Παρτσίν. Ή κάπως έτσι. پرچین. Με τσου παχύ. Από τα περσικά. Σα φράχτης, ένα πράμα, αλλά από φύλλα κι αγκάθια. Για να εμποδίζει ζώα και τέτοια. Και καμιά φορά απλώς διακοσμητικό.
Το παίρνουν τα τουρκικά και το κάνουν perçin. Περτσίν. Είναι η άκρη του καρφιού που κάνει μια μπαφ κι ανοίγει σα τριαντάφυλλο κι έχεις από δω το κεφάλι κι από πίσω το τριαντάφυλλο. Ήρθε κι έδεσε. Ανοίγει αυτό; Αμ δεν ανοίγει. Τέλος. Ευκολότερα κόβεις τις μεταλλικές πλάκες που συνδέθηκαν μ' αυτό, παρά το πριτσίνι.
Διότι περί αυτού ο λόγος. Στα ρωμαϊκά το είπαμε πρετσίνι και πριτσίνι. Μεταλλικός σύνδεσμος. Τα πριτσίνια, των πριτσινιών, ω πριτσίνια. Καρφί για λαμαρίνες. Άμα κοιτάξεις από κοντά αεροπλάνο, καράβι, ατμομηχανή, ό,τι τέλος πάντων φκιάχνει ο βιομηχανικός άνθρωπος και ό,τι πρέπει να δέσει λαμαρίνες, μόνο πριτσίνια βλέπεις. Το βασίλειο του πριτσινιού.
Η λαμαρίνα! Η λαμαρίνα όλα τα σβήνει! Πώς παίζει ο μπούσουλας, καρτίνι με καρτίνι.
Διότι καρτίνι είναι το quatrini, το τέταρτο του ανεμολογίου να μπορείς να συνεννοηθείς για τη διεύθυνση του ανέμου ή τη δική σου. Και μπούσουλας, η bussola. Που βγαίνει από τη buxida κι αυτή από την πυξίδα. Η οποία πυξίδα βγαίνει απ' το πυξίς και το πύξος. Που θα πει μικρό κουτάκι, βρε. Που βάζεις μέσα κοσμήματα. Κι εργαλειάκια. Και μικροπράματα.
Είδες που μου τρομάζεις; Γιατί, ψυχή μου; Απλά είναι τα πράματα.
Αχ και να καιγόταν το σύμπαν, που λέει και ο γκραφιτάς μας.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου