Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Στυλιανός







Στέλλα είναι το αστέρι. Ή μάλλον... η αστέρη. Διότι το αστέρι στα λατινικά είναι θηλυκό: stella, stellae. Εντάξει. Οπότε Στέλιος είναι ο... αστέρης. Τι, όχι;

Όχι. Καθόλου. Στέλιο λέμε συνοπτικά τον Άγιο Στυλιανό τον Παφλαγόνα. Κι αφού Στέλιος είναι ο Στυλιανός, τότε Στέλλα είναι ο θηλυκός Στέλιος. Η Στυλιανή. Έτσι το ρυθμίσαμε.

Αχταρμάς. Κι από πού έρχεται ο Στυλιανός; Εντάξει, γεωγραφικώς, τα ’παμε, είναι Παφλαγών. Αλλά ετυμολογικώς πούθε κρατάει η σκούφια του; Από τον στύλο, σου λέει ο άλλος. Δηλαδή; Στυλίτης; Όοοοχι. Δεν ήταν στυλίτης. Ήταν όμως στύλος να στηρίζεσαι. Σε στύλωνε. Καλά, σοβαρά ρε παιδιά; Σοβαρά, φίλε μου. Εδώ ο άλλος γράφει το στειλιάρι στυλιάρι. Είναι σχετικό με στύλο και Στυλιανό, σου λέει.

Ξανά αχταρμάς. Τέτοιο τρέχα γύρευε, τέτοιο μπέρδεμα, έτυμον και παρέτυμον – ο κάθε μύθος ό,τι να ’ναι.

Αλλά ήταν από την Παφλαγονία. Εδώ όλοι συμφωνούν. Σημερινή Βόρεια Κεντρική Τουρκία. Πόντος ανατολικά και Βιθυνία δυτικά. Παλιά Περσικά μέρη. Εκεί που ανακάτεψε την τράπουλα ο Αλέξανδρος. Και που μετά βασίλεψαν οι Επίγονοι. Ο Ευμένης. Κι ο Αντίγονος. Κι ο Σέλευκος. Κι ύστερα κατέφθασαν οι Ρωμαίοι. Που γίναν Βυζάντιο. Το πανίσχυρο Θέμα Οψικίου. Και Βουκελλαρίων ύστερα. Ένα από κείνα τα μέρη που γεννούσαν σπαρτά και στρατά. Και χριστιανούς. Ένας κοβόταν, δέκα φυτρώναν.

Εδώ ξαναρχίζουν οι αβεβαιότητες: πέμπτος αιώνας, έκτος αιώνας, ποιος ξέρει. Είχε, λέει, πολλά λεφτά από τον μπαμπά του, αλλά τα ’διωξε όλα στους φτωχούς. Πέταξε τη βαριά άγκυρα που τον κρατούσε δεμένο στα εγκόσμια —έτσι λένε τα συναξάρια— και πήγε ν’ ασκητέψει.

Πήγε κι αναζήτησε εκείνο εκεί το πρότερο. Το πριν. Πριν την ενηλικίωση. Πριν την παγίωση. Τη φλέβα πριν τις ενδύσεις. Τον καρπό πριν τις στρώσεις. Τη γνώση πριν τις γνώσεις.

Και ξεκαθαρίζει το τοπίο: εκείνος βρίσκει το αιώνιο παιδικό χαμόγελο κι εμείς τον αρμόδιο για το παιδί γενικώς. Την επαφή μας με κάθε παιδικό ζήτημα. Τον προστάτη και θεραπευτή. Όχι μόνο αν έχεις, αλλά κι αν δεν έχεις παιδί – εκεί θα κολλήσουμε; Αν, ας πούμε, δε μπορείς να κάνεις παιδί, πάλι σ’ αυτόν πας και προσεύχεσαι, κι αυτός τα κανονίζει. Κι όλα καλά. Είναι ο υπεύθυνος της έννοιας παιδί. Ό,τι σχετικό, αυτουνού το λες, κι έννοια σου, θα φροντίσει. Ο Άγιος νηπιαγωγείο. Πηγαίναν λέει οι χριστιανές και του αφήναν τα παιδιά κι αυτός κανόνιζε, μην ανησυχείτε.

Stylianos of Paphlagonia και Stylian von Paphlagonien. Και Стилиан Пафлагонский. Όνομα όλο βροντή. Και στα εικονίσματα, ένας αποστεωμένος παππούλης. Μ’ ένα παιδί στην αγκαλιά – ένα μωρό σπαργανωμένο. Παίδων φύλαξ πέφυκα θεού το δώρον, λέει το ειλητάριο που κρατά. Να ’μαι των παιδιών ο φύλακας, αυτού του δώρου του θεού.

Ένας παππούλης μανούλα. Ο Άγιος παιδί, και του παιδιού προστάτης.








Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Αθήναι

Φαντάσου έχεις, λέει, μια γλώσσα, ωραία και καλή, και τη μιλάς σ’ ένα μικρό χωργιό που διατηρείς κάπου σε μια εύκρατη περιοχή τού κόσμου. Δεντράκια, ποταμάκια, αμπελάκια, κι έναν Παρθενώνα να σου βρίσκεται. Και φαντάσου ότι πας καλά, οι δουλειές, τα παιδιά, ψωνίζει ο κόσμος, κάτι μοντελάκια που θα γίνουν παγκοσμίως ανάρπαστα εις το διηνεκές, έλα όμως που οι καιροί αλλάζουν, χωργιό με χωργιό τα τσουγκρίζετε, δε βρίσκετε άκρη, ο κόσμος σας είναι πολύ μικρός, γινόστε μπάχαλο, και νάσου εμφανίζεται ένα πιο ρωμαλέο χωργιό και πιο φρέσκο, κάπου στον Βορρά, άλλο πολίτευμα, πιο ορεξάτο απ’ το δικό σου, ανανεωμένο, και σας βάνει σε σειρά, άλλο πνεύμα, μιλάει τη γλώσσα σου, τη βρίσκει πολύ γκιουζέλ και πολύ αποτελεσματική, παίρνει και μερικούς από τους πιο καλούς σου για δασκάλους των παιδιών του, και το καζάνι αρχινάει να κοχλάζει. Ίδιο προϊόν, ίδια μοντελάκια, άλλο μάρκετινγκ. Άλλες τακτικές πωλήσεων. Κι ενώ έτσι έχουν τα πράματα, αίφνης μια Κυριακή και μια γιορτή, μια πίσημον ημέρα, ένας τύπο...

Λιμήν

Лиман. Διαβάζεται λιμάν. Και θα πει λιμάνι – τι άλλο να πει. Αλλά μια στιγμή. Δεν είναι απ’ τα ελληνικά. Είναι απ’ τα τούρκικα. Βαστιέσαι; Βαστήξου: τα ρώσικα δεν την πήραν τη λεξούλα από τα ελληνικά, γιατί και τα ελληνικά από τα τούρκικα την έχουν πάρει. Ξαναβαστήξου. Υπήρχε μια αρχαία λεξούλα, λειμών. Ελληνικά. Το υγρό λιβάδι. Και καθώς οι λεξούλες ταξιδεύουν και μιλάν για πράγματα που μεταξύ τους μοιάζουν, λειμών σήμαινε κι εκείνο το άλλο το υγρό και ζεστό και φιλόξενο πράμα που ξέρεις. Συνεννοηθήκαμε; Μπράβο. Αυτό εκτιμώ σε σένα: την αντιληπτικότητά σου. Και ταξίδευε που λες η λεξούλα, τι ευλείμων – με ωραία παχιά λιβάδια, τι λειμώνιος – ο του λιβαδιού, τι λειμακίδες – οι νύμφες αυτών των υγρών και ζεστών μερών, αυτές που σου παίρνουν τη μιλιά και μένεις ευσεβής μεν, άλαλος δε. Τέλος πάντων, μην τα πολυλογούμε, αυτό το καταφύγιο, ο λειμών, κάνει μια παφ και τραβάει μια μετάπτωση, ένα άμπλαουτ που λένε οι γλωσσοτέτοιοι, και τσουπ, προκύπτει ο λιμήν, να σε περικλείει και να σε προστα...

Ἡ μαμμὴ καὶ οἱ Νεράιδες

  Ἡ μαμμὴ καὶ οἱ Νεράιδες. Νικολάου Γ. Πολίτου: Μελέται περί του βίου και της γλώσσης του Ελληνικού λαού. Εκδόσεις «Ιστορική Έρευνα». Τηλ. 3637.570 και 3629.498. Αφηγείται ο Κώστας Παπαλέξης.