανουαρίου, κι ο Άη Χριστούγεννος, κι ο Αγιανύχτας και οι Τρεις Μάγοι...
– Αυτό πάλι πού κολλάει;
– Los Reyes Magos.
– Εκλιπαρώ τη συγγνώμη σας;
– Οι Μάγοι με τα δώρα καλέ. Χρυσόν, λίβανον και σμύρνα δεν πήγαν στο Βρέφος;
– Μάλιστα!
– Ε, τώρα θα πηγαίνουν αυτοκινητάκια και κουκλίτσες στα παιδάκια απανταχού!
– Για τον Βασίλειο μιλούσαμε!
– Ε, οι Λατινοαμερικάνοι τούς Βασιλιάδες Μάγους ξέρουν. Αυτοί θα τους τα πηγαίνουν τα δώρα.
– Είστε δαιμόνιος!
– Μέσα απ’ τις καμινάδες!
– Οι τρεις μάγοι;
– Ο Άη Βασίλης!
– Και πώς θα γίνεται αυτό;
– Όπως έκανε κι ο Άη Νικόλας: αν τα πορτοπαράθυρα ήταν κλειστά, μέσ’ απ’ την καμινάδα το ’ριχνε το νόμισμα!
– Άη Νικόλας είπατε;
– Βεβαίως.
– Άη Βασίλη λέγαμε εδώ.
– Αμάν χριστιανέ μου, ληξιαρχείον είμεθα; Δώρα να φέρνει, κι ας λέγεται όπως θέλει!
– Απίστευτο!
– Дядо Коледа.
– Αυτό τι είναι;
– Βουλγάρικα!
– Ελάτε τώρα!
– Ο καθένας κατά πώς τον βολεύει θαν τον λέει. Ο Βούλγαρος είναι ο Παπππούς Χριστούγεννος.
– Απίστευτο!
– Και Дядо Мраз. Ο Παππούς Χιονιάς!
– Πω πω!
– Κι οι Ιταλοί έτσι θα τον λεν: Babbo Natale. Ο Πατέρας Χριστούγεννος! Και οι Γάλλοι: Père Noël. Και οι Ισπανοί: Papá Noel y los regalos de Navidad. Ο Πατέρας Χριστούγεννος και τα δώρα των Χριστουγέννων. Κι οι Πορτογάλοι: Papai Noel. Χρυσές δουλειές θα κάνουμε!
– Και πώς θα μπαίνει απ’ τις καμινάδες;
– Joulupukki.
– Τουρλουμπούκι;
– Joulupukki κύριε. Φινλανδικά. Λαπωνία! Και Jultomten. Σουηδικά. Χιόνια. Έλκηθρο. Κουδουνάκια. Τάρανδοι. Θα ’ρχεται από ψηλά...
– Αχταρμά μού τα κάνατε!
– Όχι καλέ, μην ψαρώνετε. Πακέτο θα πηγαίνουν όλα. Θα ’χει ο καθένας μας κάτι γνώριμο να φαντάζεται, κι όλοι μαζί κι από κάτι εξωτικό να ονειρευόμαστε. Κάτι παραμυθένιο. Κι όλοι ευτυχισμένοι θα ’μαστε!
– Τι λέτε!
– Βεβαίως! Τα δώρα να ’ρχονται. Αυτό είναι το ζητούμενο! Ο Μέγας Δωρητής!
– Μπα σε καλό σας!
– Αμέ! Η Μεγάλη Αφορμή. Ένας λόγος να πάρουμε και να δώσουμε το κάτι τις μας. Όλοι θέλουμε να πάρουμε, κι όλοι θέλουμε να δώσουμε ένα δώρο. Τη μέρα πρέπει να ορίσουμε. Την αφορμή. Το πρόσχημα. Οπότε θα φτιάξουμε τον Άγιο Δώρο! Να μην ανταλλάσσουμε δώρα στο ξεκάρφωτο! Να έχουμε τη Διεθνή Νομιμότητα του Δώρου με το μέρος μας! Με πιάνετε;
– Καλέ είστε δαιμόνιος!
– Λοιπόν, έκλεισε. Βασίλειος. Νικόλαος. Παπα Κρύος. Αγιανύχτας. Όπως θέλετε πείτε τον. Τυλίχτε τον και φύγαμε! Και του χρόνου!
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου