– Ποιος είναι για μπαράκι;
Σηκώθηκαν δυο χέρια.
– Καφετέρια ποιος θέλει;
Τρία χέρια εδώ.
– Χτες ρε δεν ήμασταν καφετέρια; Για δεν πάμε λίγο ν’ αλλάξουμε;
– Εντάξει, δε θα το κάνουμε θέμα ρε φίλε. Όποιος θέλει ακολουθεί.
– Παιδιά, όποιος γουστάρει.
Έτσι είπαν όλες μαζί και χαθήκαν σαν τα πουλιά. Κελαριστές, σοβαρές, αποφασισμένες. Μια παρέα κορίτσια. Τα ’πανε, τα βρήκαν, τα ρυθμίσαν. Η μια πιο αστραποβόλα από την άλλη, υποσχέσεις, κατακλυσμός, δόντια λαμπερά και βλέμμα καθαρό, φρύδια ζωγραφιστά – θεότητες ετών δεκαπέντε. Το πολύ.
Και κάτσε εσύ στα σόσιαλ να ψάχνεσαι, όχι βουλευτές και βουλευτίνες, όχι πρόεδροι και προεδρίνες, όχι γιατροί και γιάτρισσες – τι πρέπει τι δεν πρέπει, και πώς είν’ το σωστό. Η γραμματική και το φύλο, και τα μπαρμπούτσαλα. Και το κοινωνικόν το ζήτημα.
Κολώνει ρε η γλώσσα; Τι λες, δεν ξέρει; Ούτε μετρήσεις, ούτε πεδικλώματα, ούτε κοινωνικές θεωρίες. Το ’πε η ψηλή στις υπόλοιπες: καλά, είστε και πολύ μ@λ@κες – έτσι τις είπε στο φινάλε, γυναίκες πράματα.
Σιγά που θα περίμενε η γλώσσα απ’ την κατάληξη.
Τ’ αντρός σήμερα. Και με και χωρίς κατάληξη.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου