Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Και όμως... υπάρχει



Ήταν κάποιος και είχε δυνάμεις εξαιρετικές. Το κάτι άλλο. Το ανώτερο. Το άπιαστο.

Και δημιουργεί, που λέτε, έναν κόσμο. Τον κοιτάζει από δω, τον κοιτάζει από κει, τον κόσμο αυτόν, βεβαιώνεται ότι καλός ει, και όλα καλά.

Και τον πιάνει και μια... μανία να την πω; Τάση αυτοκαταστροφής; Δεν ξέρω πώς να το χαρακτηρίσω. Κάτι ανεξέλεγκτο. Μια έμπνευση, ρε παιδί μου – ας το θέσω έτσι. Ένα γκλιτς στο μυαλό του. Και μαζί με όλα τ' άλλα τα θαυμαστά που έφτιαξε, φτιάχνει και την κορωνίδα: ένα ζωντανό που να του μοιάζει απολύτως. Φτυστό.

Τα εγκαθιστά σ' έναν κήπο, λοιπόν, ένα σερνικό κι ένα θηλυκό, και κανονίζει, χωρίς να φαίνεται ότι αναμίχθηκε, να φάνε οι νεόνυμφοι από τον καρπό της γνώσης. Διότι πώς θα ήταν φτυστό το δημιούργημα, άμα δεν είχε κι απ' αυτό που σου προσδίνει ο καρπός!

Εδώ ν' ανοίξω μια παρένθεση: δικός του ο κόσμος, δικά του τα δημιουργήματα, δικό του και το πλάσμα που του μοιάζει, κι όμως, το πλάσμα ακόμη πιστεύει ότι φταίει εκείνο που έφαγε απ' το μήλο! Το σημειώνω γιατί είναι σημαντικό να καταλάβουμε τη φάση στην οποία βρίσκεται το μυαλό του πλάσματος. Τέλος της παρένθεσης.

Κανονίζει, λοιπόν, τα πλάσματά του, του ζώου με τις ενοχές περιλαμβανομένου, να διατηρούν περίπου σταθερές πληθυσμιακές αναλογίες και, σε γενικές γραμμές, και περίπου σταθερό πληθυσμό. Σαν καλός νοικοκύρης κάτι καταστροφές κανονίζει κατά καιρούς, κάτι πανούκλες, κάτι δεινόσαυρους, κάτι κατακλυσμούς —μέχρι και μετεωρίτες έχει φροντίσει να στείλει— δήθεν κατά σύμπτωση, ξέρετε τώρα, έτσι ώστε να μην παραβαρύνει το πλοίο.

Όμως ο κατ' εικόνα και ομοίωσιν που λέγαμε, όπως άλλωστε επέπρωτο, έχει αρχίσει και πειράζει την καρδιά του συστήματος. Ανοίγει το καπό να δει τι έχει μέσα, φτιάχνει δικά του ανταλλακτικά, κ.λπ. Όμως, προτού να είναι σε θέση ο ίδιος να κρατά τον πληθυσμό σταθερό, βρίσκεται στην ευχάριστη —νομίζει— θέση να αυξάνει γεωμετρικά το προσδόκιμο της δικής του ζωής.

Δεν είναι το μόνο – το πλάσμα έχει κάνει κι άλλα διάφορα κουλά και ασυμμάζευτα, αλλά έτσι είναι άμα έχεις μυαλό, κι αυτό είναι άλλης ώρας συζήτηση. Πάμε παρακάτω.

Ο δημιουργός που λέγαμε φυσικά και προσπαθεί να σώσει την κατάσταση. Με τις καταστροφούλες του, με τις επιδημίες του – και ορθώς ποιεί. Και με τους ιούς του. Σα φαντασματάκια δουλεύουν αυτά του τα δημιουργήματα! Μασκέ. Τα κάνουν λίμπα, και το πλάσμα το δημιουργηθέν δεν έχει ακόμη βρει τρόπο να επιληφθεί. Μάλιστα!

Το βλέπω εδώ και ώρα: ετοιμάζεστε να ρωτήσετε πού το πάω. Τι επιτέλους προσπαθώ να πω;

Ε, αυτό που κανόνισε οι δικοί του αντιπρόσωποι να διαβεβαιώνουν τους πιστούς του ότι ο ιός δεν διαδίδεται με τις τελετουργίες τους και ότι μπορούν να πίνουν από το ίδιο κουταλάκι εκατοντάδες άτομα, συνήθως μάλιστα νεαρότατα ή γεροντότερα —από τις τελετουργίες αυτές απουσιάζουν συνήθως όσοι βρίσκονται σε ηλικία αναπαραγωγής— ότι κανόνισε λοιπόν τέτοιο πράμα, αυτό τα ξεπερνάει όλα! Είναι το απόλυτο.

Μα, θα μου πείτε: προς τι η έκπληξη; Πάνσοφος, δεν είπαμε; Και παντοδύναμος; Θα τον έβρισκε τον τρόπο. Κάτι θα κανόνιζε.

Φύλαξα το καλύτερο για το τελος: στον κόσμο εκείνο είναι πάρα πολλοί εκείνοι που δεν πιστεύουν πως εκείνος υπάρχει. Αυτοί όμως που συμμετέχουν στις τελετουργίες που λέγαμε συγκαταλέγονται στους απολύτως πεπεισμένους για το αντίθετο.



Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Αθήναι

Φαντάσου έχεις, λέει, μια γλώσσα, ωραία και καλή, και τη μιλάς σ’ ένα μικρό χωργιό που διατηρείς κάπου σε μια εύκρατη περιοχή τού κόσμου. Δεντράκια, ποταμάκια, αμπελάκια, κι έναν Παρθενώνα να σου βρίσκεται. Και φαντάσου ότι πας καλά, οι δουλειές, τα παιδιά, ψωνίζει ο κόσμος, κάτι μοντελάκια που θα γίνουν παγκοσμίως ανάρπαστα εις το διηνεκές, έλα όμως που οι καιροί αλλάζουν, χωργιό με χωργιό τα τσουγκρίζετε, δε βρίσκετε άκρη, ο κόσμος σας είναι πολύ μικρός, γινόστε μπάχαλο, και νάσου εμφανίζεται ένα πιο ρωμαλέο χωργιό και πιο φρέσκο, κάπου στον Βορρά, άλλο πολίτευμα, πιο ορεξάτο απ’ το δικό σου, ανανεωμένο, και σας βάνει σε σειρά, άλλο πνεύμα, μιλάει τη γλώσσα σου, τη βρίσκει πολύ γκιουζέλ και πολύ αποτελεσματική, παίρνει και μερικούς από τους πιο καλούς σου για δασκάλους των παιδιών του, και το καζάνι αρχινάει να κοχλάζει. Ίδιο προϊόν, ίδια μοντελάκια, άλλο μάρκετινγκ. Άλλες τακτικές πωλήσεων. Κι ενώ έτσι έχουν τα πράματα, αίφνης μια Κυριακή και μια γιορτή, μια πίσημον ημέρα, ένας τύπο...

Λιμήν

Лиман. Διαβάζεται λιμάν. Και θα πει λιμάνι – τι άλλο να πει. Αλλά μια στιγμή. Δεν είναι απ’ τα ελληνικά. Είναι απ’ τα τούρκικα. Βαστιέσαι; Βαστήξου: τα ρώσικα δεν την πήραν τη λεξούλα από τα ελληνικά, γιατί και τα ελληνικά από τα τούρκικα την έχουν πάρει. Ξαναβαστήξου. Υπήρχε μια αρχαία λεξούλα, λειμών. Ελληνικά. Το υγρό λιβάδι. Και καθώς οι λεξούλες ταξιδεύουν και μιλάν για πράγματα που μεταξύ τους μοιάζουν, λειμών σήμαινε κι εκείνο το άλλο το υγρό και ζεστό και φιλόξενο πράμα που ξέρεις. Συνεννοηθήκαμε; Μπράβο. Αυτό εκτιμώ σε σένα: την αντιληπτικότητά σου. Και ταξίδευε που λες η λεξούλα, τι ευλείμων – με ωραία παχιά λιβάδια, τι λειμώνιος – ο του λιβαδιού, τι λειμακίδες – οι νύμφες αυτών των υγρών και ζεστών μερών, αυτές που σου παίρνουν τη μιλιά και μένεις ευσεβής μεν, άλαλος δε. Τέλος πάντων, μην τα πολυλογούμε, αυτό το καταφύγιο, ο λειμών, κάνει μια παφ και τραβάει μια μετάπτωση, ένα άμπλαουτ που λένε οι γλωσσοτέτοιοι, και τσουπ, προκύπτει ο λιμήν, να σε περικλείει και να σε προστα...

Ἡ μαμμὴ καὶ οἱ Νεράιδες

  Ἡ μαμμὴ καὶ οἱ Νεράιδες. Νικολάου Γ. Πολίτου: Μελέται περί του βίου και της γλώσσης του Ελληνικού λαού. Εκδόσεις «Ιστορική Έρευνα». Τηλ. 3637.570 και 3629.498. Αφηγείται ο Κώστας Παπαλέξης.