Καὶ ἰδοὺ δύο εκ των μαθητών ἦσαν πορευόμενοι την ίδια μέρα εἰς κώμην ἀπέχουσαν σταδίους ἑξήκοντα ἀπὸ Ἱερουσαλήμ, με τ’ ὄνομα Ἐμμαούς.
Χάνονται στον χρόνο τα μέρη και τα ονόματα, σκόνη τεθριμμένη, και δεν ξέρεις πού είναι η Εμμαούς. Γεμάτο Εμμαούς το Λεβάντε, εκεί, Ανατολικά από την Κύπρο. Εμμαούς και κοντά στην Ιερουσαλήμ – σταδίους ἑξήκοντα, λέει. Καταπώς τα μετράει ο Ηρόδοτος, δηλαδή 100 οργιές και 6 πλέθρα, άρα 184,87 μέτρα το στάδιον – κοντά ένδεκα χιλιόμετρα σημερινά η Εμμαούς. Από την Ιερουσαλήμ.
Εμμαούς. Και σαν Αμμαούς έχει φθάσει ώς εμάς, και Εμμαούμ και Αμμαούμ. Χαμά ή Χαμάτ. חמת στα εβρέικα. Θερμοπηγή. Ζεστά νερά υποκάτω που αναβλύζουν. Σωτηρίας πηγή.
Και πηγαίναν αὐτοὶ και ὡμίλουν πρὸς ἀλλήλους και για όλα που τους είχαν συμβεί. Και καθώς τα λέγαν, τους πλησίασε εκείνος και περπάταγε μαζί τους. Τι είναι όλ’ αυτά που λέτε ο ένας στον άλλον καί ἐστε σκυθρωποί; Ἀποκριθεὶς δὲ ὁ εἷς, εἶπε πρὸς αὐτόν: σὺ παροικεῖς ἐν Ἱερουσαλὴμ και δεν ξέρεις τι γίνηκε σ’ αυτήν ἐν ταῖς ἡμέραις ταύταις; Και τους λέγει αυτός: ποῖα; Λένε αυτοί σ’ αυτόν: τὰ περὶ Ἰησοῦ τοῦ Ναζωραίου, του προφήτη τοῦ Θεοῦ καὶ παντὸς τοῦ λαοῦ. Που παρέδωκαν αὐτὸν οἱ ἀρχιερεῖς και οι αρχόντοι μας σε καταδίκη θανατική καὶ ἐσταύρωσαν αὐτόν.
Δεν νοείτε και είστε βραδεῖς τῇ καρδίᾳ, εἶπε πρὸς αὐτούς. Και κοντέψαν εἰς τὴν κώμην, καὶ αὐτὸς προσεποιεῖτο πως θα συνέχιζε. Τον κρατήσαν λέγοντες, μείνε μεθ᾿ ἡμῶν! Τέλειωσε ἡ ἡμέρα. Καὶ εἰσῆλθε να μείνει μαζί τους. Και έγειραν στα ανάκλιντα να φάνε. Και λαβὼν τὸν ἄρτον εὐλόγησε. Τον έκοψε και τους έδινε.
Κι αὐτῶν διηνοίχθησαν οἱ ὀφθαλμοί. Και τον κατάλαβαν.
Και τότε αὐτὸς ἄφαντος ἐγένετο ἀπ᾿ αὐτῶν.
Άφαντος.
Κλεόπας ὁ εἷς ἐκ τῶν δύο. Καὶ εἷς ἐκ τῶν Ἑβδομήκοντα. Ή Κλωπᾶς. Και αραμαϊκά, Qlopha, δηλαδή קלופא. Ή μπας κι ήταν ελληνικά, Κλεόπατρος; Μάλλον όχι. Αλλά ποιος να γνωρίζει σίγουρα. Μέρη της οικουμένης —δηλαδή της κατοικουμένης— ήσαν τότε αυτά. Του σύμπαντος κόσμου. Ελληνικά με χωνεμένες πάσες τις γλώσσες του Ισραήλ. Σαν βυζαντινό ψηφιδωτό. Αληθές δια της πολυμορφίας. Ο κόσμος μια συναρμογή.
Το ανάγνωσμα ἐκ τοῦ κατὰ Λουκᾶν. Όνομα που έρχεται από τα βάθη. Λύκος, לוקאס, lux και φως.
Ο Λουκάς ήταν ιατρός.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου