Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Misa Criolla






Creo en Dios, Padre todopoderoso,
Creador de cielo y tierra.

Πιστεύω εις ένα Θεόν, Πατέρα Παντοκράτορα,
Ποιητήν ουρανού και γης.

Μίσα Κριότζα ή Μίσα Κριόσα στα castellano rioplatense, τα Ισπανικά της Αργεντινής και της Ουρουγουάης. Κρεολή Λειτουργία. Λειτουργία στην τοπική γλώσσα. Μια από τις πρώτες Λειτουργίες που γράφτηκαν αμέσως μετά τη Δεύτερη Οικουμενική Σύνοδο του Βατικανού (Βατικανό II, 1962-1965) κατά την οποία, μεταξύ άλλων, επετράπη η χρήση τοπικών καθομιλουμένων αντί της μέχρι τότε χρησιμοποιούμενης Λατινικής κατά τη Θεία Λειτουργία.

Τα μέρη, πάντρεμα του Λατινικού τυπικού και τοπικών λαϊκών υφών: Kyrie (Vidala – Baguala), Gloria (Carnavalito – Yaravi), Credo (Chacarera trunca), Sanctus (Carnaval cochabambino) και Agnus dei (Estilo pampeano).

Ariel Ramírez (1921-2010). Συνθέτης, μαέστρος και πιανίστας. Γιος Ισπανού δασκάλου, μετανάστη στην Αργεντινή. Μελετητής της Αργεντίνικης μουσικής. Κατά παρότρυνση του θρυλικού Atahualpa Yupanqui, παράλληλα με τις μουσικές του σπουδές, γυρίζει όλη τη Βορειοανατολική Αργεντινή και συλλέγει πάνω από τετρακόσια λαϊκά τραγούδια. Ιδρυτής τής Compañía de Folklore Ariel Ramírez.

Και Félix Luna (1925-2009), ο μόνιμος συνεργάτης του. Νομικός, συγγραφέας, δημοσιογράφος, ιστορικός και στιχουργός, γόνος παλιάς οικογένειας της La Rioja με κεντρώες πολιτικές καταβολές (Radical Civic Union).

Tú que quitas los pecados del mundo,
Ten piedad de nosotros.

Συ, ο αίρων τας αμαρτίας του κόσμου
ελέησον ημάς.


----------------------------------------------

Ariel Ramírez, Félix Luna: Misa Criolla. Πριν λίγη ώρα στο Πολεμικό Μουσείο.

Η Χορωδία «Σύγχρονη Έκφραση» με τον Θωμά Λουζιώτη και οι Μελωδοί με τον Γιώργο Ζιάκα. Πιάνο, Θάνος Γιάκας και Αλέξανδρος Μακρής. Τραγούδι, Γιάννης Καλύβας και Σπύρος Κλείσσας. Τσαράνγκο, Pedro Fabian. Κρουστά, Alejandro Diaz Corvalan. Κιθάρα, Herman Mayr. Φλάουτο, Σέργιος Γιώτης.





Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Αθήναι

Φαντάσου έχεις, λέει, μια γλώσσα, ωραία και καλή, και τη μιλάς σ’ ένα μικρό χωργιό που διατηρείς κάπου σε μια εύκρατη περιοχή τού κόσμου. Δεντράκια, ποταμάκια, αμπελάκια, κι έναν Παρθενώνα να σου βρίσκεται. Και φαντάσου ότι πας καλά, οι δουλειές, τα παιδιά, ψωνίζει ο κόσμος, κάτι μοντελάκια που θα γίνουν παγκοσμίως ανάρπαστα εις το διηνεκές, έλα όμως που οι καιροί αλλάζουν, χωργιό με χωργιό τα τσουγκρίζετε, δε βρίσκετε άκρη, ο κόσμος σας είναι πολύ μικρός, γινόστε μπάχαλο, και νάσου εμφανίζεται ένα πιο ρωμαλέο χωργιό και πιο φρέσκο, κάπου στον Βορρά, άλλο πολίτευμα, πιο ορεξάτο απ’ το δικό σου, ανανεωμένο, και σας βάνει σε σειρά, άλλο πνεύμα, μιλάει τη γλώσσα σου, τη βρίσκει πολύ γκιουζέλ και πολύ αποτελεσματική, παίρνει και μερικούς από τους πιο καλούς σου για δασκάλους των παιδιών του, και το καζάνι αρχινάει να κοχλάζει. Ίδιο προϊόν, ίδια μοντελάκια, άλλο μάρκετινγκ. Άλλες τακτικές πωλήσεων. Κι ενώ έτσι έχουν τα πράματα, αίφνης μια Κυριακή και μια γιορτή, μια πίσημον ημέρα, ένας τύπο...

Ἡ μαμμὴ καὶ οἱ Νεράιδες

  Ἡ μαμμὴ καὶ οἱ Νεράιδες. Νικολάου Γ. Πολίτου: Μελέται περί του βίου και της γλώσσης του Ελληνικού λαού. Εκδόσεις «Ιστορική Έρευνα». Τηλ. 3637.570 και 3629.498. Αφηγείται ο Κώστας Παπαλέξης.

Συγγνώμη

Συγγνώμη που σ’ αγάπησα πολύ. Έτσι λέει το τραγούδι. Βαρύ και μελαγχολικό. Δραματικό. Παθιασμένο. Συγγνώμη που σ’ αγάπησα πολύ, δεν ξέρω να αγαπώ όμως πιο λίγο. Συγνώμη που σ’ αγάπησα πολύ, μα βρήκα το κουράγιο και θα φύγω.[1] Αλλά για στάσου βρε αδερφέ. Από πού κι ως πού συγγνώμη! Ζητάς συγγνώμη που αγάπησες; Στάσου ματάκια μου, μια στιγμή, να το καταλάβουμε: πώς γίνεται – τι κακό έκανες που αγάπησες; Ή μήπως κακό που αγάπησες πολύ; Εκτός μην είσαι ψιλοκουφαλίτσα, Μήτσο μου, τώρα που το σκέφτομαι. Όχι δηλαδή ότι αγάπησες – αυτό τι κακό να κάνει. Μήπως τον θέλησες, πουλάκι μου, να τον φας. Γιατί άλλο το ’να κι άλλο τ’ άλλο. Μόνο τότε τσινάει ο άλλος – αν τον θέλησες εσύ και δε θέλησε αυτός – να τα λέμε τα πράματα με τ’ όνομά τους. Και μάλιστα αν τον έπνιξες. Έτσι δεν είναι Μήτσο μου; Βέβαια. Έτσι είναι Μήτσο μου. Κι όχι μόνο τον έπνιξες, αλλά με το που σ’ έκλασε και την έφαγες τη χυλόπιτα, το γύρισες στη χριστιανοσύνη: συγγνώμη που σ’ αγάπησα. Και κοτσάρισες και το «πολύ» ν...