Πύλες τα μάτια των ανθρώπων.
Από κει είναι που βλέπουν. Από κει εισέρχεται το φως κι από κει πάει κι εγγράφεται στην οθόνη τους και αυτήν την εγγραφή αυτοί ερμηνεύουν.
Κι από κει τους βλέπεις κι εσύ. Μέσα εκεί κοιτάς. Τι γίνεται. Ποιες διεργασίες. Τι παίζει και τι παίζεται. Ποιος κόβει και ποιος σφάζει. Και ποιος ταξινομεί. Ποιος τα φοβάται και ποιος φυλάγεται. Ποιος μαζεύεται και συσπειρώνεται. Ποιος επιτίθεται. Ποιος είναι παλικάρι και ποιος το παίζει. Και ποιος είν' έτοιμος να βγάλει μαχαίρι. Ποιος χρωστάει και ποιος του χρωστάνε. Ποιος κυνηγά και ποιον τον κυνηγάνε. Ποιος είναι σκοτωμένος και ποιος ο ανέπαφος. Βλέπεις ποιος φοβάται την επιβουλή και ποιος την κοροϊδία. Και ποιος είν' έτοιμος να κοροϊδέψει και να επιβουλευτεί. Ποιος να απορρίψει και ποιος να βρει χρυσό. Ποιος να τοκίσει αφύλακτα και ποιος να ενεχυριάσει. Κι όταν έρθει ο λογαριασμός, να βγει παραπονούμενος. Τα μάτια. Οι πύλες των ανθρώπων.
Κι έχει και μάτια ήμερα. Βαθιά, σα χίλιες λίμνες. Χώρα άγνωστη. Χωρίς αντάρα και χωρίς παφλασμούς. Χωρίς νεφώσεις. Καθαρά. Σταλαγμένα. Με τον εαυτό παραμερισμένο. Κάτσε στην άκρη, του 'λεγε του μικρού ο δάσκαλος. Κάτσε στη άκρη - θα διαλυθείς. Δεν καταλάβαινε τότε ο μικρός. Βγες από τη μέση βρε, μη στέκεσαι μες τη μέση, δεν ακούς; Άστο να περνάει από μέσα σου, χωρίς αντίσταση, αλλιώς θα σκοτωθείς. Δεν καταλάβαινε ο μικρός τι του 'λεγε ο δάσκαλος.
Βλέπεις τέτοια μάτια. Με γνώση. Μάτια ηφαίστεια. Λάβα ζεστή και δεν εκτοξεύεται. Μάτια γνωστικά. Γιατί το πείραμα γνωρίζει πότε το κοιτάς και φέρεται ανάλογα. Βγες από τη μέση, του 'λεγε ο δάσκαλος. Χίλια κομμάτια θα γίνεις. Πού να καταλάβει τότε ο μικρός.
Βλέπεις μάτια που βλέπουν. Μάτια πελάγη. Που περιέχουν τον κόσμο. Χωρίς κρίση. Χωρίς ξάφνιασμα, χωρίς υπολογισμό, χωρίς νεφώσεις και χωρίς λογαριασμό να τρέχει. Μάτια ανοικτά.
Ο άνθρωπος, βλέπεις. Αυτός το φτιάχνει το βλέμμα του θεού του.
Αγέλαστο. Καλοσυνάτο.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου